περιβάλλον και πολιτική

Posts Tagged ‘ενέργεια

Το φυσικό αέριο στην Ελλάδα έρχεται δια μέσου της Τουρκίας

leave a comment »

Υψηλή η ενεργειακή εξάρτηση από την Τουρκία

πηγή: https://www.kathimerini.gr/1090515/article/oikonomia/ellhnikh-oikonomia/yyhlh-h-energeiakh-e3arthsh-apo-thn-toyrkia

To πόσο ενεργειακώς εξαρτημένη είναι η Ελλάδα από την Τουρκία είναι ένα ερώτημα που επανέρχεται στην επικαιρότητα με την κλιμάκωση των προκλήσεων από τη γείτονα χώρα. Κοινό στοιχείο των δύο χώρων είναι ο υψηλός βαθμός ενεργειακής εξάρτησης από εισαγόμενα καύσιμα. Η Ελλάδα εισάγει το 98% του πετρελαίου που καταναλώνει και το 100% του φυσικού αερίου, και η Τουρκία το 95,7% του πετρελαίου και το 100% του φυσικού αερίου. Ως αποτέλεσμα της υψηλής ενεργειακής τους εξάρτησης και οι δύο χώρες έχουν αναγάγει τα θέματα ενεργειακής προμήθειας σε βασικό στοιχείο της εξωτερικής τους πολιτικής και σε μέσον σύναψης συνεργασιών και συμμαχιών στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή.

Διασύνδεση

Η Τουρκία, για την εξασφάλιση ενεργειακών πρώτων υλών που αφορούν την κάλυψη των διαρκώς αυξανόμενων αναγκών της, έχει καταφέρει τα τελευταία 20 και κάτι χρόνια, μέσω ενός εκτενούς πλέγματος αγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου που έχει κατασκευάσει, να διασυνδεθεί με όλες τις γύρω παραγωγούς χώρες και να αναδειχθεί ως ο βασικός ενεργειακός κόμβος της ευρύτερης περιοχής.

Η Ελλάδα εξαρτάται σήμερα, αν και σε περιορισμένο βαθμό, από την Τουρκία, μέσω της οποίας εισάγει φυσικό αέριο και ηλεκτρική ενέργεια. Σε ό,τι αφορά το φυσικό αέριο, η χώρα μας προμηθεύεται αέριο μέσω των Κήπων, που αποτελεί το σημείο εισόδου του ελληνοτουρκικού αγωγού, βάσει σχετικής σύμβασης που υπεγράφη το 2000 μεταξύ της ΔΕΠΑ και της τουρκικής Βotas και αντίστοιχης διακυβερνητικής συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας.

Βάσει αυτών των συμφωνιών, εισρέει σήμερα στην ελληνική αγορά το 17% του φυσικού αερίου που καταναλώνεται στη χώρα (0,7 δισ. κ.μ. αερίου ετησίως). Το αέριο που εισάγεται μέσω της Βotas είναι αζέρικης προελεύσεως, αφού η Τουρκία δεν είναι παραγωγός χώρα αλλά διαμετακομιστής. Η συμβατικής φύσεως εξάρτηση από την τουρκική Βotas, πέραν της γεωγραφικής, δημιούργησε πολλές φορές προβλήματα στην τροφοδοσία της ελληνικής αγοράς. Η Τουρκία κατά καιρούς και καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης παρέδιδε ελλειμματικές ποσότητες φυσικού αερίου στην Ελλάδα με πρόσχημα τις ανάγκες της τουρκικής αγοράς, θέμα για το οποίο η ΔΕΠΑ είχε προσφύγει στη Διαιτησία και δικαιώθηκε.

Το 2009 η ΔΕΠΑ, υπό τον τότε πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο Χάρη Σαχίνη, διαπραγματεύτηκε και πέτυχε την απευθείας προμήθεια φυσικού αερίου από το Αζερμπαϊτζάν από το 2021, με απευθείας παράδοση στα ελληνοτουρκικά σύνορα, παρακάμπτοντας συμβατικά την Τουρκία ως ενδιάμεσο, υπογράφοντας σύμβαση με την κοινοπραξία της ΒP που ελέγχει το κοίτασμα του Σαχ Ντενίζ 2.

Ταυτόχρονα, την ίδια εποχή ξεκίνησαν και οι διαπραγματεύσεις με την Botas για τη μείωση της τιμής του αζέρικου φυσικού αερίου που μεταπουλούσε στη ΔΕΠΑ και τις οποίες η τουρκική εταιρεία είχε μονομερώς και αυθαίρετα αυξήσει. Η υπόθεση οδηγήθηκε στη Διαιτησία και το 2019 το Δικαστήριο της Στοκχόλμης δικαίωσε τη ΔΕΠΑ.

Ερμηνεία

Η απόφαση ερμηνεύτηκε από αναλυτές της αγοράς και ως ακύρωση ουσιαστικά του ρόλου της Τουρκίας ως θεματοφύλακα της ενεργειακής ασφάλειας, αφού εκτός από τη μεγάλη μείωση των τιμών φυσικού αερίου που διέταξε, ανέδειξε και τον αδιαφανή τρόπο τιμολόγησης του αζέρικου αερίου προς την Ελλάδα από την Βοtas.

Τα τελευταία χρόνια οι οδεύσεις ενεργειακού εφοδιασμού έχουν αναδιαταχθεί, αναβαθμίζοντας τον ρόλο της Τουρκίας. Το σύνολο του φυσικού αερίου μέσω αγωγών που θα προορίζεται για την Ελλάδα, αλλά και για τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, στο εγγύς αλλά και στο απώτερο μέλλον θα διαμετακομίζεται μέσω της Τουρκίας. Ο νότιος διάδρομος (ΤΑΝΑP/TAP) θα μεταφέρει μέσω της Τουρκίας, διασχίζοντας την Ελλάδα και την Αλβανία, αρχικά 10 δισ. κ.μ. αερίου ετησίως, και με την αύξηση της δυναμικότητάς του 20 δισ. κ.μ. αερίου.

Σε ό,τι αφορά την τροφοδοσία των χωρών της Ανατολικής Βαλκανικής (Ρουμανία, Βουλγαρία, Ελλάδα), με τη λήξη της συμφωνίας διαμετακόμισης ρωσικού φυσικού αερίου μέσω Ουκρανίας το αέριο θα μεταφέρεται μέσω του αγωγού ΤurkStream. O νέος αυτός αγωγός θα μεταφέρει 15,5 δισ. κ.μ. για την κάλυψη των τουρκικών αναγκών, αντικαθιστώντας το αέριο που προμηθεύεται η Τουρκία μέσω του Trans Balkan, και επιπλέον 15,5 δισ. κ.μ. για εξαγωγές προς τις ευρωπαϊκές αγορές σε δεύτερη φάση, καθώς και επιπλέον 31 δισ. κ.μ. αερίου σε τρίτη φάση. Η αναδιάταξη αυτή των οδών διέλευσης αερίου θα αυξήσει μετά το 2021 την εξάρτηση της Ελλάδας σε αέριο από την παροχή μέσω Τουρκίας, από το 17% σήμερα, σχεδόν στο 80%, αλλά και την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από την Τουρκία.

Κοιτάσματα

Πέραν της ανάδειξής της ως ενεργειακού κόμβου της ευρύτερης περιοχής και με στρατηγικό στόχο να μεγιστοποιήσει τη γεωπολιτική της θέση, η Τουρκία προσβλέπει και στην εξασφάλιση δικών της κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, προβάλλοντας αξιώσεις στο Αιγαίο και στην Κύπρο αλλά και στη Συρία και στο Ιράκ.

Στον τομέα του ηλεκτρισμού η Ελλάδα συνδέεται με την Τουρκία μέσω ηλεκτρικής διασύνδεσης 400 kV μεταξύ του ΚΥΤ Νέας Σάντας και του Υ/Σ Babaeski στην Τουρκία. Η γραμμή διασύνδεσης κατασκευάστηκε στο πλαίσιο του Πρωτοκόλλου Ανταλλαγής Ηλεκτρικής Ενέργειας μεταξύ των δύο χωρών, που υπογράφηκε στην Αγκυρα τον Ιούλιο του 2007. Στο πλαίσιο της ανάπτυξης νέων διασυνδέσεων ανάμεσα στο ευρωπαϊκό και  στο τουρκικό σύστημα τον Δεκέμβριο του 2017, οι Διαχειριστές Ελλάδας, Βουλγαρίας και Τουρκίας αποφάσισαν την κατασκευή ακόμη μιας διασύνδεσης, της Τουρκίας με τη Βουλγαρία, ισχύος 400 kV, και μιας με την Ελλάδα, αντίστοιχης ισχύος, που θα αρχίσει να κατασκευάζεται το 2021 με ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2022.

Written by dds2

14 Αυγούστου, 2020 at 1:11 μμ

Η αντίδραση αυξάνεται λόγω του ελληνικού νόμου για την απορρύθμιση της ενέργειας (The Guardian, 11/6/20)

leave a comment »

Backlash grows over Greek energy deregulation law

Campaigners fear damage to protected regions by companies exploiting their resources

anti-oil protesters
Drilling for oil and gas is explicitly allowed within protected areas of Greece for the first time. Photograph: Kostas Tsironis/EPA

The Greek government is facing growing opposition over a controversial environmental super-law passed when debate and public consultation were curtailed by lockdown measures imposed as a result of the pandemic.

Resistance has intensified as part of a grassroots revolt over legislation that critics contend will irrevocably change the face of Greece.

“It was passed in the most undemocratic way with very few MPs and when citizens were forced to stay at home and couldn’t react,” said Yorgos Tsamis, an activist educator on the frontline of a mass protest against the reform in Athens last week. “What is at stake is the future of the country, its mountains, valleys, coasts and animal species.”

Opponents argue the sweeping legislation allows wind parks to be installed on rocky isles, and protected areas of world-class biodiversity and beauty to be exploited by the oil and gas industry.

As the country increasingly adopts renewable energy, international companies are lining up to exploit its natural resources, including by placing industrial-sized turbines on windswept Aegean islands and mainland mountain ridges. For firms behind the proliferation of solar plants, Greece’s plentiful sun can be harnessed year round.

This is what worries Tsamis, who for the past month has protested outside the Greek parliament with a handwritten banner around his neck proclaiming: “environment is more important than economy”.

“They call it a modernising law that will promote green development,” he said referring to the centre-right administration of Kyriakos Mitsotakis, the prime minister. “For us, though, it is greed in modern form.”

It is a view shared by demonstrators, who, backed by the political opposition, have denounced the policies for favouring investors over an environment made ever more fragile by the challenges of climate change.

“Whichever way you slice it or dice it, this law has been drafted to facilitate large-scale investments and not the needs of local communities,” said Iosif Efraimidis, a prominent environmental activist. “Why should we destroy our natural and historic landscape, our hilltops and rocky isles, to produce energy that is then exported, at great cost, far and wide?”

The government, elected on a reform agenda last July, insists that after nearly a decade of debt crisis, the law will accelerate the country’s economic recovery post-coronavirus.

By overhauling environmental regulations blighted by bureaucracy and outdated rules, it argues business – and jobs – are likely to be boosted at a time when the nation again faces the spectre of deep recession. Environmental licensing, long a hurdle to investment, has been simplified so permits that had required eight years to be granted can be obtained in 150 days. Land use rules have been changed and with them management of protected areas. “We have applied the best European practices,” said environment minister, Kostis Hatzidakis warning that Greece couldn’t afford to be “the country that investors think of as never to mess with, especially after coronavirus”.

Mitsotakis, an ardent advocate of renewables, said the legislation will enable Greece to end its addiction to coal while guaranteeing “rapid and sustainable development”. The government has vowed to phase out all but one of the country’s 14 lignite-powered stations by 2028 with a view to ensuring that more than a third of its energy production is clean by the end of the decade.

Last week Mitsotakis announced tax incentives to boost the use of electric vehicles as part of plans to move to low-carbon mobility in a state that remains far behind the rest of Europe in reducing carbon emissions. Opponents counter that the leader, whose career was in finance before he went into politics, is driven more by a desire to lure investors.

From Crete in the south to the Agrafa mountains in central Greece and Macedonia further north, critics fear the fast-tracked law is a fig leaf for “pharaonic infrastructure” projects. The legislation’s abstruse language – and the abrupt addition of provisions never publicly discussed – has fuelled concerns.

“One of the most problematic issues is that for the first time drilling for oil and gas is explicitly allowed within protected areas,” said Theodota Nantsou, head of environmental policy at WWF Greece. “As a result it seriously threatens those areas with housing and touristic development.”

Part of the global Natura 2000 network of protected areas, the sites are havens for rare species, both on land and at sea.

Over 80 ecological and civil society groups, with the backing of prominent NGOs, are now calling for the legislation to be nullified. Academics, judges and scientists have questioned the efficacy and legality of the law. A tourism bill introducing more lenient penalties for illegal coastal use, also passed last month, has further aggravated an increasingly active environmental lobby.

Environmental protesters in Athens
Environmental protesters in Athens last Friday. Photograph: George Panagakis/Pacific Press/Rex/Shutterstock

Condemnation has been particularly acute on islands where opposition to proposed wind farms has become ever more violent and where people are incensed they were never asked about projects that will directly affect their lives. Clashes erupted on Tinos in the Cyclades recently when riot police attempted to disperse locals demonstrating against turbines being erected in a region known for its natural beauty. Anger has mounted as diggers and bulldozers have moved in to create roads in areas designated for windfarms.

“It reminds me of the 1960s when we scarred our mountains just to export cement,” said Efraimidis, an architectural planner by profession. “The damage is still visible today.”

MEPs have rallied. Petros Kokkalis, who represents the main opposition Syriza party in the European parliament, said greens and leftists are pressuring Frans Timmermans, the EU commissioner for climate action, to intervene and had written to him outlining the law’s flaws.

“Under guise of the pandemic, with severely limited public consultation, the government has rammed through a piece of legislation that mistakes deregulation for modernisation and goes against the wellbeing of Greek people,” he told the Guardian, emphasising that EU law, ultimately, superseded that of member states. “You can’t double the capacity of renewables in Greece with riot police. You have to build social alliances and ensure biodiversity protection to achieve a green deal. The government has chosen confrontation over cooperation.”

leave a comment »

Στο πλαίσιο των εργασιών της Επιτροπής που έχει συστήσει το ΥΠΕΝ για την απλοποίηση των αδειοδοτικών διαδικασιών Α.Π.Ε., η ΕΛΕΤΑΕΝ υπέβαλε το Πλαίσιο των προτάσεών της για τα στάδια αδειοδότησης μετά την άδεια παραγωγής και την ΑΕΠΟ.

Το κείμενο περιλαμβάνει τις προτάσεις της ΕΛΕΤΑΕΝ για:

  • Θέματα αδειοδότησης της Σύνδεσης
  • Θέματα αδειών εγκατάστασης και λειτουργίας
  • Παρατάσεις προθεσμιών
  • Έργα διαγωνισμών – ΣΕΔΠ
  • Θέματα δασικής, περιβαλλοντικής και λοιπής αδειοδότησης
  • Θέματα αιγιαλού και παραλίας
  • Πολεοδομικά θέματα
  • Περιβαλλοντική κατάταξη
  • Το σημείο επαφής

Δείτε το Πλαίσιο των προτάσεων ΕΔΩ

ένα μεγάλο αφιέρωμα του Guardian στο τσιμέντο

leave a comment »

Concrete: the most destructive material on Earth

Limestone quarries and cement factories are often sources of air pollution. Photograph: Zoonar GmbH/Alamy

After water, concrete is the most widely used substance on the planet. But its benefits mask enormous dangers to the planet, to human health – and to culture itself

by

In the time it takes you to read this sentence, the global building industry will have poured more than 19,000 bathtubs of concrete. By the time you are halfway through this article, the volume would fill the Albert Hall and spill out into Hyde Park. In a day it would be almost the size of China’s Three Gorges Dam. In a single year, there is enough to patio over every hill, dale, nook and cranny in England.

After water, concrete is the most widely used substance on Earth. If the cement industry were a country, it would be the third largest carbon dioxide emitter in the world with up to 2.8bn tonnes, surpassed only by China and the US.

The material is the foundation of modern development, putting roofs over the heads of billions, fortifying our defences against natural disaster and providing a structure for healthcare, education, transport, energy and industry.

Concrete is how we try to tame nature. Our slabs protect us from the elements. They keep the rain from our heads, the cold from our bones and the mud from our feet. But they also entomb vast tracts of fertile soil, constipate rivers, choke habitats and – acting as a rock-hard second skin – desensitise us from what is happening outside our urban fortresses.

Our blue and green world is becoming greyer by the second. By one calculation, we may have already passed the point where concrete outweighs the combined carbon mass of every tree, bush and shrub on the planet. Our built environment is, in these terms, outgrowing the natural one. Unlike the natural world, however, it does not actually grow. Instead, its chief quality is to harden and then degrade, extremely slowly.

All the plastic produced over the past 60 years amounts to 8bn tonnes. The cement industry pumps out more than that every two years. But though the problem is bigger than plastic, it is generally seen as less severe. Concrete is not derived from fossil fuels. It is not being found in the stomachs of whales and seagulls. Doctors aren’t discovering traces of it in our blood. Nor do we see it tangled in oak trees or contributing to subterranean fatbergs. We know where we are with concrete. Or to be more precise, we know where it is going: nowhere. Which is exactly why we have come to rely on it.

This solidity, of course, is what humankind yearns for. Concrete is beloved for its weight and endurance. That is why it serves as the foundation of modern life, holding time, nature, the elements and entropy at bay. When combined with steel, it is the material that ensures our dams don’t burst, our tower blocks don’t fall, our roads don’t buckle and our electricity grid remains connected.

Solidity is a particularly attractive quality at a time of disorientating change. But – like any good thing in excess – it can create more problems than it solves.

At times an unyielding ally, at times a false friend, concrete can resist nature for decades and then suddenly amplify its impact. Take the floods in New Orleans after Hurricane Katrina and Houston after Harvey, which were more severe because urban and suburban streets could not soak up the rain like a floodplain, and storm drains proved woefully inadequate for the new extremes of a disrupted climate.

The levee of the 17th Street Canal, New Orleans, after it was breached during Hurricane Katrina.
When the levee breaks … The levee of the 17th Street canal, New Orleans, after it was breached during Hurricane Katrina. Photograph: Nati Harnik/AP

It also magnifies the extreme weather it shelters us from. Taking in all stages of production, concrete is said to be responsible for 4-8% of the world’s CO2. Among materials, only coal, oil and gas are a greater source of greenhouse gases. Half of concrete’s CO2 emissions are created during the manufacture of clinker, the most-energy intensive part of the cement-making process.

But other environmental impacts are far less well understood. Concrete is a thirsty behemoth, sucking up almost a 10th of the world’s industrial water use. This often strains supplies for drinking and irrigation, because 75% of this consumption is in drought and water-stressed regions. In cities, concrete also adds to the heat-island effect by absorbing the warmth of the sun and trapping gases from car exhausts and air-conditioner units – though it is, at least, better than darker asphalt.

It also worsens the problem of silicosis and other respiratory diseases. The dust from wind-blown stocks and mixers contributes as much as 10% of the coarse particulate matter that chokes Delhi, where researchers found in 2015 that the air pollution index at all of the 19 biggest construction sites exceeded safe levels by at least three times. Limestone quarries and cement factories are also often pollution sources, along with the trucks that ferry materials between them and building sites. At this scale, even the acquisition of sand can be catastrophic – destroying so many of the world’s beaches and river courses that this form of mining is now increasingly run by organised crime gangs and associated with murderous violence.

This touches on the most severe, but least understood, impact of concrete, which is that it destroys natural infrastructure without replacing the ecological functions that humanity depends on for fertilisation, pollination, flood control, oxygen production and water purification.

Concrete can take our civilisation upwards, up to 163 storeys high in the case of the Burj Khalifa skyscraper in Dubai, creating living space out of the air. But it also pushes the human footprint outwards, sprawling across fertile topsoil and choking habitats. The biodiversity crisis – which many scientists believe to be as much of a threat as climate chaos – is driven primarily by the conversion of wilderness to agriculture, industrial estates and residential blocks.

For hundreds of years, humanity has been willing to accept this environmental downside in return for the undoubted benefits of concrete. But the balance may now be tilting in the other direction.


The Pantheon and Colosseum in Rome are testament to the durability of concrete, which is a composite of sand, aggregate (usually gravel or stones) and water mixed with a lime-based, kiln-baked binder. The modern industrialised form of the binder – Portland cement – was patented as a form of “artificial stone” in 1824 by Joseph Aspdin in Leeds. This was later combined with steel rods or mesh to create reinforced concrete, the basis for art deco skyscrapers such as the Empire State Building.

Rivers of it were poured after the second world war, when concrete offered an inexpensive and simple way to rebuild cities devastated by bombing. This was the period of brutalist architects such as Le Corbusier, followed by the futuristic, free-flowing curves of Oscar Niemeyer and the elegant lines of Tadao Ando – not to mention an ever-growing legion of dams, bridges, ports, city halls, university campuses, shopping centres and uniformly grim car parks. In 1950, cement production was equal to that of steel; in the years since, it has increased 25-fold, more than three times as fast as its metallic construction partner.

Debate about the aesthetics has tended to polarise between traditionalists like Prince Charles, who condemned Owen Luder’s brutalist Tricorn Centre as a “mildewed lump of elephant droppings”, and modernists who saw concrete as a means of making style, size and strength affordable for the masses.

The politics of concrete are less divisive, but more corrosive. The main problem here is inertia. Once this material binds politicians, bureaucrats and construction companies, the resulting nexus is almost impossible to budge. Party leaders need the donations and kickbacks from building firms to get elected, state planners need more projects to maintain economic growth, and construction bosses need more contracts to keep money rolling in, staff employed and political influence high. Hence the self-perpetuating political enthusiasm for environmentally and socially dubious infrastructure projects and cement-fests like the Olympics, the World Cup and international exhibitions.

The classic example is Japan, which embraced concrete in the second half of the 20th century with such enthusiasm that the country’s governance structure was often described as the doken kokka (construction state).

The pressure-controlled water tank at the Metropolitan Area Outer Underground Discharge Channel in Kusakabe, Japan.
A pressure-controlled water tank in Kusakabe, Japan, constructed to protect Tokyo against floodwaters and overflow of the city’s major waterways and rivers during heavy rain and typhoon seasons. Photograph: Ho New/Reuters

At first it was a cheap material to rebuild cities ravaged by fire bombs and nuclear warheads in the second world war. Then it provided the foundations for a new model of super-rapid economic development: new railway tracks for Shinkansen bullet trains, new bridges and tunnels for elevated expressways, new runways for airports, new stadiums for the 1964 Olympics and the Osaka Expo, and new city halls, schools and sports facilities.

This kept the economy racing along at near double-digit growth rates until the late 1980s, ensuring employment remained high and giving the ruling Liberal Democratic party a stranglehold on power. The political heavyweights of the era – men such as Kakuei Tanaka, Yasuhiro Nakasone and Noboru Takeshita – were judged by their ability to bring hefty projects to their hometowns. Huge kickbacks were the norm. Yakuza gangsters, who served as go-betweens and enforcers, also got their cut. Bid-rigging and near monopolies by the big six building firms (Shimizu, Taisei, Kajima, Takenaka, Obayashi, Kumagai) ensured contracts were lucrative enough to provide hefty kickbacks to the politicians. The doken kokka was a racket on a national scale.

But there is only so much concrete you can usefully lay without ruining the environment. The ever-diminishing returns were made apparent in the 1990s, when even the most creative politicians struggled to justify the government’s stimulus spending packages. This was a period of extraordinarily expensive bridges to sparsely inhabited regions, multi-lane roads between tiny rural communities, cementing over the few remaining natural riverbanks, and pouring ever greater volumes of concrete into the sea walls that were supposed to protect 40% of the Japanese coastline.

In his book Dogs and Demons, the author and longtime Japanese resident Alex Kerr laments the cementing over of riverbanks and hillsides in the name of flood and mudslide prevention. Runaway government-subsidised construction projects, he told an interviewer, “have wreaked untold damage on mountains, rivers, streams, lakes, wetlands, everywhere — and it goes on at a heightened pace. That is the reality of modern Japan, and the numbers are staggering.”

He said the amount of concrete laid per square metre in Japan is 30 times the amount in America, and that the volume is almost exactly the same. “So we’re talking about a country the size of California laying the same amount of concrete [as the entire US]. Multiply America’s strip malls and urban sprawl by 30 to get a sense of what’s going on in Japan.”

Traditionalists and environmentalists were horrified – and ignored. The cementation of Japan ran contrary to classic aesthetic ideals of harmony with nature and an appreciation of mujo (impermanence), but was understandable given the ever-present fear of earthquakes and tsunamis in one of the world’s most seismically active nations. Everyone knew the grey banked rivers and shorelines were ugly, but nobody cared as long as they could keep their homes from being flooded.

Which made the devastating 2011 Tohoku earthquake and tsunami all the more shocking. At coastal towns such as Ishinomaki, Kamaishi and Kitakami, huge sea walls that had been built over decades were swamped in minutes. Almost 16,000 people died, a million buildings were destroyed or damaged, town streets were blocked with beached ships and port waters were filled with floating cars. It was a still more alarming story at Fukushima, where the ocean surge engulfed the outer defences of the Fukushima Daiichi nuclear plant and caused a level 7 meltdown.

Briefly, it seemed this might become a King Canute moment for Japan – when the folly of human hubris was exposed by the power of nature. But the concrete lobby was just too strong. The Liberal Democratic party returned to power a year later with a promise to spend 200tn yen (£1.4tn) on public works over the next decade, equivalent to about 40% of Japan’s economic output.

A bus drives past a seawall in Yamada, Iwate prefecture, Japan, in 2018.
‘It feels like we’re in jail, even though we haven’t done anything bad’ … A seawall in Yamada, Iwate prefecture, Japan, 2018. Photograph: Kim Kyung-Hoon/Reuters

Construction firms were once again ordered to hold back the sea, this time with even taller, thicker barriers. Their value is contested. Engineers claim these 12-metre-high walls of concrete will stop or at least slow future tsunamis, but locals have heard such promises before. The area these defences protect is also of lower human worth now the land has been largely depopulated and filled with paddy fields and fish farms. Environmentalists say mangrove forests could provide a far cheaper buffer. Tellingly, even many tsunami-scarred locals hate the concrete between them and the ocean.

“It feels like we’re in jail, even though we haven’t done anything bad,” an oyster fisherman, Atsushi Fujita, told Reuters. “We can no longer see the sea,” said the Tokyo-born photographer Tadashi Ono, who took some of the most powerful images of these massive new structures. He described them as an abandonment of Japanese history and culture. “Our richness as a civilisation is because of our contact with the ocean,” he said. “Japan has always lived with the sea, and we were protected by the sea. And now the Japanese government has decided to shut out the sea.”


There was an inevitability about this. Across the world, concrete has become synonymous with development. In theory, the laudable goal of human progress is measured by a series of economic and social indicators, such as life-expectancy, infant mortality and education levels. But to political leaders, by far the most important metric is gross domestic product, a measure of economic activity that, more often than not, is treated as a calculation of economic size. GDP is how governments assess their weight in the world. And nothing bulks up a country like concrete.

That is true of all countries at some stage. During their early stages of development, heavyweight construction projects are beneficial like a boxer putting on muscle. But for already mature economies, it is harmful like an aged athlete pumping ever stronger steroids to ever less effect. During the 1997-98 Asian financial crisis, Keynesian economic advisers told the Japanese government the best way to stimulate GDP growth was to dig a hole in the ground and fill it. Preferably with cement. The bigger the hole, the better. This meant profits and jobs. Of course, it is much easier to mobilise a nation to do something that improves people’s lives, but either way concrete is likely to be part of the arrangement. This was the thinking behind Roosevelt’s New Deal in the 1930s, which is celebrated in the US as a recession-busting national project but might also be described as the biggest ever concrete-pouring exercise up until that point. The Hoover Dam alone required 3.3m cubic metres, then a world record. Construction firms claimed it would outlast human civilisation.

But that was lightweight compared to what is now happening in China, the concrete superpower of the 21st century and the greatest illustration of how the material transforms a culture (a civilisation intertwined with nature) into an economy (a production unit obsessed by GDP statistics). Beijing’s extraordinarily rapid rise from developing nation to superpower-in-waiting has required mountains of cement, beaches of sand and lakes of water. The speed at which these materials are being mixed is perhaps the most astonishing statistic of the modern age: since 2003, China has poured more cement every three years than the US managed in the entire 20th century.

Today, China uses almost half the world’s concrete. The property sector – roads, bridges, railways, urban development and other cement-and-steel projects – accounted for a third of its economy’s expansion in 2017. Every major city has a floor-sized scale model of urban development plans that has to be constantly updated as small white plastic models are turned into mega-malls, housing complexes and concrete towers.

But, like the US, Japan, South Korea and every other country that “developed” before it, China is reaching the point where simply pouring concrete does more harm than good. Ghost malls, half-empty towns and white elephant stadiums are a growing sign of wasteful spending. Take the huge new airport in Luliang, which opened with barely five flights a day, or the Olympic Bird’s Nest stadium, so underused that it is now more a monument than a venue. Although the adage “build and the people will come” has often proved correct in the past, the Chinese government is worried. After the National Bureau of Statistics found 450 sq km of unsold residential floor space, the country’s president, Xi Jinping, called for the “annihilation” of excess developments.

The Three Gorges Dam on the Yangtze River, China is the largest concrete structure in the world.
The Three Gorges Dam on the Yangtze River, China, is the largest concrete structure in the world. Photograph: Laoma/Alamy

Empty, crumbling structures are not just an eyesore, but a drain on the economy and a waste of productive land. Ever greater construction requires ever more cement and steel factories, discharging ever more pollution and carbon dioxide. As the Chinese landscape architect Yu Kongjian has pointed out, it also suffocates the ecosystems – fertile soil, self-cleansing streams, storm-resisting mangrove swamps, flood-preventing forests – on which human beings ultimately depend. It is a threat to what he calls “eco-security”.

Yu has led the charge against concrete, ripping it up whenever possible to restore riverbanks and natural vegetation. In his influential book The Art of Survival, he warns that China has moved dangerously far from Taoist ideals of harmony with nature. “The urbanisation process we follow today is a path to death,” he has said.

Yu has been consulted by government officials, who are increasingly aware of the brittleness of the current Chinese model of growth. But their scope for movement is limited. The initial momentum of a concrete economy is always followed by inertia in concrete politics. The president has promised a shift of economic focus away from belching heavy industries and towards high-tech production in order to create a “beautiful country” and an “ecological civilisation”, and the government is now trying to wind down from the biggest construction boom in human history, but Xi cannot let the construction sector simply fade away, because it employs more than 55 million workers – almost the entire population of the UK. Instead, China is doing what countless other nations have done, exporting its environmental stress and excess capacity overseas.

Beijing’s much-vaunted Belt and Road Initiative – an overseas infrastructure investment project many times greater than the Marshall Plan – promises a splurge of roads in Kazakhstan, at least 15 dams in Africa, railways in Brazil and ports in Pakistan, Greece and Sri Lanka. To supply these and other projects, China National Building Material – the country’s biggest cement producer – has announced plans to construct 100 cement factories across 50 nations.


This will almost certainly mean more criminal activity. As well as being the primary vehicle for super-charged national building, the construction industry is also the widest channel for bribes. In many countries, the correlation is so strong, people see it as an index: the more concrete, the more corruption.

According to the watchdog group Transparency International, construction is the world’s dirtiest business, far more prone to graft than mining, real estate, energy or the arms market. No country is immune, but in recent years, Brazil has revealed most clearly the jawdropping scale of bribery in the industry.

As elsewhere, the craze for concrete in South America’s biggest nation started benignly enough as a means of social development, then morphed into an economic necessity, and finally metastasised into a tool for political expediency and individual greed. The progress between these stages was impressively rapid. The first huge national project in the late 1950s was the construction of a new capital, Brasília, on an almost uninhabited plateau in the interior. A million cubic metres of concrete were poured on the highlands site in just 41 months to encase the soil and erect new edifices for ministries and homes.

The National Museum of the Republic by Oscar Niemeyer, Brasília, Brazil.
The National Museum of the Republic by Oscar Niemeyer, Brasília, Brazil. Photograph: Image Broker/Rex Features

This was followed by a new highway through the Amazon rainforest – the TransAmazonia – and then from 1970, South America’s biggest hydroelectric power plant, the Itaipu on the Paraná river border with Paraguay, which is almost four times bulkier than the Hoover Dam. The Brazilian operators boast the 12.3m cubic metres of concrete would be enough to fill 210 Maracanã stadiums. This was a world record until China’s Three Gorges Dam choked the Yangtze with 27.2m cubic metres.

With the military in power, the press censored and no independent judiciary, there was no way of knowing how much of the budget was siphoned off by the generals and contractors. But the problem of corruption has become all too apparent since 1985 in the post-dictatorship era, with virtually no party or politician left untainted.

For many years, the most notorious of them was Paulo Maluf, the governor of São Paulo, who had run the city during the construction of the giant elevated expressway known as Minhocão, which means Big Worm. As well as taking credit for this project, which opened in 1969, he also allegedly skimmed $1bn from public works in just four years, part of which has been traced to secret accounts in the British Virgin islands. Although wanted by Interpol, Maluf evaded justice for decades and was elected to a number of senior public offices. This was thanks to a high degree of public cynicism encapsulated by the phrase most commonly used about him: “He steals, but he gets things done” – which could describe much of the global concrete industry.

Paulo Maluf listens to the debate over the impeachment of President Dilma Rousseff in Brasília, 2016.
Paulo Maluf attending the debate over the impeachment of President Dilma Rousseff in Brasília, 2016. Photograph: Ueslei Marcelino/Reuters

But his reputation as the most corrupt man in Brazil has been overshadowed in the past five years by Operation Car Wash, an investigation into a vast network of bid-rigging and money laundering. Giant construction firms – notably Odebrecht, Andrade Gutierrez and Camargo Corrêa – were at the heart of this sprawling scheme, which saw politicians, bureaucrats and middle-men receive at least $2bn worth of kickbacks in return for hugely inflated contracts for oil refineries, the Belo Monte dam, the 2014 World Cup, the 2016 Olympics and dozens of other infrastructure projects throughout the region. Prosecutors said Odebrecht alone had paid bribes to 415 politicians and 26 political parties.

As a result of these revelations, one government fell, a former president of Brazil and the vice president of Ecuador are in prison, the president of Peru was forced to resign, and dozens of other politicians and executives were put behind bars. The corruption scandal also reached Europe and Africa. The US Department of Justice called it “the largest foreign bribery case in history”. It was so huge that when Maluf was finally arrested in 2017, nobody batted an eyelid.


Such corruption is not just a theft of tax revenue, it is a motivation for environmental crime: billions of tonnes of CO2 pumped into the atmosphere for projects of dubious social value and often pushed through – as in the case of Belo Monte – against the opposition of affected local residents and with deep concerns among environmental licensing authorities.

Although the dangers are increasingly apparent, this pattern continues to repeat itself. India and Indonesia are just entering their high-concrete phase of development. Over the next 40 years, the newly built floor area in the world is expected to double. Some of that will bring health benefits. The environmental scientist Vaclav Smil estimates the replacement of mud floors with concrete in the world’s poorest homes could cut parasitic diseases by nearly 80%. But each wheelbarrow of concrete also tips the world closer to ecological collapse.

Chatham House predicts urbanisation, population growth and economic development will push global cement production from 4 to 5bn tonnes a year. If developing countries expand their infrastructure to current average global levels, the construction sector will emit 470 gigatonnes of carbon dioxide by 2050, according to the Global Commission on the Economy and Climate.

This violates the Paris agreement on climate change, under which every government in the world agreed that annual carbon emissions from the cement industry should fall by at least 16% by 2030 if the world is to reach the target of staying within 1.5C to 2C of warming. It also puts a crushing weight on the ecosystems that are essential for human wellbeing.

The dangers are recognised. A report last year by Chatham House calls for a rethink in the way cement is produced. To reduce emissions, it urges greater use of renewables in production, improved energy efficiency, more substitutes for clinker and, most important, the widespread adoption of carbon capture and storage technology – though this is expensive and has not yet been deployed in the industry on a commercial scale.

Architects believe the answer is to make buildings leaner and, when possible, to use other materials, such as cross-laminated timber. It is time to move out of the “concrete age” and stop thinking primarily about how a building looks, said Anthony Thistleton.

“Concrete is beautiful and versatile but, unfortunately, it ticks all the boxes in terms of environmental degradation,” he told the Architects Journal. “We have a responsibility to think about all the materials we are using and their wider impact.”

But many engineers argue that there is no viable alternative. Steel, asphalt and plasterboard are more energy intensive than concrete. The world’s forests are already being depleted at an alarming rate even without a surge in extra demand for timber.

Phil Purnell, a professor of materials and structures at Leeds University, said the world was unlikely to reach a “peak concrete” moment.

“The raw materials are virtually limitless and it will be in demand for as long as we build roads, bridges and anything else that needs a foundation,” he said. “By almost any measure it’s the least energy-hungry of all materials.”

Instead, he calls for existing structures to be better maintained and conserved, and, when that is not possible, to enhance recycling. Currently most concrete goes to landfill sites or is crushed and reused as aggregate. This could be done more efficiently, Purnell said, if slabs were embedded with identification tags that would allow the material to be matched with demand. His colleagues at Leeds University are also exploring alternatives to Portland cement. Different mixes can reduce the carbon footprint of a binder by up to two-thirds, they say.

Arguably more important still is a change of mindset away from a developmental model that replaces living landscapes with built environments and nature-based cultures with data-driven economies. That requires tackling power structures that have been built on concrete, and recognising that fertility is a more reliable base for growth than solidity.

Guardian Concrete Week investigates the shocking impact of concrete on the modern world. Follow Guardian Cities on Twitter, Facebook and Instagram and use the hashtag #GuardianConcreteWeek to join the discussion or sign up for our weekly newsletter

Ηλεκτρικά αυτοκίνητα και κλιματική αλλαγή

leave a comment »

Electric Vehicles are not a Panacea for Climate Change

from: http://www.cesifo-group.de/ifoHome/presse/Pressemitteilungen/Pressemitteilungen-Archiv/2019/Q2/pm_20190417_sd08-Elektroautos.html

Apr 17, 2019

Electric vehicles will barely help cut CO2 emissions in Germany over the coming years, as the introduction of electric vehicles does not necessarily lead to a reduction in CO2 emissions from road traffic. Natural gas combustion engines are the ideal technology for transitioning to vehicles powered by hydrogen or “green” methane in the long term.

Considering Germany’s current energy mix and the amount of energy used in battery production, the CO2 emissions of battery-electric vehicles are, in the best case, slightly higher than those of a diesel engine, and are otherwise much higher. This has been confirmed by a new study by Christoph Buchal, professor of physics at the University of Cologne; Hans-Dieter Karl, long-standing ifo energy expert; and Hans-Werner Sinn, former ifo president and professor emeritus at Ludwig-Maximilians-Universität München. The researchers carried out their detailed calculations using the concrete examples of a modern electric car and a modern diesel vehicle. In addition to CO2 emissions from battery production, they looked at alternative energy sources for electricity in order to calculate the impact electric vehicles have on CO2 emissions. They show that even with today’s technology, total emissions from a combustion engine powered by natural gas are already almost one-third lower than those of a diesel engine. “Over the long term, hydrogen-methane technology offers a further advantage: it allows surplus wind and solar power generated during peaks to be stored, and these surpluses will see a sharp increase as the share of this renewable energy grows,” Professor Buchal explains.

In their study, the authors criticize the fact that EU legislation allows electric vehicles to be included in calculations for fleet emissions with a value of “zero” CO2 emissions, as this suggests that electric vehicles do not generate any such emissions. The reality is that, in addition to the CO2 emissions generated in the production of electric vehicles, almost all EU countries generate significant CO2 emissions from charging the vehicles’ batteries using their national energy production mixes. The authors also take a critical view of the discussion about electric cars in Germany, which centers around battery-operated vehicles when other technologies also offer great potential: hydrogen-powered electric vehicles or vehicles with combustion engines powered by green methane, for instance. “Methane technology is ideal for the transition from natural gas vehicles with conventional engines to engines that will one day run on methane from CO2-free energy sources. This being the case, the German federal government should treat all technologies equally and promote hydrogen and methane solutions as well,” emphasizes Professor Sinn.

Publication (in German)

  1. Buchal, Christoph, Hans-Dieter Karl and Hans-Werner Sinn, «Kohlemotoren, Windmotoren und Dieselmotoren: Was zeigt die CO2-Bilanz?», ifo Schnelldienst 72 (08), 2019, 40–54 | Details | PDF Download

Contact

Prof. Dr. Dr. h.c. mult. Hans-Werner Sinn

ifo Institute
Phone: +49(0)899224-1279
Fax: +49(0)899224-1901
Email: sinn@ifo.de
Website

σχετικά και στο Έκθεση αποκάλυψη: Τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα εκπέμπουν περισσότερο CO2 απ’ τα πετρελαιοκίνητα! ( δημοσιευμένο στο https://igata.gr/2019/05/04/ta-ilektrika-aytokinita-ekpempoun-perissotero-co2/?fbclid=IwAR1sCv4agy4dz_WtU6uLYq-FJflggcLgnFRRJWXe7GFkdhNdJWIOhpiOhco)

Για το θέμα ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το σχόλιο στο fb του Apostolos Efthymiadis

Για το ἐνεργειακό μείγμα τῆς χώρας μας, τα πράγματα εἶναι ἀκόμα χειρότερα ὄπως ἀποδεικνύεται στην συνέχεια.

Γενικότερα η κατανάλωση μίας κιλοβατώρας θα προκαλέσει τις ἐξῆς ἐκπομπές CO2 ἀνά μορφή ἐνέργειας :

Πετρέλαιο : 0,264 kg CO2/kWh
Ηλεκτρική ενέργεια: 0,989 kg CO2/kWh (κατά ΚΕΝΑΚ για Ἐλλάδα)

Mε βάση την ἔκθεση 2017 ἀπό το «Σύμφωνο τῶν Δημάρχων» http://publications.jrc.ec.europa.eu/…/jrc_technical…)

Ηλεκτρική ενέργεια: 0,81 kg CO2/kWh (για Ἐλλάδα )
Ηλεκτρική ενέργεια: 0,658 kg CO2/kWh (για Γερμανία)

Α. ΝΤΗΖΕΛΟΚΙΝΗΤΗΡΕΣ
Δια την παραγωγή μηχανικοῦ ἔργου μίας κιλοβατώρας για την ὤθηση τοῦ αὐτοκινήτου καὶ με μία μέση ἐνεργειακή ἀπόδοση ἐνός ντηζελοκινητήρα περί το 35% αὐτο συνεπάγεται ὄτι θα χρειαστούν 1/0,35 = 2,86 kWh καυσίμου και ἐπομένως θα ἔχουμε ἐκπομπή CO2 = 2,86 (0,264) = 0,75 κιλῶν διοξειδίου τοῦ ἄνθρακα.

Β. ΗΛΕΚΤΡΙΚΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΑ ΣΤΗΝ ἘΛΛΑΔΑ
Δια την παραγωγή ἰδίου μηχανικοῦ ἔργου μίας κιλοβατώρας για την ὤθηση τοῦ αὐτοκινήτου καὶ με μία μέση ἐνεργειακή ἀπόδοση μίας μπαταρίας στο 75% (δηλαδή με ἀπώλειες τοῦ κύκλου φορτίσεως/ἐκφορτίσως κατά 25%) συνεπάγεται ὄτι θα χρειαστούν για την φόρτιση των μπαταριῶν 1/0,75 = 1,33 kWh ἠλεκτρικῆς ἐνέργειας, οι ὀποῖες με την σειρά τους θα προκαλέσουν ἐκπομπές 1,33 (0,989) = 1,32 κιλῶν διοξειδίου τοῦ ἄνθρακα, δηλαδή αὐξημένες ἐκπομπές κατά 57,3 % ἔναντι τοῦ ντηζελοκινητήρα!!!

Γ. ἨΛΕΚΤΡΙΚΑ ἈΥΤΟΚΙΝΗΤΑ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Ἐάν ἀντί τοῦ συντελεστοῦ 0,989 ληφθῇ ο συντελεστής 0,658 kg CO2/kWh τότε ἀντίστοιχες οι ἐκπομπές ὑπολογίζονται ἴσες με 1,33(0,658) = 0,86 kgCO2/kWh δηλαδή ἐπίσης ὑψηλότερες (κατά 17%) ἔναντι τῶν πετρελαιοκινητήρων.

Ἐδῶ ἡ ἀπάτη εἶναι καταφανῆς ἐνῶ οι ἀργυρόνυτοι γραφειοκράτες τῶν Βρυξελλῶν ἔχουν πλέον νομοθετήσει την ὑποχρεωτική ἐγκατάσταση σταθμῶν φορτίσεως ἠλεκτρικῶν αὐτοκινήτων σε νέες και παλαιότερες οἰκοδομές (Ὀδηγία 2018/844/ἘΚ).

Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας «Μύθοι και Αλήθειες». Εισήγηση της 26ης Νοεμβρίου 2018

4 Σχόλια

ΑΠΕ, Κλιματική Αλλαγή και η αντιμετώπιση των Αιολικών Πάρκων από την δικαστική εξουσία και τους πολίτες. Στοιχεία από την περίπτωση της Εύβοιας.

Δημήτρης Δ. Σουφλέρης*

 Χαλκίδα, Δεκέμβριος 2018**

Πρόλογος***

Στο παρόν κείμενο παρουσιάζεται ανεπτυγμένη και τεκμηριωμένη η ομιλία-εισήγησή μου στην Ημερίδα του ΕΟΣ Χαλκίδας, την 26 Νοεμβρίου 2018, με θέμα: “Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας «Μύθοι και Αλήθειες»”.

Η εισήγηση μου ήταν προφορική και σε αρκετό μέρος της διαμορφώθηκε από τις ανάγκες που παρουσιάστηκαν κατά την εξέλιξη των ομιλιών, παρουσιάσεων και ερωτήσεων και απαντήσεων που προέκυψαν κατά την συζήτηση που διεξήχθη. Ως εκ τούτου είχε τις σχετικές αρετές του προφορικού λόγου αλλά και τα συνακόλουθα προβλήματα. Ήταν σε μεγάλο βαθμό διαφορετική από αυτά που αρχικά είχα σχεδιάσει να παρουσιάσω.

Για τους λόγους αυτούς στο παρόν – κρατώντας στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό την ουσία και την ροή της αρχικής προφορικής ομιλίας μου – γίνεται απόπειρα τεκμηρίωσης και αρκετά αναλυτικής παρουσίασης όσων ειπώθηκαν, παρουσιάζονται εκτεταμένες παραπομπές και συνοπτική βιβλιογραφία και ως ένα είδος παραρτήματος κάποια βασικά νομοθετικά κείμενα και με διαδικτυακή παραπομπή τους.

Το αρχικό κείμενο θα παρουσιασθεί στο άμεσο μέλλον.

Μία πρόσθετη διευκρίνηση είναι η ακόλουθη. Η πολύ μεγάλη υπόθεση της αποκαλούμενης κλιματικής αλλαγής κατά την προσωπική μου άποψη χρησιμοποιείται άκριτα και καθ’ υπερβολήν για την υπέρμετρη ανάπτυξη των ΑΠΕ, ενώ η επιστημονική σύνεση θα απαιτούσαν περισσότερη δουλειά για το θέμα. Επιπλέον έχουν παραγκωνισθεί πλήρως μεγάλες και κεφαλαιώδους σημασίας δράσεις, πράξεις και πρακτικές που και προβλέπονται και απαραίτητες είναι. Με αυτό τον τρόπο όμως είναι προφανές ότι όχι μόνο δεν βαδίζουμε καλά, αλλά και ότι επαναλαμβάνουμε τα λάθη του παρελθόντος, δημιουργώντας για εμάς και τα παιδιά μας ένα μάλλον ζοφερό μέλλον.

Εισαγωγή

Αυτό που συμβαίνει στην σημερινή Ελλάδα, με την καταστροφή των βουνών μας, με αρκετούς τρόπους και αναλογίες το έχουμε ξαναζήσει. Στις δεκαετίες του 50 και του 60 είδαμε να γίνονται τσιμέντο και βορά στους εργολάβους και την αντιπαροχή οι ελληνικές πόλεις. Στις δεκαετίες του 70 και του 80 ήρθε η σειρά των ελληνικών νησιών στο όνομα του τουρισμού. Παρόλο που τόσες φωνές έχουν ακουσθεί και είναι κοινός τόπος ότι αυτή η ανάπτυξη των ελληνικών πόλεων και της αποκαλούμενης βιομηχανίας του ελληνικού τουρισμού έχουν ζημιώσει βαριά και ανεπίστρεπτα τους αστικούς ιστούς των πόλεών μας1 και χιλιάδες χιλιόμετρα ακτογραμμών στην ηπειρωτική και νησιωτική χώρα, στις μέρες μας ζούμε μία απίστευτη επίθεση κατά των ορεινών όγκων της χώρας, στο όνομα της χαρακτηριζόμενης ως απαραίτητης και σωτήριας ανάπτυξης των ΑΠΕ. Η αιτιολογική βάση της ανάγκης για την ανάπτυξή τους βρίσκεται στην κρατούσα θέση και άποψη ότι αυτές είναι οι προσφορότερες για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών μας και ταυτόχρονη αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και του ενδεχομένου υπερθέρμανσης του πλανήτη.

Είναι αλήθεια ότι την τελευταία 25ετία μοιάζει να υπάρχουν αλλαγές και έντονες διακυμάνσεις στο κλίμα της Γης. Κάτι βεβαίως που δεν είναι άγνωστο από το πλανητικό παρελθόν και μάλιστα με ακόμη πιο έντονα φαινόμενα. Είναι επίσης αλήθεια ότι οι ενεργειακές μας ανάγκες αυξάνονται αλματωδώς και ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα επιφέρει κολοσσιαίες μεταβολές στο περιβάλλον.

Από αυτές όμως τις αλήθειες, μέχρι την καλλιέργεια ως απαράβατου θεωρήματος της ιδέας ότι δια των ΑΠΕ θα σώσουμε τον πλανήτη, ότι με ανεμογεννήτριες σε κάθε βουνό και νησί της Ελλάδας θα καλύψουμε τις υποχρεώσεις μας νομικές και μη νομικές για συνεισφορά στον έλεγχο της κλιματικής αλλαγής κλπ και ότι ταυτοχρόνως θα βελτιωθούμε αναπτυξιακά και ενεργειακά, η απόσταση δεν είναι ένα λογικό βήμα. Είναι περισσότερο ένα υπερβολικό, πρόωρο και πολύ άσχημα υλοποιούμενο άλμα, που συμπαρασύρει οικονομίες, οικοσυστήματα και κοινωνίες.

Στην Ελλάδα -που παρεμπιπτόντως είναι η χώρα που έγινε το πρώτο παραγωγικό α/π στην Ευρώπη2– η αιολική ενέργεια άρχισε να αναπτύσσεται με συνεχώς επιταχυνόμενους ρυθμούς από το 2000 και μετά. Από την αρχή υπήρξαν κάποιες αντιρρήσεις, το κυρίαρχο αφήγημα όμως εν γένει έπειθε τους πολλούς. Στα μεταμνημονιακά χρόνια η κατάσταση γίνεται ιδιαιτέρως επιθετική και την τελευταία 5ετία έχει λάβει καταιγιστικούς ρυθμούς.

Ταυτοχρόνως όμως αυξήθηκαν και οι αντιδράσεις ενώ όλο και περισσότεροι άρχισαν να καταλαβαίνουν ότι κάτι δεν πάει καλά με όλη αυτή την υπόθεση. Δεν μπορεί να έχει αυξηθεί το τέλος ΑΠΕ (ΕΤΜΕΑΡ) 3500% μέσα σε μία 8ετία, δεν μπορεί να γεμίζουμε α/γ τα βουνά και τα νησιά μας, να σκάβουμε, να τσιμεντώνουμε, να κόβουμε δάση κλπ, να χάνουν την δουλειά τους κτηνοτρόφοι, μελισσοκόμοι ή ενασχολούμενοι με τον εναλλακτικό τουρισμό και όλα αυτά να θεωρούμε ότι είναι καλά, απαραίτητα και ο μόνος δρόμος.

Οι αντιδρώντες πολίτες δυστυχώς δεν έχουν και πολλά μέσα στα χέρια τους. Πολιτικοί και αυτοδιοικητικοί, οικονομικά συμφέροντα και ΜΜΕ στηρίζουν το προαναφερόμενο θεώρημα και παρουσιάζουν τους αντιδρούντες ως γραφικούς, μη προοδευτικούς και ίσως ακόμη και ως φιλικούς προς ακραία συντηρητικούς ηγέτες. Η κυριότερη μέχρι σήμερα θεσμική μορφή αντίδρασης υπήρξε η δικαστική προσφυγή, ιδίως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ).

Οι προσπάθειες αντιμετώπισης των α/π δια της προσφυγής στο ΣτΕ ποτέ δεν ήταν ιδιαίτερα επιτυχείς αλλά πλέον έχει γίνει απελπιστικά αλυσιτελείς μετά από πολύ πρόσφατες αποφάσεις του που αφορούσαν την Νότιο Εύβοια3 (ΣτΕ 47/2018) και την Μάνη (ΣτΕ 1469/2018).

Η Ν. Εύβοια είναι η περισσότερο επιβαρυμένη με α/π (αιολικά πάρκα) περιοχή στην Ελλάδα. Ταυτοχρόνως μεγάλο μέρος έχει εδώ και πολλά χρόνια ενταχθεί στο δίκτυο NATURA 2000. Είναι γεμάτη αρχαιολογικούς χώρους (κάστρα, δρακόσπιτα κα), έχει πανέμορφα φαράγγια4 και αρκετές κορφές βουνών (την Όχη με τις πολλές βραχοκορφές, καταφύγιο ορειβατικό, ένα αρχέγονο καστανόλογγο σε μικρό οροπέδιο στα 1000 περίπου μέτρα υψόμετρο, το πιο γνωστό στην Ελλάδα αρχαίο κτίσμα από αυτά που αποκαλούνται “δρακόσπιτα” κα).

Για την Μάνη τι να πει κανείς. Το τοπίο της Μάνης είναι ιδιαίτερο τόσο ως προς τη φυσική διαμόρφωση όσο και ως προς την αρχιτεκτονική φυσιογνωμία του. Στη Μάνη υπάρχουν πολλοί πέτρινοι πύργοι, 7 κάστρα, πληθώρα αρχαιολογικών χώρων, βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες με εξαίρετες αγιογραφίες. Στην περιοχή βρίσκονται οι 98 από τους 118 οικισμούς της Πελοποννήσου που έχουν χαρακτηριστεί επίσημα παραδοσιακοί, μαζί με πολλά σπήλαια, καλντερίμια και φαράγγια για πεζοπόρους. Τα χωριά της Μάνης διατηρούν την παραδοσιακή αρχιτεκτονική και τον ιδιαίτερο τρόπο ζωής τους5. Και όμως σε προσφυγή ενώπιον του ΣτΕ, της Ελληνικής Ορθολογικής Εταιρείας και 1.196 κατοίκων, με επιδίωξη την προστασία αυτού του μοναδικού ευρωπαϊκά τόπου από την ασύμβατη εγκατάσταση βιομηχανικών α/π η απόφαση του δικαστηρίου ήταν απορριπτική6.

Οι συνθήκες του προβλήματος

Για την αρχική προσέγγιση του θέματος θα δοθούν κάποιες εικόνες που το αφορούν και έρχονται από διάφορες κατευθύνσεις.

Ας ξεκινήσουμε με μία “καλή είδηση” από τον τύπο. Διαβάζουμε στον ιστότοπο ecopress (http://ecopress.gr/?p=15332), αλλά και σε σχεδόν σε όλες τις εφημερίδες: “Για τρίτη συνεχόμενη χρονιά ανανεώθηκε η θητεία του καθηγητή Αρθούρου Ζερβού ως προέδρου του παγκοσμίου Δικτύου Πολιτικής για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας REN 21. Η εκλογή του κ. Αρθούρου Ζερβού έγινε κατά τη διάρκεια των εργασιών του REN21 Academy, στο οποίο συμμετείχαν πάνω από 200 μέλη από 150 οργανισμούς εκπροσωπώντας 80 χώρες, με αντικείμενο την περαιτέρω διείσδυση των ΑΠΕ στους τομείς θέρμανσης, μεταφορών και εξελιγμένων ενεργειακών συστημάτων. Ο Πρόεδρος και το ΔΣ της ΕΛΕΤΑΕΝ συγχαίρουν τον Καθηγητή Αρθούρο Ζερβό για την τρίτη συνεχόμενη επανεκλογή στη θέση του Προέδρου της διοικητικής επιτροπής του Παγκοσμίου Δικτύου Πολιτικής για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας τον 21ο Αιώνα REN21. «Θα συνεχίσω με πείσμα τις προσπάθειες για την υλοποίηση του οράματος για μια παγκόσμια οικονομία βασισμένη σε ΑΠΕ», δήλωσε ο κ. Ζερβός.

Η είδηση αυτή ήδη μας βάζει στο πλαίσιο της διεθνούς σκηνής και των ισχυρών παικτών και τάσεων που το διαμορφώνουν. Αυτό είναι η πρώτη παράμετρος που έχουμε να αντιμετωπίσουμε ενασχολούμενοι με τις ΑΠΕ και ιδίως την αιολική ενέργεια, την πιο διαδεδομένη εξ αυτών.

Η επόμενη σκηνή διαδραματίσθηκε στα μέσα Νοεμβρίου στα δικαστήρια της Χαλκίδας. Πρόκειται για συζήτηση ασφαλιστικών μέτρων, η οποία είχε ως αντικείμενο το κατασκευαζόμενο αυτή τη χρονική περίοδο αιολικό πάρκο στην Βάθεια της Εύβοιας, από την εταιρεία ΤΕΡΝΑ και αφορούσε τον κίνδυνο που διατρέχουν κάτοικοι της περιοχής από την πτώση βράχων εξαιτίας των χωματουργικών έργων που γίνονται κατά την κατασκευή του α/π. Δικηγόροι και δικαστής φαίνονταν να έχουν μικρή σχέση με το τι πραγματικά σημαίνει ένα α/π. Ο δικαστής αρνείτο να δει χάρτη της περιοχής, κάτι που θα τον βοηθούσε να σχηματίσει ευκολότερα και καλύτερα την εικόνα του τόπου. Ο μάρτυρας της εταιρείας στις ερωτήσεις των δικηγόρων των αιτούντων-κατοίκων αρνείτο πεισματικά να απαντήσει. Και μέσα σε αυτή την μάλλον αστεία εικόνα η πιο σημαντική λεπτομέρεια ήταν η ακόλουθη: όταν ασκήθηκαν τα ασφαλιστικά μέτρα (στο τέλος Ιουνίου) το έργο δεν είχε κατασκευασθεί, ήταν σχεδόν στο ξεκίνημά του. Όταν συζητήθηκαν -μετά από μία αναβολή τον Σεπτέμβριο- το έργο έχει σχεδόν αποπερατωθεί. Συνεπώς η επείγουσα περίπτωση ή ο επικείμενος κίνδυνος (αναγκαίες προϋποθέσεις για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων) καθώς και η δυνατότητα για προσωρινή ρύθμιση και προστασία (δηλαδή το αντικείμενο που παρέχεται από τα ασφαλιστικά μέτρα7) έχουν ουσιαστικά παρέλθει. Συνεπώς κατ΄ ουσίαν πλέον λείπει το αντικείμενο της διεξαχθείσας δίκης. Είναι προφανέστατα αναμενόμενο να απορριφθούν στην συνέχεια τα αιτούμενα ασφ. μ. για τους προαναφερθέντες λόγους.8.

Οι δίκες όμως δεν κερδίζονται κατ΄ αυτό το τρόπο και τα περιβαλλοντικά αγαθά ούτε διασώζονται ούτε προστατεύονται.

Μέσα σε τέτοια πλαίσια λίγο ή πολύ διαδραματίζεται η υπόθεση των ΑΠΕ στη χώρα μας. Δηλαδή από την μία μεριά ισχυρότατα οικονομικά, πολιτικά και επιστημονικά συμφέροντα τα προωθούν τοπικά και παγκοσμίως. Και αφετέρου η προάσπιση θεμάτων περιβαλλοντικής υφής ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων διενεργείται κατά τρόπο φτωχό και απογοητευτικό, εξαιτίας ευθυνών που βαρύνουν και την δικαστική εξουσία και τους πολίτες που προσφεύγουν (ή δεν προσφεύγουν) σε αυτήν. Επ’ αυτού όμως αναλυτικότερα και πληρέστερα στην συνέχεια.

Η δικαιολογητική βάση των ΑΠΕ

Ποια όμως είναι η κύρια δικαιολογητική βάση για τις ΑΠΕ; Είναι η υπόθεση της κλιματικής αλλαγής εξαιτίας της αύξησης κυρίως του διοξειδίου του άνθρακος (CO2) και δευτερευόντως ακόμη 5 αερίων στην γήινη ατμόσφαιρα, με αποτέλεσμα την υπερθέρμανση του πλανήτη λόγω του φαινομένου του θερμοκηπίου. Το CO2 έχει δαιμονοποιηθεί τόσο πολύ που για τον μέσο άνθρωπο μοιάζει να είναι κάτι το απόλυτα κακό, κάτι που μόνο η ανθρώπινη δραστηριότητα γεννά κλπ. Ξεχνούν οι περισσότεροι ότι το CO2 είναι ένα από τα βασικά συστατικά αέρια της ατμόσφαιρας. Περιττό να αναφερθεί ότι σε τέτοιες συνθήκες παρασιωπάται ότι οι κύριοι ελεγκτές και παράγοντες απορρόφησης του CO2 είναι τα δάση και εν γένει τα φυτά και κυρίως οι ωκεανοί της γης. Ο μέσος όμως άνθρωπος οδηγείται σιγά-σιγά να πιστεύει ότι τη δουλειά αυτή -δηλαδή τον έλεγχο του CO2- τη κάνουν οι ΑΠΕ.

H αύξηση των αερίων του θερμοκηπίου θεωρείται -κατά την κρατούσα άποψη- μετά βεβαιότητος ανθρωπογενής9. Κύρια πηγή αυτών θεωρείται η καύση των ορυκτών καυσίμων. Χωρίς να μπορεί να αμφισβητηθεί η σε μεγάλο βαθμό η επί μέρους αλήθεια των προηγουμένων, όμως τα τελικά συμπεράσματα και η μεγάλη βεβαιότητα επ’ αυτών, για τον σκεπτόμενο άνθρωπο δημιουργούν απορίες και σοβαρά ερωτήματα. Είναι βέβαιο ότι πέρα από τις αδιαμφισβήτητες τεράστιες επιρροές μας επί του πλανήτη, επιπλέον τις τελευταίες 3 δεκαετίες βιώνουμε μία σημαντική κλιματική διακύμανση. Από εκεί και πέρα όμως μπροστά μας ανοίγετε ο δρόμος της επιστήμης και της γνώσης -μακρύς και δύσκολος- μακριά από συμφέροντα οικονομικά και πολιτικά, για να μπορέσουμε να φθάσουμε στις βεβαιότητες και τις μεθόδους που θα προστατεύσουν το μέλλον μας. Ο δρόμος όμως αυτός μάλλον έχει αποκρυβεί και χαθεί πίσω από μεγάλα συνέδρια, διεθνείς συμφωνίες, πολύπλοκα θεσμικά όργανα, σχεδόν προπαγανδιστική ενημέρωση και βαρύγδουπες δηλώσεις.

Πως μπορεί λοιπόν να αντιμετωπισθεί αυτή η κατάσταση; Και μπορεί να αντιμετωπισθεί εάν όλα τα κυρίαρχα ΜΜΕ, οι διεθνείς οικονομικοί και πολιτικοί φορείς, τα ΗΕ, το μεγαλύτερο μέρος της διεθνούς ακαδημαϊκής κοινότητας κλπ στηρίζουν αναφανδόν τις απόψεις περί ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής, υπερθέρμανσης του πλανήτη και συνακόλουθης αναγκαιότητας των ΑΠΕ;

Κατά τη γνώμη μου η ουσιαστική αντιμετώπιση βρίσκεται στην πραγματική αλήθεια. Την αλήθεια της επιστήμης και του πραγματικού συμφέροντος του συνόλου των μελών των ανθρώπινων κοινωνιών. Την αλήθεια που μπορεί να προσεγγισθεί με κόπο και ιδρώτα, ελεύθερη σκέψη και έντιμη στάση. Μόνο έτσι μπορούν οι εμπλεκόμενοι στο θέμα (που έχει πλανητικές διαστάσεις) να φθάσουν σε κοινό τόπο και να θέσουν τις βάσεις για ένα καλύτερο περιβαλλοντικό μέλλον. Ένα μέλλον με γνώμονα τον άνθρωπο, την εξέλιξη του, την μείωση της ενεργειακής ανάγκης και την προστασία και ανάδειξη του φυσικού περιβάλλοντος. Ο δρόμος αυτός είναι μακρύς και δύσκολος όπως προειπώθηκε, αλλά μπορούμε να τον ακολουθήσουμε.

Περί της κλιματικής αλλαγής

Μπορεί η επιστήμη να έχει φθάσει σε τόσο σαφή, σίγουρα και μονολιθικά συμπεράσματα σε ένα τόσο σύνθετο ζήτημα, όπως αυτό της κλιματικής αλλαγής και της συνακόλουθης αντιμετώπισης του με ναυαρχίδα τις ΑΠΕ, μέσα σε τόσο λίγα χρόνια; Γιατί ουσιαστικά μιλάμε για κάτι που γεννήθηκε στα τέλη του 80 και τις αρχές της δεκαετίας του ’90 και σε λιγότερο από 10 χρόνια είχε εγκαθιδρυθεί ως το κυρίαρχο και πανίσχυρο μοντέλο, το πολιτικώς ορθό, που όποιος το αντιστρατεύεται είναι ύποπτος, ανόητος, με τις δυνάμεις του κακού, φασίστας κλπ.

Αντί να γίνεται λόγος με βεβαιότητα για την κλιματική αλλαγή θα ήταν ορθότερο να γίνεται αναφορά σε θεωρία της κλιματικής αλλαγής. Θέλει πολλά χρόνια10 για την επιβεβαίωση μιας δύσκολης και πολύπλοκης επιστημονικής υπόθεσης ή μιας θεωρίας. Και στην εποχή μας που πολλά από τα επί αιώνες κρατούντα στα μοντέλα των φυσικών επιστημών ταράζονται και αμφισβητούνται το να υποστηρίζεται και να χτίζεται ένα οικονομικό και εν πολλοίς περιβαλλοντικό μέλλον με κάτι τόσο πρόσφατο είναι προφανώς τουλάχιστον αντιεπιστημονικό. Και μάλλον και ύποπτο. Πολλώ δε μάλλον όταν μιλάμε για ένα από τα πιο σύνθετα, πολύπλοκα και πολυπαραγοντικά θέματα του πλανήτη.

Είναι χαρακτηριστικό ότι τις δεκαετίες του 70 και του 80 γινόταν συζήτηση όχι για υπερθέρμανση του πλανήτη αλλά για ψύξη11 του με μία νεότερη μικρή παγετωνική περίοδο12(εικόνες 1-3). Αλλά και σήμερα και πάλι υπάρχουν απόψεις ότι αυτό μπορεί να ξανασυμβεί13 σε ένα όχι και τόσο μακρινό μέλλον, μετά την περίοδο υπερθέρμανσης του πλανήτη λόγω της κλιματικής αλλαγής14. Εν τω μεταξύ ήδη παρουσιάζεται και η θέση ότι ήδη το κλίμα έχει μπει σε περίοδο ψύξης αντί για ανόδου της θερμοκρασίας15 16.

Επίσης ενδιαφέρον έχει να θυμηθούμε ότι το μεγάλο περιβαλλοντικό πρόβλημα στην δεκαετία του 80 ήταν η όξινη βροχή17 (acid rain). To πρόβλημα της όξινης βροχής είχε έντονα απασχολήσει τον δυτικό βιομηχανικό κόσμο. Ως πιθανή αιτία θεωρούντο οι εκπομπές συγκεκριμένων αερίων ρύπων από μεγάλες βιομηχανίες. Τι όμως έγινε στην συνέχεια με το πρόβλημα αυτό; Λύθηκε, εκκρεμεί, ξεπεράστηκε18 ή απλά άλλαξε το επικοινωνιακό βάρος στην διαχείριση ενός περιβαλλοντικού προβλήματος;

Εικ. 1. The Cooling World (“Ο κόσμος που παγώνει” στο περιοδικό NEWSWEEK, 28 Aπρ. 1975)

(πηγή φωτογραφίας: https://longreads.com/2017/04/13/in-1975-newsweek-predicted-a-new-ice-age-were-still-living-with-the-consequences/)

 

Εικ. 2. The Cooling of America (“Το ξεπάγιασμα της Αμερικής” στο περιοδικό TIME, 24 Δεκ. 1979)

πηγή φωτογραφίας: http://content.time.com/time/magazine/0,9263,7601791224,00.html

Εικ. 3. Experts say a new ice age is imminent (“Οι ειδικοί λένε ότι επίκειται μια νέα εποχή των Παγετώνων” στο περιοδικό SCIENCE & MECHANICS, Νοέμβριος 1969)

πηγή φωτογραφίας: http://www.therxforum.com/showthread.php?t=725297&page=51

Μετά λοιπόν τις αμφιβολίες και τις υποθέσεις για ψύχρανση του παγκόσμιου κλίματος των δεκαετιών 70 και 80, το 1988 ιδρύεται η IPCC (The Intergovernmental Panel on Climate Change19) και το 1992 γίνεται η συνδιάσκεψη του Ρίο20. Εκεί τίθεται στα πλαίσια μιας διεθνούς συνθήκης ως σοβαρό παγκόσμιο θέμα η κλιματική αλλαγή. Δεν τίθεται όμως αυτό και μόνο ως σοβαρό περιβαλλοντικό ζήτημα πλανητικής κλίμακας. Είναι ένα ανάμεσα σε άλλα 5 μεγάλα θέματα που η συνθήκη αυτή προβλέπει. Πάρα ταύτα είναι αυτό που στις επόμενες 2 δεκαετίες προβάλλεται, ενισχύεται και καταξιώνεται στη συνείδηση του μέσου ανθρώπου ως ύψιστης σημασίας.

Κατόπιν τα πράγματα ακολούθησαν καταιγιστικό ρυθμό. Η άποψη ότι η κλιματική αλλαγή είναι γεγονός, και ότι είναι ανθρωπογενής, ότι οφείλεται στο φαινόμενο του θερμοκηπίου και αυτό με τη σειρά του στην αύξηση των εκπομπών κυρίως του CO2 και ότι η κύρια λύση είναι η ΑΠΕ έγινε το σύγχρονο ευαγγέλιο, οι ιερές γραφές. Συνακόλουθα ξεκίνησε ο προσηλυτισμός και οι σταυροφορίες και σε επίπεδο οικονομικό και τεχνικό οι ΑΠΕ ανεπτύχθησαν και διείσδυσαν ευρύτατα και συνεχίζουν δριμύτερες σε κάθε γωνιά του πλανήτη.

Ήδη το 1998 υπήρξε μία πρώτη σοβαρή διαμαρτυρία εκ μέρους Γερμανών ακαδημαϊκών, το λεγόμενο Μανιφέστο του Darmstadt21, που εξέθεταν την ανησυχία και διαφωνία τους για την καταστροφή του περιβάλλοντος τις Γερμανίας από τα αιολικά πάρκα.

Τα α/π στην Εύβοια

Από το 1999 αρχίζει η κατασκευή και επέκταση των α/π στην Καρυστία της Εύβοιας. Παρά τις αντιδράσεις του ΣΠΠΕΝΚ (Σύλλογος Προστασίας Περιβάλλοντος Νότιας Καρυστίας22) και την προσπάθειά του ενημέρωσης του τοπικού πληθυσμού, παρά το γεγονός ότι η περιοχή είχε ήδη ενταχθεί στο δίκτυο NATURA 2000, η Νότια Εύβοια έφθασε μέσα σε λιγότερο από 15 χρόνια να έχει γίνει η πιο επιβαρυμένη23 με α/π περιοχή της Ελλάδας24(εικόνα 4). Και σήμερα όχι μόνο αυτό δεν έχει σταματήσει, αλλά αντίθετα, σαν το κώνειο απλώνεται προς το υπόλοιπο σώμα του νησιού, προς τα βόρεια, αφού ήδη έχουν εγκατασταθεί α/γ στην Κορασίδα (περιοχή Αυλωναρίου) και μέσα στους 5 τελευταίους μήνες στην Βάθεια (Αμάρυνθος, στις περιοχές Σερβούνι25 και Κοτύλαιο).

Εικ. 4. Αιολικοί Σταθμοί στη Νότια Εύβοια

πηγή φωτογραφίας: https://www.ochi.gr/en/node/56

Την ίδια περίοδο έγινε απόπειρα από αμφιλεγόμενο επιχειρηματία να εγκατασταθεί α/π στη Κύμη. Με επιχειρήματα τόσο “αεριτζίδικα” όπως ότι έτσι θα αυξηθεί ο τουρισμός γιατί θα έρχονται να δούνε τις α/γ. Η αυτοδιοίκηση υπήρξε αρχικά θετική. Μετά από συγκροτημένη αντίδραση πολιτών, με επιχειρήματα και επιστημονικό λόγο τελικά ομόφωνα το τότε Δημοτικό Συμβούλιο (περίοδος 2001-2002) είχε απορρίψει την δημιουργία α/π στη Κύμη. Επίσης είναι ιδιαίτερα σημαντικό ότι το Δημοτικό Συμβούλιο του τότε Δήμου Κύμης είχε και σε μεταγενέστερη χρονική στιγμή διακηρύξει την μη αποδοχή εγκατάστασης α/π στην Κύμη, ομοίως είχε αρνηθεί και την εγκατάσταση θαλάσσιων α/π στον κόλπο της Κύμης. Στην περιοχή δημιουργήθηκε ο ΣΔΑΠΠΕ ΚΥΜΗΣ (Σύλλογος Δασοπροστασίας και Προστασίας Περιβάλλοντος Κύμης) που έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην υπόθεση της αντίδρασης κατά των α/π26. Οι κάτοικοι της περιοχής υπέγραψαν και κοινοποίησαν Διακήρυξη για το περιβάλλον της περιοχής τους το 2007-200827.

Τίποτε και κανείς όμως δεν παρέχει προστασία και σιγουριά στις σημερινές συνθήκες. Αρκεί να κοιτάξει κανείς τους χάρτες της ΡΑΕ. Σχεδόν και στο καταφύγιο της Δίρφυς, στα ριζά της κορυφής, αιτούνται άδειες εγκατάστασης α/π.

Η δεκαετία του 2000

Θα μπορούσε να ονομασθεί για το συζητούμενο θέμα η σιωπηλή δεκαετία ή η υπόγεια δεκαετία. Γιατί; Γιατί ουσιαστικά διεξήχθη ένας υπόγειος πόλεμος ή επιεικώς μιλώντας μία ισχυρή αντιπαράθεση ανάμεσα από την μια μεριά στις απόψεις τις ενισχυτικές28 των ΑΠΕ και ιδίως των α/π και από την άλλη των τοπικών κοινωνιών και αρχικά των λίγων που τοποθετήθηκαν αρνητικά ενωρίς για το ζήτημα, λόγω των μεγάλων λοιπών περιβαλλοντικών επιπτώσεων και της αμφίβολης ενεργειακής ωφελιμότητας της αιολικής ενέργειας.

Η πολιτεία χαρακτηρίζεται ως προς την συμπεριφορά της από κάποια αμφιθυμία. Η κρατούσα θέση είναι υπέρ των ΑΠΕ29. Το ίδιο είναι σε γενικές γραμμές και η θέση των media. Όμως από το αιολικό λόμπι30 συνεχώς ακούγονται διαμαρτυρίες για καθυστερήσεις, πολυνομία, δυσκολία υπέρμετρη αδειοδοτήσεων κλπ. Πρωτοπόροι στη προώθηση είναι η Greenpeace, η ΕΛΕΤΑΕΝ, ο Ελληνικός Σύνδεσμος Επενδυτών ΑΠΕ, η Μονάδα Ανανεώσιμων Ενεργειακών Πόρων του ΕΜΠ κα. Με επιχειρήματα που από ένα σημείο και πέρα είναι απλά επαναλαμβανόμενα αλλά προωθούνται ισχυρά από ΜΜΕ και πληθώρα φορέων και οργανώσεων σιγά-σιγά όλοι σχεδόν πείθονται για την μεγάλη ανάγκη (αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής), τον κακό παράγοντα (CO2), την απόλυτα ορθή λύση (ΑΠΕ) και την υστέρηση της Ελλάδας στον τομέα (λόγω πολλών αδειοδοτικών διαδικασιών ή μη ικανοποιητικών χρηματοδοτικών εργαλείων). Αναγκαίο για την προώθηση των ΑΠΕ είναι πάντοτε και ένα ευρύτερο και πολυπλοκότερο δίκτυο υψηλής τάσης. Για το λόγο αυτό επίσης ασκήθηκαν πιέσεις και ελήφθησαν νομοθετικά μέτρα τη δεκαετία του 2000.

Την ίδια περίοδο συνεχίστηκαν και μπορεί να ειπωθεί ολοκληρώθηκαν τα αναγκαία βήματα προς την πλήρη απελευθέρωση της ηλεκτρικής αγοράς, που αρχικά ρυθμίσθηκε με το νόμο Ν. 2773/99 (Τεύχος ΦΕΚ Α’ 286/22-12-99): «Απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας-Ρύθμιση θεμάτων ενεργειακής πολιτικής και λοιπές διατάξεις.» Δέλεαρ για τους καταναλωτές στην απελευθερωμένη ηλεκτρική ενέργεια ήταν η μείωση του κόστους του ηλεκτρικού ρεύματος. Περιττό να ειπωθεί ότι κάποια χρόνια μετά όλοι γνωρίζουμε ότι το ηλεκτρικό ρεύμα στη χώρα μας έχει υπέρμετρα ακριβύνει και ανάμεσα στα άλλα οικονομικά προβλήματα αντιμετωπίζουμε και την ενεργειακή φτώχεια.

Την δεκαετία του 2000 είναι ακόμη ισχυρή η συμβολή του ΣτΕ, δια του Ε’ Τμήματός του στην διαμόρφωση νομολογικών και εννοιολογικών εργαλείων για την ευρεία προστασία του περιβάλλοντος. Οι βάσεις είχαν τεθεί την προηγούμενη δεκαετία, κυρίως επί της προεδρίας του Μιχ. Δεκλερή31 (Αντιπρόεδρος και Πρόεδρος του Ε΄ Τμήματος κατά την δεκαετία 1990-1999).Το Ε΄ Τμήμα του ΣτΕ με την πλούσια νομολογία του έχει αποτελέσει ξεχωριστή πηγή δικαίου για την ελληνική έννομη τάξη. Παρά το γεγονός ότι η νομολογία αυτή δεν είναι δεσμευτική έχει συμβάλλει στη διαμόρφωση και επεξεργασία μιας σειράς αρχών όπως, η αρχή της βιωσιμότητας, η αρχή της βιοποικιλότητας, η αρχή της ήπιας αναπτύξεως ευπαθών οικοσυστημάτων, η αρχή της πολιτιστικής κληρονομιάς, η αρχή του βιώσιμου αστικού περιβάλλοντος. Κατάσταση που μάλλον πλέον ανήκει στο παρελθόν.

Στη διεθνή σκηνή οι παλινδρομήσεις είναι λίγες. Γίνονται διεθνείς συνδιασκέψεις, συνεχώς τίθενται νέοι και πιο φιλόδοξοι στόχοι υπέρ των ΑΠΕ από ΕΕ, ΟΗΕ κλπ. Η κλιματική αλλαγή γίνεται το κύριο επιστημονικό και περιβαλλοντικό αφήγημα και οι ΑΠΕ το “ιερό δισκοπότηρο”. Παρουσιάζονται ως ο τέλειος τρόπος αντιμετώπισης του προβλήματος. Σε γενικές γραμμές θα μπορούσε να ειπωθεί ότι θέλουν να πείσουν ότι είναι ή μόνη λύση.

Εντός του αφηγήματος των ΑΠΕ τα α/π και οι α/γ (ανεμογεννήτριες) είναι η κορωνίδα. Το ισχυρότερο λόμπι, η πιο διαδεδομένη εικόνα. Σε όλες τις φιλοπεριβαλλοντικές εικονογραφήσεις32 βλέπουμε το γνώριμο σχήμα της α/γ -ένας ψηλός μεταλλικός πυλώνας με μία τριπλή έλικα. Τείνει να γίνει το πιο αναγνωρίσιμο σύμβολο. Το σύμβολο που υπόσχεται τη λύση, τη σωτηρία.

Είναι όλοι σύμφωνοι με τα α/π και τις α/γ;

Στην κυρίαρχη κατάσταση που εν συντομία περιγράφηκε προηγουμένως υπάρχουν και κάποιοι που αντιστέκονται. Ίσως όχι πολλοί για το σύνολο της χώρας. Όμως με σαφώς αυξητική τάση και κυρίως, για όσους με συνέπεια αντιδρούν στο κυρίαρχο μοντέλο ΑΠΕ και α/π, αυτό που θα πρέπει να τους αναγνωρισθεί είναι η συνεχής προσπάθεια για σοβαρή και επιστημονική αντιμετώπιση του ζητήματος. Δυστυχώς όμως τα ΜΜΕ τους αποφεύγουν και “σνομπάρουν” και η αντίθετη πλευρά (το αιολικό λόμπι) τους συκοφαντεί ως γραφικούς, ύποπτους, ακόμη και ως υπερασπιστές των συμφερόντων των πετρελαϊκών εταιρειών ή του Τραμπ.

Βεβαίως τίποτε από αυτά δεν έχει την παραμικρή σχέση με την πραγματικότητα.

Κάνοντας μία σοβαρή σύνοψη των βασικών θέσεων γύρω από τις οποίες επικεντρώνεται η αντίδραση και αντίλογος στο κυρίαρχο μοντέλο των ΑΠΕ, θα διακρίνουμε τις εξής:

  1. ΝΑΙ υπάρχει μεγάλο και σοβαρό θέμα ίσως και πρόβλημα ως προς το παγκόσμιο κλίμα. Όμως η εξαγωγή σίγουρων και αδιαμφισβήτητων συμπερασμάτων επ’αυτού δεν είναι εύκολη και χρειάζεται ακόμη πολύ και αντικειμενική δουλειά.

  2. ΝΑΙ πρέπει να αγωνιστούμε για βελτίωση της υφιστάμενης κατάστασης και για βελτίωση της.

  3. ΟΧΙ όμως: οι παρουσιαζόμενες ΑΠΕ και ιδίως το κομμάτι που εδώ μας απασχολεί, τα α/π ΔΕΝ είναι η μαγική λύση.

  • Και μάλιστα όχι μόνο δεν είναι η μαγική λύση, αλλά αντιθέτως δημιουργούν περισσότερα προβλήματα από αυτά που επιλύουν:

  • Καταστρέφουν δάση, δασικές εκτάσεις, θαμνότοπους, περιοχές μακίας βλάστησης κλπ.

  • Αλλοιώνουν και υποβαθμίζουν τα βουνά μας (πχ εκσκαφές, κατακρημνίσεις και συμβολή στην ερημοποίησή τους).

  • Προκαλούν υποβάθμιση έως και απώλεια οικοτόπων και οικοσυστημάτων.

  • Δημιουργούν μεγάλο πρόβλημα σταθερότητας και ασφαλείας στο ηλεκτρικό δίκτυο της χώρας.

  • Επιβαρύνουν πολυεπίπεδα την πραγματική οικονομία και τα συμφέροντα των καταναλωτών33.

  • Προκαλούν αύξηση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος μέσω του λεγόμενου παλιότερα τέλους ΑΠΕ και πλέον ΕΤΜΕΑΡ κατά 20-25%.

  • Αναλώνουν κεφάλαια κονδυλίων της ΕΕ σε επιδοτήσεις, ενώ αυτά θα μπορούσαν να ενισχύσουν άλλους κλάδους της οικονομίας.

  • Ενισχύουν επιχειρηματικά και οικονομικά συμφέροντα που πιθανά και μάλλον προφανώς ο τρόπος λειτουργίας τους εντός της αγοράς δημιουργεί συνθήκες μονοπωλίων, καρτέλ και αν όχι τα προηγούμενα πάντως σίγουρα σοβαρών στρεβλώσεων34.

Προσφυγή στη Δικαιοσύνη

Παρ’ όλα αυτά και μέσα σε όλα αυτά κάποιοι αγωνίζονται για λύσεις και σωτηρία του φυσικού περιβάλλοντος. Και στα πλαίσια αυτά απευθύνονται στην ελληνική Δικαιοσύνη. Και προσδοκούν από εκεί παρέμβαση, ρύθμιση, προστασία και εν τέλει δικαίωση.

Το ερώτημα που τίθεται είναι εάν τα αποτελέσματα ενώπιον της Δικαιοσύνης είναι τα επιθυμητά, εάν είναι σε τελική ανάλυση καλά ή όχι για τους προσφεύγοντες και επιδιώκοντες κάποιο είδος προστασίας από την άναρχη, αντιπεριβαλλοντική και πολλαπλά προβληματική επέκταση των α/π.

Η απάντηση στο ερώτημα αυτό -κατά την προσωπική μου άποψη- είναι ότι τα αποτελέσματα από την προσφυγή στη δικαιοσύνη είναι από πενιχρά έως απογοητευτικά.

Γιατί η προσφυγή στη δικαιοσύνη δεν αποδίδει σημαντικά θετικά αποτελέσματα

Μπορούμε να διακρίνουμε δύο παράγοντες στην διαμόρφωση της παραπάνω αρνητικής απαντήσεως:

Ι) Την δικαστική εξουσία, την ίδια τη δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της.

ΙΙ) Τους πολίτες συνολικά, είτε προσφεύγοντες στη δικαιοσύνη είτε όχι.

Ως προς την δικαστική εξουσία

Οι εξηγήσεις επί του πρώτου εκ των ανωτέρω έχουν εν συντομία ως εξής και κατά βάσιν μας οδηγούν ενώπιον τριών ζητημάτων – ερωτημάτων (και πολλών άλλων επί μέρους ερωτήσεων και αποριών):

Α) Περιμένουμε από τους δικαστές που ζουν και λειτουργούν εντός αυτής της κοινωνίας και εντός αυτών των τρεχουσών και κρατουσών αντιλήψεων να διαφοροποιηθούν κατά τρόπο ρηξικέλευθο; Δηλαδή περιμένουμε να ψάξουν βαθύτερα, ουσιαστικότερα και εν τέλει επιστημονικότερα (ως προς τις περιβαλλοντικές επιστήμες) τα ζητήματα που τίθενται;

Αυτό θα σήμαινε εντρύφηση στην υπόθεση της κλιματικής αλλαγής, των ζητημάτων παραγωγής και παροχής ηλεκτρικής ενέργειας, των αξιών που εμπεριέχονται στο φυσικό κεφάλαιο και στην αξία της Φύσης ως Όλου και ως κοινού πανανθρώπινου αγαθού. Αυτό επίσης θα σήμαινε γνώσεις και αντίληψη εννοιών όπως σταθερότητα ηλεκτρικού δικτύου, σημασία των ηλεκτρικών διασυνδέσεων, κόστη παραγωγής και τιμές πώλησης του ηλεκτρικού ρεύματος, LCOE κ.α.π. Επίσης εξοικείωση με την απελευθερωμένη αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και τις προοπτικές των διακρατικών και διευρωπαϊκών διασυνδέσεων.

Θα απαιτούσε όμως κυριότερα γνώση και πιο πολύ αντίληψη εννοιών όπως οικοσυστημική αξία, αλληλοσύνδεση και αλληλεξάρτηση οικοτόπων, πολυπλοκότητα και ευθραστότητα των ζώντων οργανισμών. Και ακόμη ερημοποίηση, ιδιαιτερότητες της παραμεσόγειας βλάστησης, και ξεχωριστός γεωγραφικός χαρακτήρας μιας χώρας όπως η Ελλάδα, ταυτόχρονα εκπληκτικά ορεινής και αρχιπελαγικής. Τέλος ας τονισθεί ότι ο Έλληνας δικαστής πρέπει να θυμάται ότι ζει και δικαιοδοτεί στο πλουσιότερο από πλευράς πανίδας35 και χλωρίδας σημείο της Ευρώπης36.

Δυστυχώς με όλα τα προηγούμενα ο μέσος Έλληνας δικαστής δεν έχει ιδιαίτερα καλή σχέση. Κάτι που ως ένα βαθμό είναι απολύτως φυσιολογικό, λόγω της ευρύτητας και πολυπλοκότητας των ζητημάτων αυτών. Αφού τα δύο κύρια αντικείμενα, που είναι η ενέργεια και το περιβάλλον είναι μεν από τα σημαντικότερα και απολύτως απαραίτητα για τη ίδια τη ζωή μας, ταυτοχρόνως όμως απίστευτα σύνθετα, πολυπαραγοντικά, σχεδόν χαοτικά και εν τέλει πολύ δύσκολα και επίπονα για την επιστημονική κατάκτησή τους.

Β) Τίθεται όμως και ένα άλλο ερώτημα συναφές με το θέμα: Μπορεί η ελληνική δικαιοσύνη να θέσει σε ριζικά ορθότερο δρόμο την ελληνική διοίκηση; Και στο ερώτημα αυτό οδηγούμαστε γιατί κατά βάσιν η προσπάθεια για αντιμετώπιση των α/π γίνεται ενώπιον του ΣτΕ. Δηλαδή ενώπιον του ανώτερου δικαστηρίου που έχει ως κύριο αντικείμενο τις διοικητικές υποθέσεις37. Έχει όμως βελτιωθεί η ελληνική διοίκηση λόγω της διοικητικής δικαιοσύνης;

Το ερώτημα είναι βεβαίως σε μεγάλο βαθμό ρητορικό. Προσωπική μου πεποίθηση όμως είναι ότι η ελληνική διοίκηση είναι ο μεγάλος ασθενής του κράτους και ότι και να κάνει η δικαιοσύνη σίγουρα δεν μπορούν να γίνουν θαύματα, Για να θεραπευθεί κάποιος, πρώτος όρος είναι η επιθυμία του και δεύτερος όρος είναι η συνεργασία του. Και τα δύο αυτά σε γενικές γραμμές λείπουν από την ελληνική διοίκηση.

Συνεχίζοντας τις σκέψεις για διόρθωση και σωτηρία από τα λάθη -ουσιαστικά πρόκειται για συλλογικά εγκλήματα- μπορούμε να ρωτήσουμε: Γιατί δεν σώθηκε η Ελλάδα και στα ζητήματα αστικής ανάπτυξης, πολεοδόμησης, οικοπεδοποίησης και αυθαίρετης δόμησης, γιατί παρά τις χιλιάδες νομοθετικών ρυθμίσεων και δεκάδες χιλιάδες αποφάσεις δικαστηρίων τελικά βρισκόμαστε με το 95% των αστικών ιστών κατεστραμμένων ή υπέρμετρα αντιλειτουργικών και απάνθρωπα άσχημων;

Γ) Το τελευταίο μεγάλο ζήτημα-ερώτημα που γεννάται είναι η ακόλουθη σκέψη: Η δικαιοσύνη δεν ενεργεί μόνη της. Ενεργεί και δρα μέσα στα πλαίσια ενός τριπλού συστήματος, που περιλαμβάνει και την νομοθεσία και την κυβέρνηση. Κάτι σαν την τριπλή πτερωτή έλικα των α/γ. Και όπως η έλικα της α/γ δεν μπορεί να λειτουργήσει όταν είτε λείπει, είτε είναι ελαττωματικό ένα από τα πτερύγια, ομοίως και η δικαιοσύνη χάνει την ικανότητά της για καλή λειτουργία όταν πάσχει κάποιο από τα άλλα δύο. Συνεπώς οι δυσλειτουργίες της νομοθετικής και της εκτελεστικής εξουσίας έχουν άμεση επίπτωση και στην δικαιοσύνη. Δεν μπορεί να έχεις κακούς ή προβληματικούς νόμους και καλή δικαιοσύνη38. Δεν μπορεί να έχεις απείθαρχες, κακότροπες και κουτοπόνηρες κυβερνήσεις και διοίκηση και ταυτοχρόνως καλή δικαιοσύνη. Δεν μπορεί η εκτελεστική εξουσία να παραβιάζει ή να μην σέβεται δικαστικές αποφάσεις και να περιμένουμε αποδοτική δικαιοσύνη. Δεν μπορεί να διαπλέκεται η κυβέρνηση με τους ανώτατους δικαστές (έστω και σε μεμονωμένα περιστατικά) και να αναμένουμε σεβασμό και αποδοχή του δικαστή και του δικαιοδοτικού του ρόλου από τον απλό πολίτη, από τον λαό.

Εν τελική αναλύσει, δεν μπορεί να αλλοιώνεται ο πυρήνας των συνταγματικών ρυθμίσεων που έχει περιβαλλοντικό σκοπό, μέσα από θεσμικά επινοήματα, νόμων, υπουργικών αποφάσεων, ειδικών χωροταξικών πλαισίων ή προσαρμογών στο ευρωενωσιακό δίκαιο και να πιστεύουμε ακόμη ότι οι κρίνοντες δικαστές θα σταθούν στο πλευρό της πραγματικής περιβαλλοντικής προστασίας και όχι της εικονικής που διαμορφώνεται μέσα από όλα αυτά.

Ως προς τους πολίτες

Όπως αναφέρθηκε αρχικά, ο δεύτερος παράγων που επιδρά αρνητικά στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιουργούν τα α/π, είναι οι ίδιοι οι πολίτες, συνεπώς κατά κάποιον τρόπο είμαστε όλοι εν δυνάμει υπεύθυνοι για το πρόβλημα που υπάρχει και κάθε χρόνο που περνά κακοφορμίζει και περισσότερο.

Γιατί; Ποιοι είναι συγκεντρωτικά και περιληπτικά οι λόγοι;

α) Στις περισσότερες των περιπτώσεων οι πολίτες δεν κάνουν χρήση των έννομων μέσων που υπάρχουν. Ή για να είμαστε πιο ακριβείς λίγοι κάνουν λίγα και για λίγο. Δηλαδή λίγοι πολίτες, κάνουν λίγα πράγματα και σε λίγες μόνο περιπτώσεις.

Έτσι όμως δεν μπορεί να δημιουργηθούν συνθήκες για αντιμετώπιση του προβλήματος.

Ειδικότερα:

β) Δεν μπορεί μόνο μια τρομερά μικρή μειοψηφία πολιτών να ενεργοποιείται και να δρα, να αναλαμβάνει το οικονομικό και ακόμα σοβαρότερα το προσωπικό κόστος που απαιτούν αυτές οι υποθέσεις και ταυτοχρόνως να περιμένουμε ότι θα προχωρήσουμε σε λύσεις ή έστω σε σημαντική βελτίωση.

γ) Ούτε μπορεί όλα να λυθούν στο ΣτΕ. Ή να λυθούν από το ΣτΕ. Τότε τι ρόλο έχει η αστική δικαιοσύνη ή η ποινική δικαιοσύνη ή οι εξωδικαστικές πράξεις που μπορεί να έχουν νομικό αντίκτυπο; Πχ Εξώδικα, Αιτήσεις προς αρμόδιες υπηρεσίες, Συμμετοχή σε διαβουλεύσεις και συλλογικά όργανα, υποβολή εντύπων όπως το Δ11 (Έντυπο απόψεων ενδιαφερομένου κοινού επί της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων έργου ή δραστηριότητας – κατηγ. Α’ για τη διαδικασία δημόσιας διαβούλευσης39) κλπ.

Επισημαίνεται ιδίως ότι το δικαίωμα αναφοράς προς τις υπηρεσίες (ενν. οι δημόσιες υπηρεσίες, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης και τα ν.π.δ.δ) και η υποχρέωση αυτών να ανταποκριθούν είναι κατοχυρωμένο σύμφωνα με το α. 10 του Συντάγματος40. Στο προηγούμενο δικαίωμα περιλαμβάνεται και η παροχή πληροφοριών -κάτι προφανέστατα απαραίτητο έως και πολύτιμο σε περιβαλλοντικά ζητήματα41.

δ) Ειδικά η περιβαλλοντική πληροφόρηση -πέραν των προαναφερομένων και γενικά ισχυόντων- είναι υποχρέωση του κράτους θεσμικά κατοχυρωμένη στο εσωτερικό δίκαιο αλλά και στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (κοινοτ. Οδηγ. 90/313/ΕΟΚ, μάλιστα τα κράτη μέλη υποχρεώνουν τις δημόσιες αρχές να χορηγούν πληροφορίες για το περιβάλλον σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, χωρίς το πρόσωπο αυτό να πρέπει να αποδεικνύει συμφέρον).

ε) Τελικά οι υποθέσεις που φθάνουν στο στάδιο της δικαστικής διερεύνησης είναι λίγες (φυσικά με εκπληκτικά λιγότερα θετικά αποτελέσματα), ενώ εδώ και 18 χρόνια ζούμε με συνεχώς αυξανόμενη ένταση και σοβαρότητα το πρόβλημα. Στα μεταμνημονιακά έτη έχει λάβει όχι απλώς μεγάλες και σοβαρές διαστάσεις, αλλά έχει προσλάβει τα χαρακτηριστικά μιας τραγωδίας για το ελληνικό περιβάλλον και πολιτισμό. Όμως εν τελική αναλύσει είναι πολύ λίγες οι περιπτώσεις που πολίτες, ΜΚΟ, θεσμικοί φορείς κλπ ασχολούνται και επιλέγουν και στηρίζουν τον δικαστικό αγώνα ή την σοβαρή νομική αντιμετώπιση.

Για το λόγο αυτό αναμενόμενο είναι και η αντιμετώπιση εκ μέρους της δικαστικής εξουσίας να είναι αυτή που ταιριάζει σε κάτι που πιθανότατα για τον μέσο δικαστή δεν αποτελεί σημαντικό ζήτημα, δεν είναι επιτακτικό αίτημα της ελληνικής κοινωνίας, δεν εγγίζει τον ευρύ πληθυσμό ή αυτοί που το θίγουν είναι ίσως υπερβολικοί, περίεργοι, κόντρα στα διεθνή δεδομένα κλπ.

στ) Τελευταία σκέψη-σχόλιο στην θέση-στάση των πολιτών για το ζήτημα είναι τούτο: η αντιμετώπιση των ΑΠΕ γενικά και των α/π ειδικά και των εξ αυτών προβλημάτων δεν συγκινούν και τον κύριο όγκο των περιβαλλοντικών οργανώσεων, των οικολόγων και των αυτοπροσδιοριζόμενων ως κομμάτων της οικολογίας. Όλοι αυτοί κυρίως είναι από ένθερμοι οπαδοί και υποστηρικτές των ΑΠΕ έως σκεπτικιστές. Κρίμα βεβαίως -γιατί χωρίς φυσικά να αμφισβητείται δυνατότητα για διαφορετική άποψη και θέση- όμως συνήθως η θέση όλων αυτών πάσχει σε ένα σοβαρότατο επίπεδο: Ξεχνούν ότι η οικολογία είναι ολιστική και ότι η πραγματική αειφορία και βιωσιμότητα δεν μπορεί να υπάρχουν όπου ενεργούμε με τρόπους αποδεδειγμένα προβληματικούς42 εάν όχι και απελπιστικά λανθασμένους43.

Επίλογος

Τι κάνουμε λοιπόν αφού αυτές είναι οι συνθήκες; Τι μπορεί να γίνει μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο; Δεν μπορώ να πω ότι ξέρω με σιγουριά. Προτείνω όμως, όλοι όσοι πράγματι ενδιαφέρονται για το περιβάλλον, την ζωή και την βελτίωση της ποιότητάς της να συνεχίσουν την προσπάθεια και τον αγώνα, να γίνουν περισσότερο μεθοδικοί και συστηματικοί και κυρίως οι σκοποί τους να διακρίνονται από την επιδίωξη της αλήθειας και της πραγματικής και βαθύτερης γνώσης. Αν αυτά γίνουν οι κοινές αρχές και βάσεις όλων των εμπλεκομένων στα περιβαλλοντικά ζητήματα, τότε και μόνον μπορούμε να προσδοκούμε καλύτερες μέρες.

Η δικαιοσύνη μέσα σε αυτές τις συνθήκες πρέπει να ανέλθει στο ύψος που οφείλει ερευνώντας, προχωρώντας πέρα από τα συνήθη και τις τυπικότητες, στηριζόμενη σε γρηγορούσες συνειδήσεις, πρωτοπορώντας και ανοίγοντας δρόμο για ένα γνήσια βιώσιμο και αειφορικό μέλλον.

Δράση λοιπόν πολυεπίπεδη με κουράγιο και καρτερία και με γνώμονα το καλύτερο για τις ανθρώπινες κοινωνίες και για τη φύση. Με την επιστήμη συνοδοιπόρο αλλά όχι υποκριτικό οδηγό.

Επιπλέον όλων αυτών για εμάς τους ορειβάτες υπάρχουν και ιδιαίτεροι λόγοι για αυτή την προσπάθεια την εργώδη και δύσκολη. Μέχρι τώρα λένε ότι όταν ρωτούν τους ορειβάτες γιατί ανεβαίνετε σε αυτά τα βουνά, σε αυτές τις κορφές (που μπορεί υπονοείται να είναι από κοπιαστικό έως επικίνδυνο) η απάντηση ήταν: “Γιατί υπάρχουν”.

Λοιπόν στην καινούργια ερώτηση που οι μέρες που ζούμε έχουν προκαλέσει: “Γιατί υπερασπίζεστε τα βουνά;”, η απάντησή μας, εμάς των ορειβατών, είναι: “Γιατί υπάρχουν και θέλουμε να υπάρχουν”.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Νόμοι

Παρατίθενται μερικά νομοθετικά κείμενα (ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για τα προηγούμενα) και ιστότοποι για την πρόσβασή τους:

Ν. 2773/99 (Τεύχος ΦΕΚ Α’ 286/22-12-99): «Απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας-Ρύθμιση θεμάτων ενεργειακής πολιτικής και λοιπές διατάξεις.»

Πράξεις τροποποίησης:
Ν. 3426/05 (Τεύχος ΦΕΚ Α’ 309/22-12-05): «Επιτάχυνση της διαδικασίας για την απελευθέρωση της αγοράς της ηλεκτρικής ενέργειας.»
Ν. 3175/03 (Τεύχος ΦΕΚ Α’ 207/29-08-03): «Αξιοποίηση του γεωθερμικού δυναμικού, τηλεθέρμανση και άλλες διατάξεις.»
Ν. 2941/01 (Τεύχος ΦΕΚ Α’ 201/12-09-01): «Απλοποίηση διαδικασιών ίδρυσης εταιρειών, αδειοδότησης ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, ρύθμιση θεμάτων της Α.Ε. «ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ» και άλλες διατάξεις.»
Ν. 2837/00 (Τεύχος ΦΕΚ Α’ 178/03-08-00): «Ρύθμιση θεμάτων Ανταγωνισμού Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, Τουρισμού και άλλες διατάξεις.»

ΝΟΜΟΣ 3468/2006 – ΦΕΚ 129/Α’/27.6.2006 Παραγωγή Ηλεκτρικής Ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και Συμπαραγωγή Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης και λοιπές διατάξεις.

Ειδικό Χωροταξικό ΑΠΕ

Αριθμ. 49828. Έγκριση ειδικού πλαισίου χωροταξικού σχεδιασμού και αειφόρου ανάπτυξης για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και της στρατηγικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων αυτού.

ΦΕΚ Β’ 2467/3-12-08

http://www.ypeka.gr/LinkClick.aspx?fileticket=zkMN5DrZKKo%3D&tabid=513

Πρωτόκολλο του Κιότο

https://el.wikisource.org/wiki/%CE%A0%CF%81%CF%89%CF%84%CF%8C%CE%BA%CE%BF%CE%BB%CE%BB%CE%BF_%CF%84%CE%BF%CF%85_%CE%9A%CE%B9%CF%8C%CF%84%CE%BF

Άλλες αναφορές:

  1. Global cooling στη Wikipedia

  2. Τα αρχεία του περιοδικού ΤΙΜΕ στο διαδίκτυο (http://time.com/vault/)

  3. Is This Time Magazine Cover About ‘Global Cooling’? στο https://www.snopes.com/fact-check/time-magazine-cover-global-cooling/

  4. 1988-2008: Climate Then and Now στο https://dotearth.blogs.nytimes.com/2008/06/23/1988-2008-climate-then-and-now/

  5. “To The Horror Of Global Warming Alarmists, Global Cooling Is Here” στο https://www.forbes.com/sites/peterferrara/2013/05/26/to-the-horror-of-global-warming-alarmists-global-cooling-is-here/#d7696464dcf5

Υποσημειώσεις:

1Όλοι μας έχουμε προσωπικό βίωμα της κατάντιας των ελληνικών πόλεων με προεξάρχουσα την Αθήνα Ενδεικτικά, έχω στο παρελθόν αποκαλέσει την πόλη της Χαλκίδας πόλη – άπολη. Για την έννοια του άπολις βλ. σε λεξικό Δημητράκου. Και όμως δεν ήμουν ακραίος στον χαρακτηρισμό μου. Γνωρίζω την περίπτωση του αρχιτέκτονα, θεολόγου και συγγραφέα Ιωσήφ Ροηλίδη που αυτοεξορίσθηκε στην Φιλανδία μη αντέχοντας την κατάντια της συγκεκριμένης πόλεως. Βλ. σχετ. το βιβλίο του με τίτλο “Για την πόλη που χάθηκε” εκδόσεις Μanifesto 2014.

2 Στην Κύθνο το 1982 έγινε το πρώτο α/π της Ευρώπης. Με 5 α/γ x 20 KW. Αναβαθμίσθηκε το 1990με α/γ x 33 KW. ΤΑ ΝΕΑ 16-17/9/2006.

3Η περίληψη της αποφάσεως και βασικές σκέψεις στο Νόμος + Φύση (https://nomosphysis.org.gr/17420/ste-47-2018-nomimi-perivallontiki-adeiodotisi-aspie-sti-notia-eyvoia/). Εδώ δειγματοληπτικά απομονώνονται δύο από τις σκέψεις της αποφάσεως: “Ότι στη διαδικασία της δημόσιας διαβούλευσης, μπορούσαν και έπρεπε να έχουν υποβληθεί στη Διοίκηση αντιρρήσεις” και ότι “η χρήση του αιολικού δυναμικού για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, με αντίστοιχο περιορισμό της ενέργειας που παράγεται από ορυκτά, αποβλέπει στην προστασία του περιβάλλοντος με τη μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου και την αποτροπή της αλλαγής του κλίματος¨. Βλ επίσης στοιχεία για το έργο που αφορά η εν λόγω απόφαση στη Ναυτεμπορική 31/1/18, στο “ΣτΕ: «Πράσινο» στην Enel για αιολικά” (https://www.naftemporiki.gr/finance/story/1316636/ste-prasino-stin-enel-gia-aiolika).

4Το φαράγγι του Δημοσάρι είναι από τα ομορφότερα στην Ελλάδα και διασχίζεται από παλαιό βυζαντινό μονοπάτι. Εκτός από αυτό όμως υπάρχουν κα όπως του Αγ. Δημητρίου, της Αρχάμπολής κα.

5βλ. ενδεικτικά στη Βικιπαίδεια στο λήμμα Μάνη με αρκετό υλικό, ακόμη και ντοκιμαντέρ από το αρχείο της ΕΡΤ.

6Ε΄ Τμήμα του ΣτΕ (με πρόεδρο τον αντιπρόεδρο Αθανάσιο Ράντο και εισηγήτρια την σύμβουλο Επικρατείας Μαργαρίτα Γκορτζολίδου) στην υπ΄ αριθμ. 1469/2018 απόφασή, βλ.“«Πράσινο φως» από το ΣτΕ για την κατασκευή δύο αιολικών πάρκων στη Μάνη”, 12/7/18, στο https://www.protothema.gr/greece/article/804645/prasino-fos-apo-to-ste-gia-tin-kataskeui-duo-aiolikon-parkon-sti-mani/.

7Σύμφωνα με το α. 682 §1 εδ.α’ “Κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 683 έως 703 τα δικαστήρια, σε επείγουσες περιπτώσεις ή για να αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος, μπορούν να διατάζουν ασφαλιστικά μέτρα για την εξασφάλιση ή διατήρηση ενός δικαιώματος ή τη ρύθμιση μιας κατάστασης και να τα μεταρρυθμίζουν ή να τα ανακαλούν”.

8Βεβαίως οι επιλογές δικηγόρων και του χειρισμού της υπόθεσης εκ μέρους τους πρώτα και κύρια βαρύνει τους αιτούντες που μάλλον με υπερβολική προχειρότητα, αδεξιότητα και ίσως κάποια “κουτοπόνηρη” συμπεριφορά χειρίστηκαν το όλο θέμα. Απλή πάντως ανάγνωση του εισαγωγικού της δίκης δικογράφου θα έδειχνε και σε μη νομικό ότι αυτό ήταν προχειρογραμμένο, αφορούσε ριζικά διαφορετικό περιβαλλοντικό αγαθό και κατ΄ ουσίαν ήταν προϊόν “copy-paste”.

9Για το θέμα της κλιματικής αλλαγής, των ερμηνειών και της αιτιολογίας της και του σοβαρού προβληματισμού για το εάν είναι φυσικό φαινόμενο ή ανθρωπογενής βλ. τα: Σ. Αλεξανδρής, Αν. Καθηγητής στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών , ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ: Το κίβδηλο άλλοθι της πράσινης ανάπτυξης στο https://drive.google.com/file/d/0B4ei4Vt9ZMqtZ0o3eFBiQWdJN0w1YnNQdFh4Z281dU1RaWU0/view, την συνέντευξη του διευθυντή του Εθνικού Μετεωρολογικού Κέντρου (ΕΜΥ) , του Θοδωρή Κολυδά, στο https://www.oneman.gr/keimena/diabasma/malebox/h-aiwnia-liakada-sto-myalo-toy-thodwrh-kolyda.5368865.html?fbclid=IwAR332WI7PNwxc0JLfsr6yiEdMazv4eNH_buWgPZuV806o9eHEVl01-VA9VE και τέλος τον επιστημονικό διάλογο των Κουτσογιάννης Δημήτρης και Λάλας Δημήτρης στο Debate: το κλίμα της γης αλλάζει ή το αλλάζουμε; που έγινε στο Ίδρυμα Ευγενίδου την 16/11/2011, με διοργανωτή το MIT Alumni Club of Greece, The University of Michigan Alumni Club of Greece (υπάρχει στο http://www.blod.gr/lectures/Pages/viewevent.aspx?EventID=85).

10Ενδεικτικά πρόσφατο παράδειγμα που έχει αρκετά ακουσθεί για διάφορους λόγους: Από το 1964 που ο Άγγλος φυσικός Higs προέβλεψε την ύπαρξη του σωματιδίου που φέρει την ονομασία “μποζόνιο του Higs” μας πήρε 47 χρόνια, μέχρι το 2011, για να μπορέσουμε να το επιβεβαιώσουμε και μάλιστα χάρις στην γιγαντιαία δομή του CERN.

11Ένα από τα πιο πολυσυζητημένα άρθρα με την περί ψύξης του πλανήτη εκδοχή είναι το “The cooling world” στο Newsweek της 28 Απρ. 1975. Για το άρθρο του Newsweek παρέχονται ικανοποιητικές εξηγήσεις στο “In 1975, Newsweek Predicted A New Ice Age. We’re Still Living with the Consequences” στο https://longreads.com/2017/04/13/in-1975-newsweek-predicted-a-new-ice-age-were-still-living-with-the-consequences/. Στο άρθρο γίνεται αναφορά στα πολλά σχετικά δημοσιεύματα του τύπου της εποχής εκείνης και μάλιστα mainstream περιοδικών. Ο ίδιος ο συγγραφέας του άρθρου του Newsweek δίνει τις σημερινές θέσεις του στο “My 1975 ‘Cooling World’ Story Doesn’t Make Today’s Climate Scientists Wrong) (https://www.insidescience.org/news/my-1975-cooling-world-story-doesnt-make-todays-climate-scientists-wrong) και υποστηρίζει ότι οι αρνητές της υπερθέρμανσης του πλανήτη πρέπει να σταματήσουν να χρησιμοποιούν το άρθρο του και κάνει εκτεταμένη ανάλυση των παρατιθέμενων στο άρθρο του 1975 και του τι γνωρίζουμε σήμερα.

12«Science: Another Ice Age?» στο Time. June 24, 1974.

13Earth facing a mini-Ice Age ‘within ten years’ due to rare drop in sunspot activity στη (Daily) MailOnline στο https://www.dailymail.co.uk/sciencetech/article-2003824/Earth-facing-mini-Ice-Age-years-rare-drop-sunspot-activity.html. Και η αντίθετη άποψη στο Are we headed for a new ice age? του Phil Plait στο http://blogs.discovermagazine.com/badastronomy/2011/06/17/are-we-headed-for-a-new-ice-age/

14Global Warming vs. the Next Ice Age, Will the greenhouse effect prevent the return of glaciers? του Franklin Hadley Cocks ’63, SM ’64, ScD ’65, December 21, 2009 στο MIT Technology Review, https://www.technologyreview.com/s/416786/global-warming-vs-the-next-ice-age/

15“Sorry Global Warming Alarmists, The Earth Is Cooling”, 31/5/12, του Peter Ferrara, στο https://www.forbes.com/sites/peterferrara/2012/05/31/sorry-global-warming-alarmists-the-earth-is-cooling/#42dade0b3de0

16Βλ τα συμπεράσματα στο Discussion and implications for the future, των M Lockwood, R G Harrison, T Woollings, S K Solanki “Are cold winters in Europe associated with low solar activity?” δημοσιευμένο στο Environmental Research Letters την 14/4/10 (http://iopscience.iop.org/article/10.1088/1748-9326/5/2/024001/meta#references).

17βλ. πχ TIME, November 8, 1982, No. 45.

18Ενδιαφέρον για το θέμα παρουσιάζει το σχετικό λήμμα στην ηλεκτρονική Εncyclopædia Britannica στο https://www.britannica.com/science/acid-rain. Ομοίως στα Wikipedia και EPA (United States Environmental Protection Agency).

19 https://www.ipcc.ch/

201992, Διάσκεψη για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη στο Ρίο ντε Τζανέιρο “The Earth Summit” Στη Διάσκεψη συναντήθηκαν 178 χώρες, αναζητώντας λύσεις για τη φτώχεια, το χάσμα μεταξύ βιομηχανικών και αναπτυσσόμενων χωρών και τα περιβαλλοντικά, οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα. Στόχος της Διάσκεψης του Ρίο ήταν να ξεκινήσει μια πορεία βιώσιμης ανάπτυξης παγκοσμίως, στην οποία η περιβαλλοντική προστασία και η κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη θα έχουν το ίδιο βάρος. Οι συμμετέχουσες χώρες υπέγραψαν πέντε συμφωνίες: Τρεις μη δεσμευτικές: 1. Διακήρυξη του Ρίο, 2. Ατζέντα 21, 3. Δήλωση Δασικών Αρχών και δύο νομικά δεσμευτικές συμβάσεις: 4. Πλαίσιο Συνθήκης για την Κλιματική Αλλαγή, 5. Σύμβαση για τη Βιοποικιλότητα (πρβλ. Ανδρικοπούλου Ελένη, Βιώσιμη αστική ανάπτυξη: Το γενικό πλαίσιο Παγκόσμια και Ευρωπαϊκή διάσταση (Ανοικτά Ακαδημαϊκά Μαθήματα, στο https://opencourses.auth.gr/modules/document/file.php/O…pdf)

21Στα αγγλικά σε αρχείο pdf στο https://savepramnos.files.wordpress.com/2011/10/darmstadt-manifesto.pdf. Στα ελληνικά στο ΕΥΠΛΟΙΑ του Δικτύου Αιγαίου http://eyploia.epyna.eu/modules.php?name=News&file=article&sid=1755 (όπου ακολουθεί και το άρθρο “Η Εγκατάσταση Αιολικών Πάρκων στα νησιά των Κυκλάδων” του Μ. Δεκλερή, Προέδρου του Ε’ Τμήματος του ΣτΕ κατά την δεκαετία 1990-1999, οπότε το Δικαστήριο αυτό διεμόρφωσε την πρωτοποριακή και πλούσια νομολογία του για την Προστασία του Περιβάλλοντος και την Βιώσιμη Ανάπτυξη).

22https://www.ochi.gr/

23Υπάρχει το video: Wind parks in South Karystia στο https://www.youtube.com/watch?v=dubc3WxZdls&feature=youtu.be

24Σύμφωνα με στοιχεία από τον ιστότοπο του ΣΠΠΕΝΚ: Μέχρι σήμερα στην Νότια Εύβοια λειτουργούν 352 ανεμογεννήτριες που αντιστοιχούν σε 34 εγκατεστημένα αιολικά πάρκα και μία γραμμή υψηλής τάσης για τη μεταφορά του παραγόμενου ρεύματος ισχύος 280 MW. Σε εξέλιξη βρίσκεται η κατασκευή δεύτερης γραμμής υψηλής τάσης 150 KV από τον Πολυπόταμο στον Πλατανιστό που θα υπερδιπλασιάσει τον αριθμό των εγκατεστημένων αιολικών πάρκων και θα προσθέσει 300 MW ισχύος. Με τη δεύτερη γραμμή υψηλής τάσης θα συνδεθούν τουλάχιστον 21 αιολικά πάρκα διαφορετικών εταιρειών που θα εγκαταστήσουν στα όρια των παλιών Δήμων Στύρων, Μαρμαρίου και Καρύστου.

25Αξίζει να επισημανθεί το πείσμα και η μεθοδικότητα των εταιρειών αιολικής ενέργειας. Επί πολλά χρόνια επιδιωκόταν η δημιουργία αυτών των α/π. Είχε όμως υπάρξει σοβαρότερη αντίδραση στο παρελθόν. Και μάλλον είχε υπάρξει και πραγματική άρνηση της τότε αυτοδιοίκησης, βλ. σχετ. Αντιδράσεις για την εγκατάσταση ανεμογεννητριών στο Σερβούνι, 11/02/2008, στο http://eyploia.epyna.eu/modules.php?name=News&file=article&sid=1768. Τώρα όμως οι συσχετισμοί δυνάμεων έχουν αλλάξει, η τοπική αυτοδιοίκηση είναι από σύμφωνη έως αδιάφορη και η ΤΑ του Δήμου Κύμης-Αλιβερίου κάνει πλάτες και επέτρεψε την δημιουργία των αναγκαίων δρόμων πρόσβασης μέσα από τις δικές της εκτάσεις, έτσι ώστε στην Αμάρυνθο οι αυτοδιοικητικοί να προφασίζονται ότι δεν έχουν ανοίξει δρόμο για τα α/π.

26Αντί πολλών βλ. “ΑΝΕΜΟΓΕΝΝΗΤΡΙΕΣ” του Συλλόγου Δασοπροστασίας και Προστασίας Περιβάλλοντος Κύμης, 7/1/2008, στο http://eyploia.epyna.eu/modules.php?name=News&file=article&sid=1771

27Με την οποία δήλωσαν ότι μόνο ήπια και φιλική προς το περιβάλλον ανάπτυξη δέχονται, αρνήθηκαν την εγκατάσταση α/π καθώς επίσης και γεωτρήσεις και μεταλλευτική δραστηριότητα από την ΛΑΡΚΟ ΓΜΑΕ.

28Σε άρθρο με τον τίτλο “Η Φύση, ο ηλεκτρισμός και η Δημοκρατία” του Αντώνη Καρκαγιάννη, Καθημερινή 25/11/2001, http://www.kathimerini.gr/686600/opinion/epikairothta/arxeio-monimes-sthles/h-fysh-o-hlektrismos-kai-h-dhmokratia., ο αρθρογράφος -σημαίνων δημοσιογράφος της Καθημερινής- συνδέει την ανάπτυξη των ΑΠΕ με τον δημοκρατία και κάνει εκτεταμένη αναφορά στην έννοια της αειφόρου αναπτύξεως και της συμβολής της νομολογίας του Ε’ τμήματος του ΣτΕ για τον προσδιορισμό της, στον πρόεδρό του Μιχ. Δεκλερή. Όμως είτε αγνοείται είτε αποσιωπάται ότι ο Δεγλερής ως πρόεδρος του Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος είχε ξεκάθαρα τοποθετηθεί κατά του τρόπου ανάπτυξης των α/π στην Ελλάδα.

29Βλ ενδεικτικά άρθρο του 2004, στην Οικονομική Καθημερινή, της Χρ. Λιάγγου, με τίτλο: “Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας: επανεξετάζεται το θεσμικό πλαίσιο για την ανάπτυξή τους”. Στο άρθρο τονίζεται ο “εξαιρετικά χαμηλός ρυθμός ανάπτυξης των ΑΠΕ στην Ελλάδα”, το ότι τα υπάρχοντα δίκτυα δεν επαρκούν, ότι απαιτείται απλοποίηση της αδειοδοτικής διαδικασίας κλπ. Εν γένει το σύνολο των άρθρων που στηρίζουν τις ΑΠΕ κινούνται στο ίδιο μήκος κύματος.

30Το σημαντικότερο λόμπι είναι η ΕΛΕΤΑΕΝ (Ελληνική Επιστημονική Ένωση Αιολικής Ενέργειας) στο http://eletaen.gr/

31βλ. βιογραφικό του στο Βιβλοnet: http://www.biblionet.gr/author/34253/%CE%9C%CE%B9%CF%87%CE%B1%CE%AE%CE%BB_%CE%94%CE%B5%CE%BA%CE%BB%CE%B5%CF%81%CE%AE%CF%82

32Αντί πολλών αρκεί μια ματιά στις WWF και Greenpeace.

33«Τρικ» για να κρύψουν τις αυξήσεις στο ρεύμα, ΤΟ ΒΗΜΑ 27/10/18

34Ενδεικτικά: Στο https://perivallonkaipolitiki.wordpress.com/2017/05/04/3212/ συγκεντρωμένα αρκετά σχετικά άρθρα και κάποιες διευκρινήσεις. Βλ επίσης τα “Energa – Hellas Power: Ο «λαβύρινθος» των offshore που έκρυβε 256 εκατ.” στο https://energypress.gr/news/energa-hellas-power-o-lavyrinthos-ton-offshore-poy-ekryve-256-ekat “Ο Ευ. Μυτιληναίος στο εδώλιο, θρίλερ για την προεδρία του ΣΕΒ” στο http://www.sofokleous10.gr/index.php?option=com_k2&view=item&id=131591:2018-05-15-13-36-49.

35Με τον όρο πανίδα εννοούμε το σύνολο των διαφόρων ειδών ζωικών οργανισμών (Σπονδυλωτών και Ασπόνδυλων) που απαντούν σε μία περιοχή. Η γνώση μας για τα ζώα της Ελλάδας ξεκινά πολύ παλιά, ουσιαστικά από τον Αριστοτέλη που πριν από 2.300 χρόνια έγραψε το Περί ζώων ιστορίαι, όπου περιέγραψε με ιδιαίτερη λεπτομέρεια περίπου 600 είδη. Σύμφωνα με πρόσφατες απογραφές (Fauna Europaea 2004), στην Ελλάδα έχουν καταγραφεί 23.130 είδη ζώων της ξηράς και των γλυκών νερών (Λεγάκις 2004). Σ’ αυτά μπορούμε να προσθέσουμε και άλλα 3.500 είδη της θάλασσας. Αν προσθέσουμε έναν αριθμό ειδών που έχει καταγραφεί αλλά δεν περιλαμβάνεται στους σημερινούς καταλόγους, φθάνουμε σε ένα σύνολο περίπου 30.000 ειδών.
Η πανίδα της Ελλάδας δεν είναι καλά μελετημένη. Καλύτερα γνωστά είναι τα Σπονδυλόζωα, ενώ τα μεγαλύτερα κενά υπάρχουν στα Ασπόνδυλα. Πιστεύεται ότι αν μελετηθεί η ελληνική πανίδα πλήρως, θα πρέπει να περιλαμβάνει περίπου 50.000 είδη! (Λεγάκις, 2007) (βλ. ιστότοπο του Εθνικού Δρυμού Πάρνηθας, του Δασαρχείου Πάρνηθας στο http://www.parnitha-np.gr/index_panida.htm). Πάντως θεωρείται ότι η ελληνικήη πανίδα αντιστοιχεί στο 17,8% του συνόλου της ευρωπαϊκής. Το ποσοστό είναι ούτως ή άλλως συγκλονιστικό, πολλώ σε μάλλον όταν μιλάμε για μια από τις μικρότερες εδαφικά ευρωπαϊκές χώρες (http://opencourses.uoa.gr/modules/video/?course=BIOL100 και τα ΖΩΙΚΗ ΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ Ειμέλεια Α. Λεγάκις & Ρ. Πολυμένη, ΕΚΠΑ 2013 και Λεγάκις, Α. & Μαραγκού, Π. (επιμ. εκδ). 2009. Το Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούμενων Ζώων της Ελλάδας. Ελληνική Ζωολογική Εταιρεία, Αθήνα, 528 σελ)

36Η ελληνική χλωρίδα περιλαμβάνει περίπου 6.000 είδη και υποείδη φυτών, από τα οποία περίπου 1.100 είναι ενδημικά, δηλαδή δεν υπάρχουν πουθενά αλλού στη γη. Είναι μοναδική στην Ευρώπη για τον πλούτο της, αλλά και για την μεγάλη αναλογία ενδημικών σε σχέση με την έκτασή της. Έτσι, για παράδειγμα η Γερμανία, με έκταση σχεδόν τριπλάσια της Ελλάδας έχει 2.400 είδη και 6 ενδημικά, η Αγγλία με διπλάσια έκταση έχει 2.300 είδη και 16 ενδημικά και η Ισπανία με τετραπλάσια έκταση έχει σχεδόν τον ίδιο αριθμό ειδών με την Ελλάδα (βλ. ιστότοπο του Εθνικού Δρυμού Πάρνηθας, του Δασαρχείου Πάρνηθας στο http://www.parnitha-np.gr/index_xlorida.htm).

37Σύμφωνα με το άρθρο 94 του Συντάγματος όπως ισχύει μετά την αναθεώρησή του, με το από 6 Απριλίου 2001 Ψήφισμα της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων, οι διοικητικές διαφορές υπάγονται στην ενιαία δικαιοδοσία του Συμβουλίου της Επικρατείας και των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, ενώ η, μεταξύ αυτών, κατανομή αρμοδιοτήτων επί των εν λόγω διαφορών, έχει ανατεθεί στον κοινό νομοθέτη, με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Ειδικότερα στα Τακτικά Διοικητικά Δικαστήρια υπάγονται: Ι. Διοικητικές διαφορές ουσίας, η εκδίκαση των οποίων διέπεται από τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ., που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 – Α΄ 97–). ΙΙ. Ακυρωτικές διαφορές, που έχουν μεταφερθεί στα δικαστήρια αυτά, από το Συμβούλιο της Επικρατείας, με νόμο, η εκδίκαση των οποίων διέπεται από τις διατάξεις του Π.Δ. 18/1989 (Α΄ 8), κατά την κατωτέρω κατηγοριοποίηση. Περισσότερα βλ. στον ιστότοπο του ΣτΕ και της ΔΔ, http://www.adjustice.gr

38Ας επισημανθεί ότι η Πολιτεία (ως κυβέρνηση και νομοθετικό σώμα έχει υπέρμετρα, σχεδόν σκανδαλωδώς στηρίξει θεσμικά τις ΑΠΕ: επιτρεπτές εντός δασών, εντός περιοχών προστασίας της Φύσης, επιδοτούμενες κλπ.

39Σύμφωνα με το νόμο 4014/ΦΕΚ.Β’209/21.09.2011, τα δημόσια και ιδιωτικά έργα και δραστηριότητες κατατάσσονται σε δύο κατηγορίες ανάλογα με τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον:

  • Η πρώτη (Α) κατηγορία περιλαμβάνει τα έργα και τις δραστηριότητες ενδέχεται να προκαλέσουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και για τα οποία απαιτείται η διεξαγωγή Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) προκειμένου να τους επιβάλλονται ειδικοί όροι και περιορισμοί. Αυτή με τη σειρά της διαιρείται στις υποκατηγορίες Α1 (πρόκληση πολύ σημαντικών επιπτώσεων στο περιβάλλον) και Α2 (πρόκληση σημαντικών επιπτώσεων).
  • Η δεύτερη (Β) κατηγορία περιλαμβάνει έργα και δραστηριότητες τα οποία χαρακτηρίζονται από τοπικές και μη σημαντικές μόνο επιπτώσεις στο περιβάλλον, δεν ακολουθούν την διαδικασία εκπόνησης ΜΠΕ αλλά υπόκεινται σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις (ΠΠΔ).
  • Περισσότερα ιδίως για τους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας βλ στην ιστοσελίδα του ΛΑΓΗΕ, στο

http://www.lagie.gr/systima-eggyimenon-timon/ape-sithya/adeiodotiki-diadikasia-kodikopoiisi-nomothesias-ape/periechomena/parartima-a-katataxi-ergon-ape-se-katigories/

40Άρθρο 10 (Δικαίωμα αναφοράς, αίτηση πληροφοριών προς τις αρχές): 1. Καθένας ή πολλοί μαζί έχουν το δικαίωμα, τηρώντας τους νόμους του Κράτους, να αναφέρονται εγγράφως στις αρχές, οι οποίες είναι υποχρεωμένες να ενεργούν σύντομα κατά τις κείμενες διατάξεις και να απαντούν αιτιολογημένα σε εκείνον, που υπέβαλε την αναφορά, σύμφωνα με το νόμο. 2. Μόνο μετά την κοινοποίηση της τελικής απόφασης της αρχής στην οποία απευθύνεται η αναφορά, και με την άδεια της, επιτρέπεται η δίωξη εκείνου που την υπέβαλε για παραβάσεις που τυχόν υπάρχουν σ` αυτή. 3. Η αρμόδια υπηρεσία ή αρχή υποχρεούται να απαντά στα αιτήματα για παροχή πληροφοριών και χορήγηση εγγράφων, ιδίως πιστοποιητικών, δικαιολογητικών και βεβαιώσεων μέσα σε ορισμένη προθεσμία, όχι μεγαλύτερη των 60 ημερών, όπως νόμος ορίζει. Σε περίπτωση παρόδου άπρακτης της προθεσμίας αυτής ή παράνομης άρνησης, πέραν των άλλων τυχόν κυρώσεων και έννομων συνεπειών, καταβάλλεται και ειδική χρηματική ικανοποίηση στον αιτούντα, όπως νόμος ορίζει.

41Το θέμα καλύπτεται λεπτομερέστερα στα α. 4 (Διεκπεραίωση υποθέσεων από τη Διοίκηση) και 5 (Πρόσβαση σε έγγραφα) του Ν 2690/1999: ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ.

42Δεν μπορεί στο όνομα της σωτηρίας από την κλιματική αλλαγή να καταστρέφουμε το δάσος, δηλαδή το πλανητικό παράγοντα δέσμευσης του CO2 μέσα από την διαδικασία της φωτοσύνθεσης. Η αιολική ενέργεια δεν δεσμεύει CO2. Απλά δεν απελευθερώνει κατά το στάδιο λειτουργίας μίας α/γ. Για την παραγωγή και τοποθέτησή της όμως αποδεσμεύεται ικανή ποσότητα CO2 που προστιθέμενη στην αναγκαστική λειτουργία των θερμικών μονάδων βάσης πιθανότατα εν τέλει έχουν αρνητικό οικολογικό αποτύπωμα, δηλαδή σε τελική ανάλυση επιβαρύνουν τον πλανήτη με πρόσθετο CO2.

43 Δεν ωφελεί την εθνική οικονομία η ενεργειακή ανάπτυξη των ΑΠΕ που μειώνει την γεωργική γη ή διώχνει από τα βουνά τους κτηνοτρόφους, τους μελισσοκόμους ή τον εναλλακτικό τουρισμό.

* Δικηγόρος, επιμ/θείς στο ΕΚΠΑ στη Βιώσιμη Ανάπτυξη και το Περιβάλλον

** το κείμενο σε αρχείο PDF: Εισήγηση της 26 Νοεμ.18 b

*** το παρόν αφιερώνεται σε αυτούς που με έμαθαν να αναζητώ την αλήθεια και σε αυτούς που και εγώ με τη σειρά μου προσπαθώ να καλλιεργήσω την ίδια αναζήτηση

το σκάνδαλο, το ψέμα και η ανοησία των Αιολικών καλά κρατεί (σε Εύβοια, Λακωνία, όλη την Ελλάδα). Και ένα άρθρο για την αντισυνταγματικότητα του άρθρου 21ΙΙα του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ

4 Σχόλια

[DDS: έχω κάποια χρόνια ενασχόλησης με τα α/π, τις α/γ, τις ΑΠΕ, κλπ. Ο προσδιορισμός βΑΠΕ προήρθε από μία ιδέα/εισήγηση μου σε μία συνάντηση του Δικτύου Αιγαίου, το 2009. Κάτι έχει αρχίσει να γίνεται αντιληπτό ως προς το ατελέσφορο των α/π, αλλά από την άλλη τα χρήματα και τα συμφέροντα είναι τόσο πολλά που φυσικά μια κυβέρνηση της Αριστεράς -και μάλιστα αυτή η κυβέρνηση- είναι αδύνατο να πράξει οτιδήποτε πράγματι φιλοπεριβαλλοντικό και ενεργειακά και οικονομικά αποδοτικό. Στην συνέχεια, ένα video και δύο άρθρα από την Ελευθεροτυπία το πρώτο (προ 3ετίας, την 6/7/14) και την Εφ.Συν. το δεύτερο (σημερινό της 4/5/17 και αφορά την Καρυστία) που παρουσιάζουν την προβληματική κατάσταση στην Ευβοια και την Ελλάδα και στο τέλος μερικά ακόμη άρθρα που δείχνουν την διαπλοκή οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων γύρω από τις α/γ και τις βΑΠΕ. Στο τέλος της παρούσας ανάρτησης ένα απόσπασμα από έναν ιστότοπο της Μυκόνου με συγκεντρωμένα και απλά τα κύρια τεχνικά αντεπεχειρήματα κατά των α/γ (https://kepom.wordpress.com/2017/05/04/…ew=true)

Στη συνέχεια των πιο πάνω άρθρων αναδημοσιεύται ολόκληρο το πιο κάτω εξαίρετο άρθρο του Γιώργου Χ. Σμπώκου,  αλλά λόγω της σημασίας των συμπερασμάτων του αυτά μαζί με το ερώτημα στο οποίο απαντούν ακολουθούν άμεσα και στην συνέχεια:

Συνταγματικότητα του άρθρου 21ΙΙα του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ

Κρίσιμα συμπεράσματα των αποφάσεων ΣτΕ 1421/2013 και 387/2014

Γιώργος Χ. Σμπώκος, ΔΝ Δημοσίου Δικαίου,
συνεργάτης ΠΜΣ Χημείας Πανεπιστημίου Κρήτης

πηγή: https://dasarxeio.com/2017/04/27/2220-5/

Το ερώτημα

Το άρθρο 102 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος προβλέπει ότι η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων ανήκει στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης και το Κράτος δεν επιτρέπεται να εμποδίζει την πρωτοβουλία και την ελεύθερη δράση τους. Το άρθρο 21ΙΙα της υα 49828/03.12.2008 (Β΄ 2464/03.12.2008) απαγορεύει στις Περιφέρειες να εισάγουν περιοριστικές ρυθμίσεις για την ανάπτυξη έργων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ). Ερωτάται, αν η ως άνω απαγόρευση συνιστά προσβολή της αρχής της αποκέντρωσης, όπως αυτή εκφράζεται στο άρθρο 102 του Συντάγματος.]

Συμπέρασμα

Το 2014 η ζήτηση ενέργειας κάθε είδους ενεργειακών εγκαταστάσεων στη χώρα μας ανερχόταν περίπου στις 3.400 GWh. Το ίδιο έτος η παραγωγή υπερσκέλισε την κατανάλωση ενέργειας. Ανήλθε σε περίπου 4.000 GWh (3.500 GWh από συμβατικές μονάδες και 600 GWh από ΑΠΕ) [http://www.admie.gr/deltia-agoras/miniaia-deltia-energeias/].

Το επιχείρημα «της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας», ως αιτιολογικός λόγος ποσοτικού καθορισμού του ορίου παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ, δεν υφίσταται. Κατ΄ επέκταση δεν μπορεί να θεραπεύσει μια έστω και κατ΄ εξαίρεση συντρέχουσα ή αποκλειστική αρμοδιότητα του κράτους που επιβάλλεται από λόγους γενικού συμφέροντος.

Η προώθηση των ΒΑΠΕ χωρίς την αντίστοιχη αναλογική μείωση των συμβατικών μορφών παραγωγής, δεν διαμορφώνει ένα σωστό βιώσιμο ισοζύγιο, που συνδυάζει οικολογικές ανησυχίες με πραγματικές ενεργειακές ανάγκες. Δεν δίνει κίνητρο για αύξηση της παραγωγής μέσω βιώσιμων, ορθά χωροθετημένων μονάδων παραγωγής. Δεν δίνει τέλος σε μια τεχνικά παρωχημένη, περιβαλλοντικά ζημιογόνα και επικίνδυνη για την ανθρώπινη υγεία τεχνολογία καύσης ορυκτών πόρων. Δεν δημιουργεί τους συσχετισμούς που θα οδηγήσουν στην υλοποίηση του οράματος της απεξάρτησης από τις συμβατικές πηγές ενέργειας.

Το επιχείρημα «της ανάγκης αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής» ως αιτιολογικός λόγος ποσοτικού καθορισμού ελαχίστου ορίου παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ δεν υφίσταται. Ούτε αυτός ο λόγος μπορεί να θεραπεύσει μια κατ΄ εξαίρεση συντρέχουσα ή αποκλειστική αρμοδιότητα του κράτους, που επιβάλλεται από λόγους γενικού συμφέροντος.

Κανένα έργο ή δραστηριότητα δεν πρέπει να χωροθετείται, αν δεν υπάρχει εθνικός ή τομεακός χωροταξικός σχεδιασμός. Όμως παράλληλα κανένας εθνικός ή τομεακός χωροταξικός σχεδιασμός δεν μπορεί να υποκαταστήσει τον περιφερειακό σχεδιασμό, πόσο μάλλον να εφαρμοστεί αποτελεσματικά παρακάμπτοντας την τοπική αυτοδιοίκηση. Η αξιολόγηση, η εξειδίκευση και η τοπική προσαρμογή του όποιου υπερκείμενου σχεδιασμού θα είναι πάντα απαραίτητη για γεωγραφικούς, πολιτιστικούς και περιβαλλοντικούς λόγους. Ο γεωγραφικός κατακερματισμός, ο νησιωτικός χαρακτήρας, η διαχείριση των υδάτων και η διαφορετικότητα κλίματος και οικοσυστημάτων αναδεικνύουν τον Περιφερειακό Χωροταξικό Σχεδιασμό σε μείζον διοικητικό εργαλείο προληπτικής περιβαλλοντικής προστασίας.

Από τα παραπάνω συνάγεται ότι η απαγόρευση του άρθρου 21ΙΙα της υα 49828/03.12.2008 (Β΄ 2464/03.12.2008) στις Περιφέρειες να εισάγουν περιοριστικές ρυθμίσεις για την ανάπτυξη έργων ΑΠΕ συνιστά προσβολή της αρχής της αποκέντρωσης, όπως αυτή εκφράζεται στο άρθρο 102 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος, η δε προσβολή αυτή δεν θεραπεύεται από εξαιρετικούς λόγους γενικού συμφέροντος.


video: 30/4/2017 από basileiadh


ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΠΛΗΘΑΙΝΟΥΝ ΟΙ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΑ ΟΦΕΛΗ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΗΣΥΧΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Ο μεγάλος πονοκέφαλος από τις βιομηχανικές ανανεώσιμες πηγές

Απ’ άκρου εις άκρον της χώρας, οι αντιδράσεις ενάντια στις ΒΑΠΕ ξεκινούν από αρνητικές γνωμοδοτήσεις, συνεχίζουν με κινητοποιήσεις και προσφυγές στο ΣτΕ, ενώ 57 κυβερνητικοί βουλευτές και συνάδελφοί τους από τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ «βομβαρδίζουν» τον υπουργό ΥΠΕΚΑ με ερωτήματα που εμπεριέχουν σχόλια και καταγγελίες

Τα αιολικά πάρκα κατηγορούνται ότι δεν αποφέρουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα στην ενέργεια, ενώ συνήθως επιδοτούνται εις βάρος των πολλών, υποβαθμίζοντας το περιβάλλον και την πολιτιστική κληρονομιά «Καταζητούνται» σχεδόν σε όλη την χερσαία και νησιωτική Ελλάδα με την κατηγορία ότι δεν αποφέρουν τα αναμενόμενα ενεργειακά αποτελέσματα, οφελούν τους λίγους ισχυρούς που συνήθως επιδοτούνται σε βάρος των πολλών και υποβαθμίζουν περιβάλλον, πολιτιστική κληρονομιά και τοπικές κοινωνίες. Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Written by dds2

4 Μαΐου, 2017 at 6:43 μμ

Reducing CO2 emissions from the electric sector by the year 2030-policy recommendations (case study Greece)

leave a comment »

The case of Greece

Greece is a country of 131000 klm2 and 11 million people. But we must also keep in mind two more important facts: It’s a mountainous country, with 10000 villages, 3000 islands –100- inhabited. The islanders are almost 1 million people. The country also welcomes 25 million of tourists every year.
Αll of these people and places need energy. Steady, safe and cheap electric energy over a grid made and regulated through the public company of ΔΕH (DEI).

In 2014 the total energy production was 35,3 TWh (2000: 48,5 increased to in 2007: 53.9 and continuously decreasing since then).
The grid has to electrify an extremely big and difficult land (mountains and on the same time islands over an almost square side land with 1000 km diagonal).
The installed power is 12,8 GW (64% of the country’s total) (in 2010, it was 5,4 in 1980 and only 0,6 in 1960).
The flux of energy (installed capacity) is: 30% coal, 15% diesel, 15% natural gas, 20% hydroelectric, 10% renewables and others. According to 2013 data thermal units were10,060 GW, and the other units 7,222 GW.
When it comes to production the situation is follows: 55% from coal, 16% from diesel etc, 20% from natural gas and less than 10% from hydroelectric and renewables. So the installed capacity doesn’t mean that the end of fossil fuels production reaches an end. The price is about 41€/MWh.
Coal is extremely cheap, there is plenty of it in the country and the reserves are enough for 400 years. Because of economic crisis and memorandums the energy system is in a transition period towards privatization.

It is clear that electricity production basically comes from fossil fuels, coal, oil and natural gas. So a great problem of CO2 and other greenhouse gases has to be faced and controlled. There is also a great health impact. Some years ago there was a serious problem evening Athens. Air pollution (SO2, NOx, CO2) and PM were found in the city’s air. The regulations (closing near thermal units, unleaded gasoline etc) have made a progress. But in places like Ptolemaida (north Greece) or Megalopolis (south Greece) the problem is extremely serious, the lifespan is much shorter and cancer and lungs and cardiovascular diseases are increasing (more than double PM2.5 than the rest of the country, around 23 μg/m3) .
We must also take into account the obligations of the country because of international treaties and EC regulations for CO2 emissions and climate change.

Recommendations

The solution is not easy. If the aim is a better environment, in the year 2030, there must be a shift from a fossil fuels energy production to other safer for humans and the environment methods. But this is going to be very difficult for such a small time period (only 15 years). A 50% reduction of fossil fuels (practically almost 90% comes from fossil fuels nowadays) means that there must be a solution of an increase of not fossil methods to reach the capacity of about 20 TWh per year. The LCOE for natural gas in 2015 was around 19 /MWh. The LCOE for lignite in 2012 was 59,93 €/MWh because the energy density of Greek lignite (brown coal) is around 1.200kcal/kg. Unfortunately there isn’t an administration such as US EIA in Greece and the data comes from many different sources.

What can be the solutions?

Theoretically nuclear power, wind, solar, hydroelectric, bio-fuels etc.
But the answer isn’t so simple. The solution of nuclear power is impossible for Greece. The ecological movement and the left political parties of the country are not going to permit this solution. For them this subject is the holly grail of ecology for
Greece. They believe that this is very dangerous for a small and seismogenic country, with small distances from the probable location of a factory and populated cities etc.

Next solution is renewables.

Wind farms have been deployed during the last two decades all over the country. The installed capacity is 1558,2 MW. Medium price of wind energy in 2016: 98 €/MWh. Unfortunately with no respect to the landscape, the history, the use of land and the wild beauty of Greek natural environment. They have a great cost for construction and sometimes they are not connected to the grid. It seems that one the main reasons for their deployment is the big subsidies that companies and the owners can take from the state and the EC. Wind farms also sell the electricity 3-4 more expensive from the price of the fossil fuels production. I addition they cause problems to tourism, agriculture and animals breeding. Naturally all of these problems have started a big war against them from environmentally thinking people and the local societies. If we want to keep them we must find really new ways of deploying them.

Solar power is almost at the beginning. The installed capacity is 260,67 MW. This is strange enough for a country with very good solar radiation. You can find some PVs over the roofs of houses. But there aren’t serious solar power production facilities. In the case of solar we do not face the problems of wind, like the big land footprint, or the heavy landscape spoiling. And this can be avoided in the future if we do not use important land for the installation of solar PVs. The solar power’s land footprint is one of the lowest. Around 1%. We can use deserted industrial areas and open pits (e.g. coal and other minerals mines, or for marble and stones used in building industry etc.). Following this solution solar power can give the necessary electricity for decreasing the fossil fuels production. With 1% land coverage solar power is able to cover the primary electric energy production of the country. This is less from the almost 1,5-2% of land used for wind farms (already in use but offering only around 3% of the total electric energy production. The price per MWh is almost 3 times bigger than the price from thermal units. This must change. Otherwise the cost of mitigation will stay to expensive for the shift from CO2 correlated energy to clear energy. It is not logical to buy 4 times more expensive solar power in Greece than in Germany. The medium price in 2016 is 257€/MWh.

Bio-fuels is not a great idea for this situation. Although there are good results from some research centers (polytechnic and university schools) generally they are expensive and their CO2 emissions are not minimal.

One of the important parts of the solution is the improvement in efficiency and efficacy of energy technologies. New lightening technologies, better thermal insulation of houses and big buildings, more public transportation, better and newer cars, bicycles and more walking (also a health exercise on the same moment) must be part of the energy use and the energy planning for the near future. One of the advantages of these solutions is that they are not very expensive. Some of them have no cost, because they are just different ways of living and thinking. And all of them can be applied very fast in short time periods (days, months or just some years). All of these result to Carbon Reduction. Some examples: Driving your car 50% less or carpooling with another person can save ~1000-3000 kg CO2e/yr. Upgrading the lightning technology of a medium sized house can save ~100-300 kg CO2e/yr.

Other methods.

More taxes in not going to have good results. The country faces 30% GDP decline and 50% increase in taxes and consumer values. Nobody can pay –or can accept to pay- more money for CO2 reduction.

Hydroelectric is already an important factor. But it is difficult to accept the idea of a big increase of its part to the total energy production. The main reason is the fact that there is less water in the country and because of climate change we can not expect a better future situation. Fewer rains and snows, more heat and perspiration makes the water for hydroelectric a valuable asset that is going to be less and as a result you can’t expect to find a CO2 solution to this kind of energy production. Another well known problem is the big land use and landscape alterations that are caused by huge dams etc. The idea of small hydroelectric for islands etc isn’t a serious one. The water problem is more serious there and even under the best perspectives the planning is about 0,5% participation at the final energy sum. These kind of ideas are mainly for political reasons and not for energy reasons. They are for the impression not for the result.

But the CO2 reduction (and of the other GHG) needs a really new process, a radical change of the basis of energy production for the country.
Taking into account the previous the only really logical solutions, with the best results and prospects, are solar power under a reasonable cost and land use and improvement in efficiency and efficacy.

[Synthesis Assignment: Policy Recommendations, Aug. 2016, written by Dimitrios D.Soufleris –  HarvardX: ENGSCI137x Energy Within Environmental Constraints]

Written by dds2

21 Νοεμβρίου, 2016 at 1:12 πμ

Η Βαρειά Βιομηχανία στην Ελλάδα, του Δημ. Μπάτση

leave a comment »

Το βιβλίο (κλασσικό σύγγραμμα πλέον) μπορεί να κατέβει/φορτωθεί από τα ακόλουθα: Σε μορφή pdf μπορείτε να το κατεβάσετε πατώντας εδώ (από το http://bluebig.wordpress.com/2013/12/22/%…84/).

ή από αυτό το ιστολόγιο ΕΔΩ: d.mpatsis.varia.viomixania

[συνανάρτηση και της σχετικής εργασίας: Η ελληνική αριστερά απέναντι στο αίτημα για ανάπτυξη: 1944-1953]

Η χρεοκοπία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ

leave a comment »

[αναδημοσίευση από

Kandanos Πολίτες και Φίλοι της Καντάνου και του Σελίνου, λόγω του μεγάλου ενδιαφέροντος του άρθρου, http://www.kandanos.eu/node/2150]

Η χρεοκοπία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ

 Αρθρο του Β. Νομικού, ηλεκ/γου μηχανικού από τη Συσπείρωση Αριστερών Μηχανικών

Η χρεοκοπία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ

1. Η ενεργειακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Η απελευθέρωση των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας (ΗΕ) και φυσικού αερίου (ΦΑ) στην Ευρώπη ξεκινά από τη δεκαετία του ’90 και συμπίπτει με μια ριζική αλλαγή στην ενεργειακή πολιτική της ΕΕ υπέρ των ΑΠΕ, τη χρήση του ΦΑ για ηλεκτροπαραγωγή, και του διασυνοριακού εμπορίου ενεργειακών αγαθών. Απώτερος στόχος, η δημιουργία μιας κοινής Ευρωπαϊκής αγοράς με ενιαίους κανόνες για όλες τις χώρες μέλη, η οποία θα διέπεται από το πνεύμα του ανταγωνισμού και της ελεύθερης αγοράς.
Η τάση προς ιδιωτικοποίηση των ενεργειακών κλάδων στηρίχτηκε από μια σειρά τεχνολογικούς και πολιτικούς παράγοντες. Σε ότι αφορά την τεχνολογία, μειώθηκε το κόστος κατασκευής των απαραίτητων υποδομών ενώ η ανάπτυξη των ΑΠΕ έδωσε τη δυνατότητα υλοποίησης εγκαταστάσεων “διεσπαρμένης παραγωγής”, δηλαδή την κατασκευή πολλών μικρών σταθμών παραγωγής ΗΕ κοντά στα κέντρα κατανάλωσης. Οι μονάδες αυτές, δεν εξαρτώνται από κάποιο ορυκτό καύσιμο, είναι αυτοματοποιημένες, η συντήρηση και η λειτουργία τους χρειάζεται ελάχιστο προσωπικό.
Σε ότι αφορά την οικονομία, η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση κεφαλαίου στο χρηματοπιστωτικό κλάδο, μείωσε το κόστος δανεισμού για την υλοποίηση επενδύσεων μεγάλης κλίμακας. Σε ότι αφορά το πολιτικό σκέλος, οι ιδιωτικοποιήσεις στο χώρο της ενέργειας συνέπεσαν με την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, τη μαζική εισαγωγή Ρωσικού ΦΑ στις βόρειες Ευρωπαϊκές χώρες, την κυριαρχία του φιλελευθερισμού και την κατάργηση των κοινωνικών συμβολαίων. Ιστορικά, η πρώτη ιδιωτικοποίηση στο χώρο της ενέργειας έγινε στα μέσα της δεκαετίας του ‘80 από τη Θάτσερ, σαν απάντηση στην απεργία των ανθρακωρύχων στη Μ. Βρετανία.
Η τάση για ιδιωτικοποίηση αποτυπώθηκε στις Ευρωπαϊκές Οδηγίες 1996/92/ΕΚ και 2001/77/ΕΚ για την απελευθέρωση των αγορών ΗΕ και ΦΑ και την Οδηγία 2009/28/ΕΚ για την προώθηση των ΑΠΕ και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Οι Οδηγίες αυτές έθεταν ως όρο συμμόρφωσης τη δημιουργία μιας ανταγωνιστικής αγοράς (περισσότεροι του ενός παικτών πέραν του κρατικού μονοπωλίου) καθώς και τον λογιστικό ή και ιδιοκτησιακό διαχωρισμό (unbundling) των καθετοποιημένων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε όλο το φάσμα της ενεργειακής αγοράς (παραγωγή – μεταφορά – διανομή).

Σε όλη την ΕΕ, πολιορκητικός κριός της ιδιωτικοποίησης ήταν οι ΑΠΕ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ενέργειας, καθορίζοντας ad hoc το ενεργειακό ισοζύγιο κάθε χώρας και επιβάλλοντας βαριές κυρώσεις σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, υπέδειξαν στις εθνικές κυβερνήσεις την οικονομική στήριξη και την με κάθε τρόπο διευκόλυνση επενδύσεων ΑΠΕ (περιβαλλοντικοί όροι, απαλλοτριώσεις κλπ). Για να διευκολύνει τη μετάβαση στην ελεύθερη αγορά ο δημόσιος τομέας αποκλείστηκε – οι επενδύσεις ΑΠΕ πρέπει να είναι ιδιωτικές επενδύσεις και όχι π.χ. ασφαλιστικά ταμεία ή υπηρεσίες κοινής ωφέλειας. Χωρίς την αθρόα χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, τον χαρακτηρισμό των επενδύσεων ως “εθνικής σπουδαιότητας” και, κυρίως, την εισαγωγή των εγγυημένων τιμών (Feed in Tariff – FiT) που θα αναλυθούν παρακάτω, το όραμα της “πράσινης ανάπτυξης” δε θα μπορούσε να γίνει πραγματικότητα.

Πρέπει να διευκρινιστεί ότι, τουλάχιστον ως τώρα, η ΕΕ δεν επιβάλει ρητά την πώληση κρατικών επιχειρήσεων αλλά τη δημιουργία μη ρυθμιζόμενων από το κράτος αγορών. Κάθε χώρα μέλος μπορεί να προβεί στις δικές της εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις προκείμενου να δημιουργήσει μια ανταγωνιστική αγορά στο εσωτερικό της. Η ιδιωτικοποίηση έρχεται έμμεσα καθώς τα κρατικά μονοπώλια πρέπει σταδιακά να αφήσουν ελεύθερο χώρο για τα ιδιωτικά κεφάλαια. Βασικό επιχείρημα για τα παραπάνω είναι ότι με την απουσία ανταγωνισμού το κρατικό μονοπώλιο μεταφέρει στο κοινωνικό σύνολο και στον κρατικό προϋπολογισμό “κρυμμένα” κόστη παραγωγής, έχει υψηλό λειτουργικό κόστος και συμβάλλει στη διόγκωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, εμποδίζει την είσοδο κεφαλαίων στην αγορά, , λειτουργεί με αδιαφάνεια, είναι έρμαιο των συνδικάτων κοκ.
Στον αντίποδα των παραπάνω βρίσκεται η αντίληψη ότι η αντιμετώπιση ως εμπορεύματος ενός ζωτικού αγαθού, όπως είναι η ενέργεια, δεν μπορεί παρά να αποτελέσει πεδίο κερδοσκοπίας από πλευράς του κεφαλαίου. Η ιδιωτικοποίηση των δημόσιων επιχειρήσεων ενέργειας σημαίνει εκποίηση δημόσιας περιουσίας και περιορισμό εθνικής κυριαρχίας, συνοδεύεται από οικονομικά σκάνδαλα, μεγάλες ανατιμήσεις εις βάρος του καταναλωτή, συμπίεση των εργατικών δικαιωμάτων και αμοιβών, συμβάλλει στη διόγκωση της οικονομικής ύφεσης με ότι αυτό συνεπάγεται.
Σήμερα, στις περισσότερες χώρες της ΕΕ οι εταιρίες ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου έχουν στον ένα ή άλλο βαθμό ιδιωτικοποιηθεί είτε μέσω χρηματιστηρίου είτε με άμεση πώληση σε κάποια funds. Σχεδόν 100% ιδιωτικοποιημένη είναι η ενεργειακή αγορά στη Μ. Βρετανία. Στις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου (Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία και Ελλάδα) οι αντίστοιχες εταιρίες έχουν ιδιωτικοποιηθεί (ή βρίσκονται σε διαδικασία ιδιωτικοποίησης) σε ποσοστό άνω του 50%. Αντίθετα, σε πολλές βόρειες χώρες που διαθέτουν κοιτάσματα ΦΑ και υδροηλεκτρικούς ή πυρηνικούς σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής (Σκανδιναβικές χώρες, Γαλλία, Βέλγιο, Ολλανδία και αλλά και σε μεγάλο ποσοστό στη Γερμανία) το Δημόσιο εξακολουθεί να ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος των ενεργειακών αγορών.
Η Ευρωπαϊκή ήπειρος με τις περιορισμένες ενεργειακές πηγές (άνθρακας και πυρηνική ενέργεια) έχει γίνει ο μεγαλύτερος εισαγωγέας ΦΑ ενώ ταυτόχρονα επένδυσε, και συνεχίζει να επενδύει, στην ανάπτυξη των πανάκριβων, αμφισβητούμενων και όχι και τόσο φιλικών στο περιβάλλον ΑΠΕ, Διάγραμμα 1. Το κόστος ενέργειας έχει εκτοξευθεί στα ύψη πράγμα που καθιστά την Ευρωπαϊκή βιομηχανία ολοένα και λιγότερο ανταγωνιστική ως προς τις ΗΠΑ, την Κίνα και την Ιαπωνία, Πίνακας 1

Διάγραμμα 1: παραγωγή ΗΕ ανά τύπο καυσίμου στην ΕΕ, περίοδος 1990 – 2009.

Πηγή : http://www.eea.europa.eu/data-and-maps/figures/gross-electricity-production-by-fuel-4

Πίνακας 1: κόστος ενέργειας στο βιομηχανικό τομέα ως ποσοστό του ΑΕΠ και σε €/kWh. Πηγές: ΙΕΑ, Eurostat
% ΑΕΠ
$US/kWh
ΗΠΑ
1,5
0,07
ΕΕ
2,7
0,17
Ιαπωνία
3,2
0,28
Σε πληθώρα μελετών και αναλύσεων εκφράζεται έντονος προβληματισμός για το ενεργειακό μέλλον της ΕΕ καθώς τα επιχειρήματα της “πράσινης ανάπτυξης” φαίνεται να ξεθωριάζουν λόγω της παρατεταμένης οικονομικής ύφεσης στη ζώνη του ευρώ αλλά και τεχνολογικών καινοτομιών όπως η δυνατότητα εξόρυξης πετρελαίου και ΦΑ από σχιστολιθικά πετρώματα στις ΗΠΑ που σηματοδοτούν μια σταθεροποίηση ή και πτώση των τιμών των ορυκτών καυσίμων μέχρι το 20301.
2. Η απελευθέρωση της αγοράς ΗΕ στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα, η απελευθέρωση της αγοράς ΗΕ έγινε σε συμμόρφωση των Ευρωπαϊκών Οδηγιών. Οι ΑΠΕ ήταν ο πολιορκητικός κριός της απελευθέρωσης και μάλιστα με στοιχεία “λαϊκού καπιταλισμού” καθώς, μέχρι και το 2009, ήταν ενταγμένες στους αναπτυξιακούς νόμους και στηρίχτηκαν σε δημόσιες επιχορηγήσεις ιδιωτικών επενδύσεων, σε ποσοστό μέχρι και 40%.
Το νομοθετικό πλαίσιο ήταν δαιδαλώδες (Ν. 2244/94, Ν. 2773/99, Ν. 3851/2010 γνωστός και ως νόμος Μπιρμπίλη, Ν. 4001/2011), μεταβάλλονταν συνέχεια υπέρ των επενδυτών και εις βάρος της ΔΕΗ Α.Ε. και εξαρχής ήταν προσανατολισμένο στην εξασφάλιση των επενδύσεων και της κερδοφορίας των ιδιωτικών κεφαλαίων.
Παρόλα αυτά, μέχρι την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης, η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ ΔΕΝ ήταν στην ατζέντα των κυβερνήσεων Σημίτη – Καραμανλή. Αυτό οφείλεται, ίσως, στο ότι οι κυβερνήσεις είχαν κάποια επίγνωση της πραγματικά στρατηγικής σημασίας που παίζει η ΗΕ για τη χώρα. Αφετέρου, όπως θα αναλυθεί και στη συνέχεια, το όλο σύστημα βασίζονταν τόσο στο δανεισμό – με κρατική εγγύηση – της ΔΕΗ Α.Ε. (που κάλυπτε τις “τρύπες” που δημιουργούσε η λειτουργία της αγοράς) όσο και στη διαρκή ανατίμηση των τιμολογίων λιανικής. Νέα “ενεργειακά” τζάκια εμφανίστηκαν με την ισχυροποίηση κατασκευαστικών ομίλων, την είσοδο πολυεθνικών κολοσσών και τον αθρόο δανεισμό από τις ελληνικές και ξένες τράπεζες.

Μέχρι τα Μνημόνια, η αγορά ΗΕ στην Ελλάδα ΔΕΝ ήταν πλήρως απελευθερωμένη καθώς:

  • Η τιμή λιανικής καθορίζονταν από το Υπουργείο Οικονομικών. Από την 1η Ιουλίου 2013 το κόστος ηλεκτροπαραγωγής (χονδρική) έχει μεταφερθεί πλήρως στους καταναλωτές (λιανική).
  • Όσο η ΔΕΗ Α.Ε. διαθέτει πλούσιο ενεργειακό μίγμα (μονοπώλιο στα κοιτάσματα λιγνίτη και στους μεγάλους υδροηλεκτρικούς σταθμούς – ΥΗΣ) κανείς ιδιώτης δεν μπορεί να παράγει ενέργεια σε πραγματικά ανταγωνιστικές τιμές.
Η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ Α.Ε. τέθηκε ως βασικός όρος στο Επικαιροποιημένο Πρόγραμμα του Μνημονίου (Αύγουστος 2010). Με το ΦΕΚ Α168/24-07-2013 η πώληση τουλάχιστον του 30% της ΔΕΗ Α.Ε. και του 66% του δικτύου μεταφοράς (ΑΔΜΗΕ Α.Ε.) έγινε νόμος του κράτους. Τα χρονοδιαγράμματα που προβλέπονται είναι ασφυκτικά και η πώληση πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέχρι το 2014.
2.1 The Greek model: Τυχοδιωκτισμός, κερδοσκοπία και απουσία Ενεργειακού Σχεδιασμού
Η απορρύθμιση της Ελληνικής αγοράς ηλεκτρισμού την περίοδο 2001 – 2012 και η μαζική είσοδος επενδυτών άλλαξε ριζικά το ηλεκτρικό ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας. Η εγκατεστημένη ισχύς των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής στο διασυνδεδεμένο σύστημα (πλην νησιών) για το 2012 δίνεται στον Πίνακα 2 ενώ το Διάγραμμα 2 δίνει μια σύγκριση του ενεργειακού μίγματος (σε ποσοστό %) που χρησιμοποιήθηκε για ηλεκτροπαραγωγή για τα έτη 2004 και 2012.
Πίνακας 2: Εγκατεστημένη Ισχύς μονάδων (MW) ηλεκτροπαραγωγής (ΔΕΗ + ιδιώτες) στο Ελληνικό Σύστημα (Πηγή: ΛΑΓΗΕ, Συνοπτικό Πληροφοριακό Δελτίο Δεκέμβριος 2012)
Καύσιμο
Εγκατεστημένη
Ισχύς (MW)
%
Λιγνίτης (100% ΔΕΗ)
4.456
28,43%
Φυσικό Αέριο (35% ΔΕΗ, 65% ιδιώτες)
4.486
28,62%
Πετρέλαιο (100% ΔΕΗ)
698
4,45%
Μεγάλα Υδροηλεκτρικά (100% ΔΕΗ)
3.018
19,25%
ΑΠΕ (~100% ιδιώτες)
3.018
19,25%
ΣΥΝΟΛΟ
15.676
100,00%
Σε ότι αφορά τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής του Πίνακα 2, το σύνολο των λιγνιτικών και υδροηλεκτρικών σταθμών ανήκει ακόμα στη ΔΕΗ Α.Ε. Σε μεγάλες κοινοπραξίες Ελληνικών και πολυεθνικών επιχειρηματικών ομίλων ανήκει το σύνολο σχεδόν των σταθμών ΑΠΕ (ΓEK ΤΕΡΝΑ Α.Ε. – Gaz De France Suez, Ρόκας – Ibedrola, Όμιλος ΕΛ.ΠΕ. – EDISONItaly) και περισσότερο από το 50% της εγκατεστημένης ισχύος σταθμών ΦΑ, (ΓEK ΤΕΡΝΑ Α.Ε., ΑΚΤΩΡ – Μπόμπολας, Όμιλος ΕΛ.ΠΕ. – EDISONItaly, ΕΝΕL Ιταλία – Κοπελούζος, EdF France κλπ ).
Το ΦΑ που εισάγεται στην Ελλάδα, έχει την υψηλότερη τιμή σε όλη την ΕΕ και μια από τις υψηλότερες τιμές σε όλο τον κόσμο, παράμετρος που από την πρώτη στιγμή έκανε προβληματική τη βιωσιμότητά τους (13,27 €/GJ σε σύγκριση με τα 10,55 €/GJ που είναι ο μέσος όρος της ευρωζώνης2).
Συγκρίνοντας τον Πίνακα 2 (ισχύς) και το Διάγραμμα 1 (ενέργεια), διαπιστώνεται μια δραστική μείωση της λιγνιτικής παραγωγής προς όφελος της ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ και ΦΑ για την περίοδο 2004-2012. Εντούτοις, παρά την αύξηση της ισχύος μονάδων ΦΑ (29% του συνόλου το 2012), η συνεισφορά του ΦΑ στην παραχθείσα ενέργεια είναι μόλις 27%. Οι λιγνιτικές μονάδες (28% της συνολικής ισχύος) παράγουν το 52% της ενέργειας. Αυτό οφείλεται στο πολύ υψηλό κόστος λειτουργίας των μονάδων ΦΑ (~100€/MWh) σε σχέση με τις λιγνιτικές μονάδες (40-50€/MWh). Οι ΑΠΕ αν και αποτελούν το 20% της εγκατεστημένης ισχύος της χώρας, παράγουν μόλις το 10% της ενέργειας που καταναλώνεται. Αυτό οφείλεται στο χαμηλό βαθμό αξιοπιστίας των ΑΠΕ, λόγω του στοχαστικού χαρακτήρα του ήλιου και του ανέμου.
Tο Μάρτιο του 2013, η συνολική ισχύς ΑΠΕ σε λειτουργία (με συμβόλαιο αγοραπωλησίας) ήταν 3.463 MW, υπό σύνδεση (με συμβόλαιο αγοραπωλησίας) ήταν άλλα 2.282 MW ενώ η συνολική ισχύς ΑΠΕ (εγκαταστάσεις σε λειτουργία, υπό σύνδεση και σε πρώιμο στάδιο) φτάνει τα 32.527 MW! Το νούμερο αυτό είναι εξωπραγματικό για τις ανάγκες της χώρας και φανερώνει τoν πρόχειρο και τυχοδιωκτικό χαρακτήρα της αγοράς – φούσκας που έχει δημιουργηθεί.
Διάγραμμα 2: Ανάλυση του ενεργειακού μίγματος (%) ανά κατηγορία καυσίμου που χρησιμοποιήθηκε για παραγωγή ΗΕ τα έτη 2004 και 2012.
(Πηγή: ΑΔΜΗΕ Α.Ε. Δεκαετές Πρόγραμμα Ανάπτυξης Συστήματος Μεταφοράς, 2014-2023)
Τη ίδια στιγμή, ενώ το ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας άλλαζε ριζικά και η εγκατεστημένη ισχύς παραγωγής αυξήθηκε, η οικονομική ύφεση μείωσε τη συνολική ζήτηση. Στο Διάγραμμα 3 (συνεχής γραμμή) αποτυπώνεται η ζήτηση ΗΕ σε TWh στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Είναι σαφής μια απότομη πτώση από το 2008 και μετά. Για το 2012 καταγράφεται μια ζήτηση της τάξεως των 54 TWh, με πτώση της τάξεως του 8% σε σχέση με τις περίπου 58,5 TWh του 2008, που δείχνει το βάθος της ύφεσης στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα (παραγωγικό κεφάλαιο ή “πραγματική” οικονομία). Η τάση αυτή συνεχίζει να είναι πτωτική και για το 2013. Για τα έτη 2012 και 2013, η πραγματική αιχμή του συστήματος δεν ξεπέρασε τα 9.500 MW, σε σύγκριση με τα 15.700 MW της διαθέσιμης εγκατεστημένης ισχύος.
Διάγραμμα 3: Μεταβολή ζήτησης ΗΕ στην Ελλάδα και αιχμής φορτίου 2000 – 2012. (Πηγή: ΑΔΜΗΕ: Δεκαετές Πρόγραμμα Ανάπτυξης Συστήματος Μεταφοράς 2014-2023, διαθέσιμο στο διαδίκτυο)
Σύμφωνα με στοιχεία του ΥΠΕΚΑ (“Εθνικός Ενεργειακός Σχεδιασμός – Οδικός Χάρτης για το 2050”, Μάρτιος 2012) o “εκσυγχρονισμός” του ενεργειακού μείγματος με την κατασκευή νέων σταθμών ΦΑ και την εισαγωγή των ΑΠΕ κόστισε πάνω από €15 δις μέσα σε 10 χρόνια. Τα επιτόκια δανεισμού των επενδύσεων αυτών κυμαίνονταν από 8-11% (οι επενδύσεις σε ενεργειακά έργα θεωρούνται ιδιαίτερα επισφαλείς) με ρήτρες απόσβεσης εντός δεκαετίας. Οι επισφάλειες αυτές, καλύφθηκαν από την κατακόρυφη αύξηση της τιμής της ΗΕ Και, όπως θα φανεί στη συνέχεια, από το δανεισμό της κρατικά ελεγχόμενης ΔΕΗ Α.Ε.
Συνοπτικά, με το ελληνικό μοντέλο απορρύθμισης της αγοράς:
  • Η ενεργειακή εξάρτηση της χώρας αυξήθηκε είτε άμεσα (χρήση ΦΑ) είτε έμμεσα (σχεδόν αποκλειστικά εισαγόμενος εξοπλισμός ΑΠΕ υψηλής τεχνολογίας, με μηδαμινή μεταφορά τεχνογνωσίας και δημιουργία ελάχιστων σταθερών θέσεων εργασίας).
  • Προκάλεσε μια υδροκέφαλη αγορά ΗΕ με υπερβάλλουσα εγκατεστημένη ισχύ και ταυτόχρονη σταθερή μείωση της ζήτησης και των ετήσιων πωλήσεων.
  • Κόστισε περίπου €15 δις με υψηλά επιτόκια δανεισμού, ο οποίος πρέπει να αποσβεστεί.
  • Επέβαλε τη λειτουργία μονάδων ΦΑ με εισαγόμενο ενεργειακό καύσιμο και υψηλό λειτουργικό κόστος.
  • Ο όποιος ενεργειακός σχεδιασμός αποδείχτηκε λανθασμένος και εξωπραγματικός για τα δεδομένα της χώρας.
2.2 Ελεύθερη Αγορά με την εγγύηση του κράτους
Μια παράμετρος που δεν έχει αναλυθεί, είναι τα έμμεσα κόστη που δημιουργεί η λειτουργία της αγοράς, πέρα από το κόστος του εξοπλισμού και εισαγωγής του καυσίμου. Κόστη που σε μεγάλο βαθμό θα ήταν ανύπαρκτα σε συνθήκες φυσικού μονοπωλίου.
Διάγραμμα 4: λειτουργία χονδρεμπορικής αγοράς ΗΕ στην Ελλάδα, στοιχεία Σεπτεμβρίου 2013
Η Ελληνική χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας λειτουργεί με ένα μοντέλο Υποχρεωτικής Κοινοπραξίας (Mandatory Pool), Διάγραμμα 4. Το σύνολο της ΗΕ που παράγεται, διακινείται και καταναλώνεται σε μια ημέρα αγοράζεται ή πωλείται μέσω μιας 100% δημόσιας εταιρίας, του ΛΑΓΗΕ Α.Ε., και δεν επιτρέπονται διμερείς συναλλαγές (physical bilateral transactions) μεταξύ των συμμετεχόντων της αγοράς (παραγωγοί, προμηθευτές, έμποροι)3 . Η βιωσιμότητα του μοντέλου αγοράς, στηρίζεται στην παραδοχή μιας διαρκώς αυξανόμενης ζήτησης φορτίου που θα καθιστά αναγκαία την κατασκευή νέων αιχμιακών μονάδων, φωτογραφίζοντας τις μονάδες ΦΑ. Σε περίπτωση που η αγορά λειτουργεί ομαλά, το ισοζύγιο του ΛΑΓΗΕ Α.Ε. είναι μηδενικό. Αντίθετα, σε περίπτωση που η αγορά αντιμετωπίζει προβλήματα, η Δημόσια αυτή επιχείρηση παρουσιάζει λογιστικό έλλειμμα …
Μια επιπλέον ιδιαιτερότητα της Ελληνικής αγοράς είναι η σχεδόν απόλυτη κυριαρχία της ΔΕΗ Α.Ε. στο χώρο της προμήθειας (λιανικό εμπόριο), μετά τη χρεοκοπία και το γνωστό σκάνδαλο των παρόχων Hellas Power και Energa. Όπως φαίνεται στο Διάγραμμα 4, αν στη λιανική αγορά υπάρχει αδυναμία πληρωμής των τιμολογίων, η ΔΕΗ Α.Ε. είναι υποχρεωμένη να καλύπτει το έλλειμμα της αγοράς. Μόνο τα τελευταία χρόνια η ΔΕΗ Α.Ε. έχει δανειστεί περισσότερο από €1,0δις, μεγάλο μέρος του οποίου κατευθύνθηκε στην την τόνωση των αγορών και την αποπληρωμή των παραγωγών ΑΠΕ 4.
Έτσι, η αποτυχία του ενεργειακού σχεδιασμού που επέβαλε η ΕΕ, η εξασφάλιση των τυχοδιωκτικών ιδιωτικών επενδύσεων και η χρησιμοποίηση της κατά 51% δημόσιας ΔΕΗ Α.Ε. σα δοχείο διαστολής των δυσλειτουργιών της αγοράς, έγινε μια ακόμα συνιστώσα στο φούσκωμα του δημοσίου χρέους …
Η χονδρεμπορική αγορά, αναλύεται σε επιμέρους αγορές, κυριότερες από τις οποίες είναι:
Η Βραχυχρόνια Αγορά – ο Ημερήσιος Ενεργειακός Προγραμματισμός (ΗΕΠ)
Η βραχυχρόνια αγορά ενέργειας (Ημερήσιος Ενεργειακός Προγραμματισμός – ΗΕΠ), καθορίζει την Οριακή Τιμή Συστήματος (ΟΤΣ σε €/ΜWh). Η ΟΤΣ είναι το “νόμισμα” με το οποίο συναλλάσσονται όλοι οι εμπλεκόμενοι στην αγορά (παραγωγοί από συμβατικούς σταθμούς, προμηθευτές και έμποροι) και εκφράζει το συνολικό κόστος λειτουργίας της αγοράς (προμήθεια καυσίμων και λειτουργικά κόστη. Οι παραγωγοί ΑΠΕ αποζημιώνονται σε υψηλότερες τιμές, με το σύστημα εγγυημένων τιμών.
Χωρίς να γίνει επέκταση σε πολλές λεπτομέρειες, καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της ΟΤΣ παίζει η σειρά με την οποία εντάσσονται οι μονάδες ανάλογα με το λειτουργικό (μεταβλητό) τους κόστος. Οι ΑΠΕ, οι φθηνότερες συμβατικές μονάδες (λιγνιτικές) και οι μονάδες με υποχρεωτική λειτουργία σε τεχνικά ελάχιστη παραγωγή εντάσσονται κατά προτεραιότητα. Η πολύ μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ και η μείωση της ζήτησης, οδήγησε στο φαινόμενο να καλύπτεται σχεδόν πλήρως το φορτίο από τις ΑΠΕ και τις μονάδες που λειτουργούν σε τεχνικά ελάχιστα. Έτσι, η ΟΤΣ διαρκώς μειώνεται ενώ οι προσφορές των ιδιωτικών μονάδων ΦΑ (κόστος ~100€/ΜWh) απορρίπτονται από το μοντέλο αγοράς. Αν και σύμφωνα με τους “νόμους της αγοράς” θα έπρεπε να αφεθούν να χρεοκοπήσουν, με αποφάσεις της ΡΑΕ θεσμοθετήθηκε η υποχρεωτική κατανομή του 30% της παραγωγής από μονάδες ΦΑ και μάλιστα σε τιμή +10% του λειτουργικού κόστους. Έτσι, οι ιδιώτες παραγωγοί εξασφάλισαν ένα σταθερό και εγγυημένο κέρδος!
Ο Μηχανισμός Διασφάλισης Επάρκειας Ισχύος
Με το μηχανισμό αυτό, οι παραγωγοί λαμβάνουν αμοιβή και ανακτούν μέρους του κεφαλαιουχικού του κόστους (αποπληρωμή τραπεζικών δανείων και τόκοι επενδύσεων) με βάση την ετήσια διαθεσιμότητα τους και όχι με βάση την ημερησία (πραγματική) παραγωγή τους. Η διαθεσιμότητα μιας μονάδας ηλεκτροπαραγωγής εξαρτάται από την παλαιότητά της και την τεχνολογία που χρησιμοποιεί. Αν συγκρίνουμε τη διαθεσιμότητα μιας (ακριβής) μονάδας ΦΑ με μια ισοδύναμη (φθηνή) λιγνιτική, η μονάδα ΦΑ εμφανίζεται πλεονεκτικότερη. Πέρα από αυτό, ο μηχανισμός αυτός εφαρμόζεται ανεξάρτητα από το αν έχει αποσβεσθεί ή όχι μια επένδυση, ακόμα και για μονάδες που θεωρούνται πεπαλαιωμένες ή (λόγω κόστους) κατανέμονται ελάχιστα (π.χ. η αιχμιακή μονάδα του ΗΡΩΝ που ουσιαστικά λειτούργησε μόνο την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων). Με αποφάσεις της ΡΑΕ, το κόστος αυτό ανέρχεται σήμερα στα 45.000€/ΜW. Μια μονάδα των 400MW λαμβάνει περίπου €18 εκ. το χρόνο (περίπου 11% του κεφαλαιουχικού της κόστους) χωρίς να χρειάζεται να παράγει ούτε μια kWh …
Το Σύστημα Εγγυημένων Τιμών ΑΠΕ
Το σύστημα αυτό εφαρμόστηκε και εξακολουθεί να εφαρμόζεται με διάφορες μορφές σε όλες τις χώρες της ΕΕ. Σύμφωνα με το σύστημα των εγγυημένων τιμών (FiT) η παραγωγή των ΑΠΕ αγοράζεται υποχρεωτικά από το ΛΑΓΗΕ Α.Ε. σε σταθερές τιμές και με μακροχρόνια συμβόλαια αγοραπωλησίας (10-20 χρόνια).
Πίνακας 3: Εγγυημένες τιμές ΑΠΕ σε χώρες της ΕΕ, τιμές Απριλίου 2010 σε €/KWh
(Πηγή: http://www.energy.eu/#Feedin)
Member state
Windpower
“On-shore”
Wind power
“Off-shore”
Solar PV
Biomass
Hydro
Austria
0.073
0.073
0.29 – 0.46
0.06 -0.16
n/a
Bulgaria
0.07 – 0.09
0.07 – 0.09
0.34 – 0.38
0.08 – 0.10
0.045
Cyprus
0.166
0.166
0.34
0.135
n/a
Czech Republic
0.108
0.108
0.455
0.077 – 0.103
0.081
France
0.082
0.31 – 0.58
n/a
0.125
0.06
Germany
0.05 – 0.09
0.13 – 0.15
0.29 – 0.55
0.08 – 0.12
0.04 – 0.13
Greece
0.07 – 0.09
0.07 – 0.09
0.55
0.07 – 0.08
0.07 – 0.08
Ireland
0.059
0.059
n/a
0.072
0.072
Italy
0.3
0.3
0.36 – 0.44
0.2 – 0.3
0.22
Netherlands
0.118
0.186
0.459 – 0.583
0.115 – 0.177
0.073 – 0.125
Portugal
0.074
0.074
0.31 – 0.45
0.1 – 0.11
0.075
Spain
0.073
0.073
0.32 – 0.34
0.107 – 0.158
0.077
United Kingdom
0.31
n/a
0.42
0.12
0.23

Στον Πίνακα 3, δίνονται οι εγγυημένες τιμές ΑΠΕ σε χώρες της ΕΕ για το έτος 2010, πριν την κορύφωση της οικονομικής κρίσης. Η πριμοδότηση των ΑΠΕ είχε ενιαία χαρακτηριστικά σε όλες σχεδόν τις χώρες της ΕΕ. Οι τιμές είναι περίπου συγκρίσιμες και δε λαμβάνουν υπόψη το διαφορετικό βαθμό οικονομικής ανάπτυξης ούτε το διαφορετικό δυναμικό ΑΠΕ κάθε χώρας. Για παράδειγμα, το 2010 η μέγιστη τιμή ΗΕ από Φ/Β στη Γερμανία είναι ίση με τη μέση τιμή στην Ελλάδα, αν και η Γερμανική οικονομία είναι πολλαπλάσια της Ελληνικής ενώ ο βαθμός ηλιοφάνειας στη χώρα μας είναι πολύ μεγαλύτερος από τη Γερμανία.

Έτσι, π.χ. για τους Φ/Β σταθμούς στην Ελλάδα η αποζημίωση έφτανε τα 0,55€/kWh (550€/MWh) ενώ για τα Α/Π ήταν ~90€/MWh – δεκαπλάσια και διπλάσια, αντίστοιχα, από ότι το κόστος λειτουργίας ενός λιγνιτικού σταθμού (~50€/MWh)!
Σαν αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης (αλλά και της σταδιακής χρεοκοπίας των αγορών ΗΕ στις περισσότερες χώρες της ΕΕ), οι εγγυημένες τιμές του Πίνακα 5 αναπροσαρμόστηκαν προς τα κάτω τα τελευταία χρόνια σε όλες τις χώρες ενώ επιβλήθηκαν περιορισμοί στην απορρόφηση και τη δημιουργία νέων σταθμών ΑΠΕ.
Ο περιορισμός στη διείσδυση των ΑΠΕ δεν προήλθε από κάποιο “αυτοματισμό” λόγω κορεσμού της αγοράς αλλά ήταν κεντρική πολιτική απόφαση. Η αγορά ΑΠΕ όσο απότομα ανδρώθηκε άλλο τόσο απότομα φαίνεται να ξεφουσκώνει σε όλη την ΕΕ.
2.3 Το έλλειμμα του ΛΑΓΗΕ Α.Ε. και η χρεοκοπία της αγοράς
Ο τρόπος λειτουργίας της αγοράς ΗΕ στην Ελλάδα έχει δημιουργήσει μια κατάσταση ασφυξίας στον (100% δημόσιο) ΛΑΓΗΕ Α.Ε.. Η ασφυξία αυτή μεταφράζεται σε ένα διαρκώς διογκούμενο έλλειμμα της χονδρεμπορικής αγοράς το οποίο κυβέρνηση και τρόικα προσπαθούν να αντιμετωπίσουν με διαρκείς ανατιμήσεις του ηλεκτρικού ρεύματος.
Ο ΛΑΓΗΕ Α.Ε. αδυνατεί να πληρώσει τους παραγωγούς (αυτή τη στιγμή οι πληρωμές γίνονται με 7μηνη καθυστέρηση) και πολλοί μικροεπενδυτές στο χώρο των ΑΠΕ (ιδιαίτερα αγρότες με Φ/Β) αντιμετωπίζουν κίνδυνο οικονομικής καταστροφής καθώς είναι υπερχρεωμένοι στις τράπεζες με υποθήκη τις εγκαταστάσεις και τα οικόπεδα των σταθμών τους,
Το έλλειμμα αυτό, δημιουργείται από την ίδια τη λειτουργία της χονδρεμπορικής αγοράς και δημιουργείται με τον ακόλουθο τρόπο: Το σύνολο της παραγωγής ΑΠΕ εντάσσεται κατά προτεραιότητα στο πρόγραμμα της ημερήσιας κατανομής των μονάδων παραγωγής, με μηδενική τιμή προσφοράς. Η ΟΤΣ μειώνεται και η λειτουργία των συμβατικών μονάδων (που αποζημιώνονται με την ΟΤΣ) εμφανίζεται ζημιογόνα. Παράλληλα, επειδή η αποζημίωση των παραγωγών ΑΠΕ γίνεται με τις κατά πολύ υψηλότερες εγγυημένες τιμές το ισοζύγιο του ΛΑΓΗΕ εμφανίζεται διαρκώς ελλειμματικό.
Για την αντιμετώπιση του ελλείμματος αυτού, ο Ν. 4001/2011 ενεργοποίησε τον “Ειδικό Διαχειριστικό Λογαριασμό ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ”, τα έσοδα του οποίου μετακυλίονται στους καταναλωτές και προέρχονται από διάφορες πηγές κρατήσεων (Ειδικό Τέλος Μείωσης Εκπομπών Αερίων Ρύπων – ΕΤΜΕΑΡ (πρώην “Τέλος ΑΠΕ”), Ειδικό Τέλος Λιγνίτη, Δικαιώματα Εκπομπής Αερίων Θερμοκηπίου, και το 25 % του τέλος υπέρ ΕΡΤ. Έτσι, το κόστος αποζημίωσης των ΑΠΕ που μετακυλίεται στον τελικό καταναλωτή αυξήθηκε από 5,99 το 2011 σε 14,93 €/MWh τον Αύγουστο του 2013, μια αύξηση 249 % ! Παράλληλα επιβλήθηκε Έκτακτη Εισφορά και στους παραγωγούς ΑΠΕ.
Παρά τα μέτρα αυτά, όμως, το έλλειμμα του ΛΑΓΗΕ συνεχίζει να διευρύνεται και αναμένεται να φτάσει τα €695 εκ. το Δεκέμβριο του 2014 (ΛΑΓΗΕ Α.Ε. “Μηνιαίο Δελτίο Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ Αύγουστος 2013”). Αν όμως συνεχιστεί να αυξάνεται με τους ίδιους ρυθμούς η αδυναμία πληρωμής των λογαριασμών από τους καταναλωτές, εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει το € 1,0 δις.
3. Πόσο κοστίζει η απελευθέρωση της αγοράς ΗΕ στην Ελλάδα
Συνοψίζοντας τα μέχρι τώρα, το κόστος της απελευθέρωσης της αγοράς ΗΕ έχει κοστίσει:
  • Περί τα €15 δις σε επενδύσεις μονάδων ΦΑ και ΑΠΕ. Σε αυτά θα πρέπει να προστεθούν το κόστος για την εξυπηρέτηση του δανεισμού που κυμαίνεται σε 8-11% το χρόνο.
  • Στο παραπάνω ποσό θα συμπεριληφθεί και το κόστος κατασκευής ηλεκτρικών δικτύων για τη σύνδεση των παραγωγών ΑΠΕ. Σύμφωνα με μελέτες της ΡΑΕ («Ανάλυση Κόστους Σύνδεσης Αιολικών Πάρκων στο ΕΔΣΜ», Ιανουάριος 2012 και «Ανάλυση Κόστους Σύνδεσης Φωτοβολταϊκών Σταθμών στο ΕΔΣΜ και σε τοπικά δίκτυα ΜΤ», Μάρτιος 2012) το ποσό αυτό εκτιμάται σε € 200εκ. Τα φιλόδοξα προγραμματιζόμενα έργα για τη διασύνδεση των νησιών (Κρήτη, Κυκλάδες, Νησιά του Β.Α. Αιγάιου) ξεπερνούν τα € 3,0 δις για την επόμενη δεκαετία.

Τέλος, στα παραπάνω κόστη θα πρέπει να προστεθούν και τα κόστη λειτουργίας της αγοράς.

Αυγούστου 2013. Στον Πίνακα 5 δίνεται το κόστος των άλλων μηχανισμών αγοράς – πλην της εκκαθάρισης.

Στην ανάλυση δεν έχει συμπεριληφθεί το κόστος των εισαγωγών και η εκκαθάριση της αγοράς γιατί τα στοιχεία που σχετίζονται με αυτές τις δραστηριότητες δεν είναι διαθέσιμα στο διαδίκτυο. Επίσης δεν έχει συμπεριληφθεί το διασυνοριακό εμπόριο και η τιμολόγηση των επικουρικών υπηρεσιών. Τα πραγματικά νούμερα, είναι λίγο μεγαλύτερα …
Το σύνολο του κόστους λειτουργίας αγοράς ανέρχεται σε € 4.683,08 εκ. για την παραγωγή περίπου 50.300 GWh. Το 35,25% του κόστους αφορά την αποζημίωση των ΑΠΕ ενώ άλλο ένα 26,77% αφορά τη φορολογία και επιμέρους λειτουργίες της αγοράς.
Συνολικά, οι μηχανισμοί της αγοράς που έμμεσα επιδοτούν τις ιδιωτικές επενδύσεις αφορούν το 23,48%. Αν σε αυτά προστεθούν και οι εγγυημένες τιμές των ΑΠΕ, το σύνολο της επιδότησης φτάνει το 58,73% !
Πίνακας 4: Κόστος χονδρεμπορικής αγοράς (Σεπτέμβριος 2012 – Αύγουστος 2013)
Πηγές: Μηνιαία Δελτία ΗΕΠ, Μηνιαία Δελτία ΑΠΕ (ΛΑΓΗΕ Α.Ε.), εκκαθάριση λογαριασμών προσαυξήσεων (ΑΔΜΗΕ Α.Ε.), διαθέσιμα στο διαδίκτυο
GWh
Κόστος ΗΕΠ (εκ. €)
Κόστος Εκκαθάρισης
(εκ. €)
Εγγυημένες
Τιμές
(εκ. €)
Σύνολο
(εκ. €)
/MWh
Συμβατικές Μονάδες
42.238
1.777,9
(*)
1.777,9
42,1
ΑΠΕ
8.092
246,3
27,1
1.337,7
1.651,1
204,03
Γενικό Σύνολο
50.330
3.429,0
(*) Μη προσβάσιμες τιμές
Πίνακας 5: Κόστος άλλων μηχανισμών αγοράς. Πηγή: Εκκαθάριση λογαριασμών προσαυξήσεων (ΑΔΜΗΕ Α.Ε.), διαθέσιμη στο διαδίκτυο
εκ.
Μηχανισμός Ανάκτησης Μεταβλητού Κόστους
647,73
Ειδικός Φόρος Καυσίμων
154,69
Μηχανισμός Επάρκειας Ισχύος (ΑΔΙ)
451,66
Γενικό Σύνολο Κόστους Επιμέρους Μηχανισμών της Αγοράς
1.254,08
Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του κόστους δεν θα υπήρχε σε συνθήκες κρατικού μονοπωλίου: μια καθετοποιημένη δημόσια επιχείρηση δε θα χρειάζονταν να εισάγει μηχανισμούς εξασφάλισης διαθεσιμότητας ισχύος, και μάλιστα για μονάδες που έχουν αποσβέσει το δανεικό τους κόστος, ούτε να πριμοδοτεί μονάδες ΦΑ προκειμένου να τις εντάξει στο πρόγραμμα κατανομής, Σε ότι αφορά τις ΑΠΕ, μια ορθολογική εισαγωγή τους στο ενεργειακό ισοζύγιο θα μείωνε κατά πολύ το κόστος τους.
5. Η πώληση της ΔΕΗ και ο ρόλος της ΕΕ
Βασικός στόχος της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2009/72/ΕΚ είναι η διαμόρφωση ενός ενιαίου τρόπου λειτουργίας των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας στις χώρες μέλη της ΕΕ, που περιγράφεται ως Ενιαίο Μοντέλο Ευρωπαϊκής Αγοράς Ηλεκτρισμού (Target Model & European Price Coupling – EPC) και θα αρχίσει να εφαρμόζεται από την 01-01-2015.
Στο Ενιαίο Μοντέλο Αγοράς, η δημοπράτηση συναλλαγών ηλεκτρικής ενέργειας ανάμεσα σε οποιεσδήποτε χώρες της ΕΕ θα είναι ελεύθερη ενώ η διενέργεια των συναλλαγών θα γίνεται μέσω ενός Ευρωπαϊκού Χρηματιστηρίου Ενέργειας, με έδρα το Λουξεμβούργο. Στα πλαίσια του Ενιαίου Μοντέλου Αγοράς, τα Ευρωπαϊκά δίκτυα έχουν διαχωριστεί σε επτά περιφέρειες ηλεκτρικής ενέργειας (ζώνες) με την Ελλάδα να ανήκει στην περιφερειακή αγορά της Κεντρικής – Νότιας Ευρώπης (CSE), Διάγραμμα 5.
Προϋπόθεση για τη λειτουργία του μοντέλου αυτού, είναι η δραστηριοποίηση επενδυτών στο χώρο της προμήθειας (διανομή) που σήμερα μονοπωλείται από τη ΔΕΗ Α.Ε. Το Νοέμβριο του 2012, η ΡΑΕ κλήθηκε να εξειδικεύσει σε μια σειρά προτάσεις και μέτρα όλα όσα προβλέπεται στο επικαιροποιημένο μνημόνιο (Αύγουστος 2012) και αφορούν την προετοιμασία της αγοράς για την ένταξη στο Ενιαίο Μοντέλο Ευρωπαϊκής Αγοράς Ηλεκτρισμού.
Η έκθεση της ΡΑΕ είναι αποκαλυπτική. Σε ένα περιβάλλον κατάρρευσης της αγοράς, παραδέχεται ότι μόνο οι καθετοποιημένες επιχειρήσεις ηλεκτρισμού μπορούν να προσφέρουν το ενεργειακό προϊόν σε πραγματικά ανταγωνιστικές τιμές (sic) και αναγνωρίζει τον καθοριστικό ρόλο της ΔΕΗ Α.Ε. στη διατήρηση χαμηλής τιμής της ΗΕ λόγω του ενεργειακού μίγματος που χρησιμοποιεί (λιγνίτης και υδροηλεκτρικά).

Διάγραμμα 5: Ευρωπαϊκές περιφερειακές ζώνες αγορών ηλεκτρικής ενέργειας

Καθοριστικός παράγοντας στην αποτυχία του υφιστάμενου μοντέλου είναι το γεγονός ότι αν και η λειτουργία του mandatory pool έχει οδηγήσει σε αρκετά σημαντικές επενδύσεις στο στάδιο της ηλεκτροπαραγωγής, οι επενδυτές δεν έχουν κίνητρο να δραστηριοποιηθούν στην προμήθεια γιατί έχουν εξασφαλισμένα κέρδη από τον τρόπο που λειτουργεί η αγορά … Η ίδια η ΡΑΕ σημειώνει ότι μηχανισμοί (που η ίδια δημιούργησε) καθώς και το σύστημα των εγγυημένων τιμών και ο πλήρης ανορθολογισμός της αγοράς ΑΠΕ λειτουργούν αποτρεπτικά στη δραστηριοποίηση των ιδιωτών παραγωγών στην προμήθεια5.
Αναγνωρίζοντας ότι το σημερινό μοντέλο αγοράς έχει καταρρεύσει, η ΡΑΕ εισηγήθηκε την δημιουργία εικονικών (Virtual) καθετοποιημένων επιχειρήσεων ηλεκτρισμού που θα δραστηριοποιούνται στην παραγωγή και στην προμήθεια ΗΕ. Συνοπτικά, το σχέδιο αυτό προβλέπει τη απευθείας πώληση ενεργειακού μίγματος χαμηλού κόστους από τη ΔΕΗ σε ιδιώτες προμηθευτές. Αν και δε θίγει το ιδιοκτησιακό καθεστώς της ΔΕΗ Α.Ε., η ΡΑΕ τονίζει ότι το σχέδιο αναδιοργάνωσης της αγοράς που προτείνει δεν έρχεται σε αντίθεση με τα σχέδια της κυβέρνησης και της τρόικας για πώληση της ΔΕΗ Α.Ε.
Απάντηση στο ιδιοκτησιακό καθεστώς της ΔΕΗ έδωσε απευθείας η τρόικα που επέβαλε την απευθείας πώληση του 30% της εγκατεστημένης ισχύος των σταθμών παραγωγής της ΔΕΗ Α.Ε. Οι λεπτομέρειες θα καθοριστούν μετά από διαβούλευση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέργειας, υπολογίζεται ωστόσο να πωληθούν 1400 MW λιγνιτικών, 500  MW υδροηλεκτρικών και 500  MW μονάδων ΦΑ. Πέρα από αυτό, η τρόικα επέβαλε και την πώληση του συστήματος μεταφοράς (ΑΔΜΗΕ Α.Ε.) σε ποσοστό που κυμαίνεται από 60 ως 100%.
Με βάση πρόσφατη ανάλυση της Goldman Sachs (Αύγουστος 2013), η αξία της ΔΕΗ, υπολογίζεται σε €2,3 δισ. Για την εξαγωγή του ποσού αυτού λαμβάνει υπόψη την αξία λειτουργικών δραστηριοτήτων (παραγωγή λιγνίτη, παραγωγή, μεταφορά, διανομή, προμήθεια) σε €7,71 δις και αφαιρεί €4,91 δις. ευρώ που αντιστοιχούν στο χρέος και € 488 εκ. για υποχρεώσεις για τα ασφαλιστικά ταμεία και έναντι της περιβαλλοντικής νομοθεσίας (ανάπλαση ορυχείων κλπ). Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι το τίμημα που θα καταβάλει ο δυνητικός αγοραστής είναι κυριολεκτικά ψίχουλα. Ακόμα και την περίοδο αυτής της βαθιάς ύφεσης οι μόνες σοβαρές επενδύσεις, έγιναν από κρατικά ελεγχόμενες επιχειρήσεις, Πίνακας 6. Η ΔΕΗ, την τριετία της κρίσης και της ύφεσης, επένδυσε €2,95 δις. Ο ΑΔΜΗΕ (ΔΕΗ-Μεταφορά ως το 2011) επένδυσε €253 εκ. Ο ΔΕΣΦΑ, θυγατρική του Ομίλου ΔΕΠΑ, που πουλήθηκε στην Αζέρικη SOCAR για €305 εκ., επένδυσε την ίδια περίοδο για την ανάπτυξη των αγωγών φ.α. 310 εκ.€. Ακόμα και σε συνθήκες βαθιάς ύφεσης, οι μόνες – πολυπόθητες – επενδύσεις προέρχονται από τον υπό εκποίηση δημόσιο τομέα.
Το μέγεθος της καταστροφικής λογιστικής των “οίκων αξιολόγησης” φαίνεται και από τα παρακάτω:
  • Μόνο η επένδυση της ΔΕΗ Α.Ε. στην κατασκευή της λιγνιτικής μονάδας Πτολεμαΐδα 5 εντός της επόμενης πενταετίας, ανέρχεται στα €1,6 δις 6.
  • Στην ετήσια μελέτη της ICAP για τις πλέον κερδοφόρες επιχειρίσεις του 2013, η ΔΕΗ Α.Ε. παρά την ύφεση και τα προβλήματα της αγοράς ΗΕ έλαβε τη δεύτερη θέση με αύξηση κερδών προ φόρων ( EBITDA) +52,2%.

Οι συνέπειες από την πώληση αυτή, αν πραγματοποιηθεί, θα είναι καταστροφικές για την ελληνική οικονομία:

  • Η ΔΕΗ θα εκποιηθεί σε εξευτελιστική αξία.
  • Η ηλεκτρική ενέργεια παύει να τελεί υπό τον έλεγχο του κράτους, περνά στον έλεγχο των Ευρωπαϊκών Χρηματιστηρίων και μετατρέπεται από ανεκτίμητο κοινωνικό αγαθό σε απλό χρηματιστηριακό εμπόρευμα.
  • Οι προτεραιότητες ανάπτυξης των δικτύων σταματούν να εξυπηρετούν τους σκοπούς ενός εθνικού ενεργειακού σχεδιασμού, καθορίζονται πλέον από τις χρηματιστηριακές αγορές και προσανατολίζονται στη διευκόλυνση του διασυνοριακού εμπορίου.
  • Το Ευρωπαϊκό Ενιαίο Μοντέλο Αγοράς, πέρα από την απώλεια κάθε έννοιας εθνικής κυριαρχίας που συνεπάγεται, θα οδηγήσει στη σταδιακή σύγκλιση των τιμών ηλεκτρισμού. Σε μια οικονομία που παραπαίει η ΔΕΗ Α.Ε. παρά τις απανωτές αυξήσεις, εξακολουθεί να διαθέτει ενέργεια σε τιμές στο 60-70% του μέσου όρου στην ευρωζώνη, Διάγραμμα 6.
  • Τη στιγμή που πάνω από 500.000 νοικοκυριά έχουν μείνει χωρίς ρεύμα και ενεργοβόρες βιομηχανίες κλείνουν ή σκέφτονται να μετακομίσουν στο εξωτερικό, υπάρχει ορατός ο κίνδυνος διαμόρφωσης συνθηκών ενεργειακής πενίας. Η Ελλάδα μετατρέπεται σε υποανάπτυκτη χώρα.
Πίνακας 6: Επενδύσεις κρατικά ελεγχόμενων επιχειρήσεων στα χρόνια της ύφεσης
ΤΡΙΕΤΙΑ 2010-2012
(Σε εκ. €)
ΟΜΙΛΟΣ ΔΕΗ
ΟΜΙΛΟΣ ΔΕΠΑ
ΟΜΙΛΟΣ ΟΣΕ
ΣΥΝΟΛΑ
ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ
2.948
474,0
892,0
4.314,0
ΠΗΓΗ: ΕΤΗΣΙΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΟΜΙΛΩΝ

Διάγραμμα 6: μεταβολή τιμών ΗΕ στην Ελλάδα και την ευρωζώνη 2009-2012

6. Μερικές θέσεις για την ενέργεια

Στη σημερινή συγκυρία διαφαίνονται σοβαροί κίνδυνοι για τη δυνατότητα πρόσβασης των λαϊκών στρωμάτων στα ενεργειακά αγαθά καθώς και ο κίνδυνος διόγκωσης του κόστους ηλεκτροπαραγωγής σε βαθμό που όποια προσπάθεια οικονομικής ανάκαμψης θα σκοντάφτει στον ενεργειακό κόστος.
Σε ότι αφορά τη λειτουργία της αγοράς, η πώληση της ΔΕΗ θα σηματοδοτήσει τη διαλυτοποίηση του σκηνικού με την έννοια ότι οι υποδομές θα περάσουν στα χέρια υπερεθνικών ομίλων με κερδοσκοπικό χαρακτήρα ή και με αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα. Η εικόνα αυτή δεν είναι κάτι καινοφανές. Αρκεί κανείς να θυμηθεί ότι στις αρχές του 20ου αιώνα, υπήρχαν δεκάδες εταιρείες ηλεκτρισμού. Πριν τη ΔΕΗ, όμως, δεν υπήρχε ηλεκτρισμός στην Ελλάδα …
Θέλοντας να συμβάλουμε στη διαμόρφωση μιας στρατηγικής αντίστασης στα παραπάνω, οφείλουμε πρώτα να ξεκαθαρίσουμε μια σειρά θέματα που αφορούν αυτό το ενεργειακό αγαθό.
  1. Η ηλεκτρική ενέργεια είναι ζωτικής σημασίας για τη σύγχρονη κοινωνία και αποτελεί ανεκτίμητο αγαθό για την ίδια την ανθρώπινη ζωή. Η μετατροπή του αυτού του κοινωνικού αγαθού σε εμπόρευμα, η συνακόλουθη κερδοσκοπία και η διαμορφούμενη ενεργειακή πενία πλατιών στρωμάτων του πληθυσμού, συνιστά έγκλημα κατά του λαού.
  2. Πρέπει να γίνει κατανοητό σε όλους ότι το αγαθό αυτό κοστίζει. Οι ενεργειακοί πόροι είναι περιορισμένοι και δεν είναι ανεξάντλητοι. Είναι ουτοπικό να διατείνεται κανείς ότι η διάθεση της ΗΕ μπορεί να γίνεται δωρεάν. Πρέπει να γίνεται στην τιμή κόστους, πλέον μιας πρόβλεψης για αναγκαίες επενδύσεις που θα βασίζονται στις μελλοντικές ανάγκες της κοινωνίας. Οι εταιρίες ΗΕ δεν πρέπει και δεν μπορεί να είναι κερδοσκοπικές επιχειρήσεις. Ταυτόχρονα, όμως, πρέπει να λειτουργούν με τρόπο ορθολογικό, διαφανή και απόλυτα ελεγχόμενο. Οι εταιρίες ΗΕ πρέπει να υπάγονται σε έναν κεντρικό ενεργειακό σχεδιασμό. Η λειτουργία τους είναι τόσο πολύπλοκη και πολυπαραμετρική που οποιοιδήποτε ισχυρισμοί περί “αυτοδιαχείρισης” ή “αυτόνομων ενεργειακών χώρων” κλπ είναι ουτοπικοί, εσφαλμένοι και αδυνατούν να εξασφαλίσουν ενεργειακή αυτάρκεια στο λαό.
  3. Το ενεργειακό αγαθό πρέπει να αντιμετωπίζεται ως πολύτιμος φυσικός πόρος και ως βασικός πυλώνας ανάπτυξης της οικονομίας της χώρας. Ως τέτοιο, απαιτεί απόλυτα ορθολογική μεταχείριση και πρέπει να καταναλώνεται με φειδώ. Η παραγωγή της ΗΕ πρέπει να σέβεται απόλυτα το περιβάλλον, την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική και την ιστορία του κάθε τόπου.
  4. Το ενεργειακό αγαθό δεν μπορεί να αφήνεται έρμαιο της “ελεύθερης αγοράς”, η λειτουργία της οποίας προϋποθέτει διαρκή αύξηση της ζήτησης που οδηγεί στην κατασπατάληση ενέργειας, στην υλοποίηση μη βιώσιμων επενδύσεων και τελικά στην κερδοσκοπία. Το παράδειγμα της Ελλάδας είναι από τα πλέον αποκαλυπτικά σε όλο τον κόσμο. H παραγωγή ΗΕ με εγγυημένες τιμές από ΑΠΕ είναι μια μορφή ανακατανομής εισοδήματος υπέρ των πλουσίων: τη στιγμή που ο φτωχός δυσκολεύεται να πληρώσει το λογαριασμό του ρεύματος, ο εύπορος που έχει πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό επενδύει π.χ. σε μια ασήμαντη μονάδα 10kW Φ/Β και μετακυλύει το κόστος απόσβεσης της επένδυσής του στον υπερχρεωμένο φτωχό. Αυτό είναι ανήθικο, κοινωνικά άδικο και πρέπει να σταματήσει.
  5. Οι ΑΠΕ δεν είναι ούτε μπορούν να γίνουν ο βασικός πυλώνας ανάπτυξης και χάραξης ενεργειακής πολιτικής. Πολύ περισσότερο δε μπορούμε να μιλάμε για ηλεκτροπαραγωγή αποκλειστικά από ΑΠΕ, τουλάχιστον μέχρι να ανακαλυφθούν τεχνικά βιώσιμοι τρόποι αποθήκευσης της ΗΕ. Η στοχαστικότητα της παραγωγής του τις καθιστά αναξιόπιστες. Επιπλέον, επιβάλει την εγκατάσταση ευέλικτων συμβατικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής – τεχνολογικά τέτοιοι είναι μόνο οι σταθμοί ΦΑ – που αυξάνουν το κόστος για το κοινωνικό σύνολο και την ενεργειακή εξάρτηση της χώρας. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στην ΕΕ η “πράσινη ανάπτυξη” ήταν ο πολιορκητικός κριός της απελευθέρωσης της αγοράς. Η χρήση των ΑΠΕ μπορεί και πρέπει να είναι μια βασική παράμετρος εξοικονόμησης ενέργειας – ιδιαίτερα σε χώρες σαν την Ελλάδα. Μόνο η ορθολογική χρήση των συμβατικών καυσίμων με αυστηρούς περιβαλλοντικούς και άλλους περιορισμούς σε συνδυασμό με τις ΑΠΕ μπορεί να εξασφαλίσει την ενεργειακή αυτάρκεια σε ένα λογικό κόστος.
  6. Στις παρούσες συνθήκες ιμπεριαλιστικής παγκοσμιοποίησης οποιαδήποτε πρόταση δήθεν διαχείρισης της ενεργειακής κρίσης που έρχεται είναι εξωπραγματική και πλαστή. Ειδικά για το χώρο της ενέργειας, ο ρόλος της ΕΕ είναι ξεκάθαρος και δεν μπορεί να αλλάξει. Η ΗΕ δεν μπορεί να αποτελέσει κοινωνικό αγαθό και δεν μπορεί να υπάρξει δημόσια ελεγχόμενη ηλεκτροπαραγωγή σε συνθήκες της ευρωπαϊκής ενοποίησης, ιδιαίτερα για μια χώρα όπως η Ελλάδα που είναι σε μεγάλο βαθμό ενεργειακά εξαρτημένη.
  7. Είναι δεδομένο ότι σε περίπτωση που ολοκληρωθεί η πώληση της ΔΕΗ, μόνο η επανεθνικοποίησή της θα μπορέσει να διαφυλάξει τα λαϊκά συμφέροντα και την ανάπτυξη της χώρας.
  8. Είναι δεδομένο, επίσης, ότι τα τιμολόγια ηλεκτρισμού πρέπει να παραμείνουν στον έλεγχο του κράτους, οι κάθε είδους πλάγιες επιδοτήσεις προς τους ιδιώτες πρέπει να σταματήσουν και ότι όλες οι συμβάσεις ΑΠΕ και οι εγγυημένες τιμές τους θα πρέπει να καταγγελθούν. Θα πρέπει να γίνει αυστηρός έλεγχος και συνακόλουθο “κούρεμα” των τραπεζικών δανείων που χρηματοδότησαν τη δημιουργία της φούσκας των ΑΠΕ. Έτσι σταδιακά θα επέλθει η επανακρατικοποίηση του συνόλου των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής, μικρών και μεγάλων.
  9. Πρέπει να ακολουθηθούν πολιτικές απεξάρτησης της ηλεκτροπαραγωγής από το ΦΑ. Αυτή η χρήση του ΦΑ είναι ανορθολογική και σπάταλη: ο μέγιστος βαθμός απόδοσης ενός σύγχρονου αεριοστροβίλου δεν ξεπερνά το 50%. Στις απώλειες αυτές θα πρέπει να προστεθούν και οι απώλειες μεταφοράς της ΗΕ στο δίκτυο. Αντίθετα, η καύση ΦΑ για θέρμανση ή στα νοικοκυριά έχει βαθμό απόδοσης σχεδόν 100%.
  10. Η ηλεκτροδότηση της χώρας πρέπει να εξασφαλιστεί με την καύση λιγνίτη – ως βασικού “εθνικού” καυσίμου – πράγμα που σημαίνει ότι ο εκσυγχρονισμός των υφιστάμενων λιγνιτικών μονάδων πρέπει να είναι πρωταρχικής σημασίας. Μια σύγχρονη λιγνιτική μονάδα μπορεί να έχει βαθμό απόδοσης άνω του 40% (σε αντίθεση με το 20-25% της πλειοψηφίας των σημερινών μονάδων ενώ η εκλυόμενη θερμότητα μπορεί να στηρίξει με θερμικό φορτίο τοπικές κοινωνίες ή ενεργοβόρες βιομηχανίες. Ο λιγνίτης ως καύσιμο υπάρχει σε μεγάλη αφθονία στη χώρα ενώ σημαντικότατα ανεκμετάλλευτα κοιτάσματα υπάρχουν στην περιοχή της Ελασσόνας και της Δράμας. Εκτιμάται ότι τα αποθέματα αυτά μπορούν να ηλεκτροδοτούν τη χώρα για περισσότερο από 45 χρόνια, ακόμα και αν ο ρυθμός αύξησης της ζήτησης συνεχίζονταν με τα προ της κρίσης επίπεδα7.
  11. Συμπληρωματικά, εξασφαλίζοντας μεγάλη εξοικονόμηση ορυκτού καυσίμου πρέπει να αξιοποιηθούν οι ΑΠΕ όχι ως ένας μηχανισμός εξασφάλισης σίγουρου κέρδους αλλά ενταγμένες σε ένα ευρύτερο πρόγραμμα αξιοποίησης του υδρολογικού δυναμικού (αντλιοταμίεση, υβριδική λειτουργία υδροηλεκτρικών και ΑΠΕ). Οι τεχνικές δυνατότητες είναι πλέον πραγματικές και τα οικονομικά οφέλη τεράστια.
  12. Βασική παράμετρος πρέπει να είναι η εξοικονόμηση ενέργειας μέσα από την υποχρεωτική εγκατάσταση κεντρικών ηλιακών συστημάτων σε κάθε νέα οικοδομή καθώς και με την υλοποίηση εφαρμογών μικροδικτύων, η ανάπτυξη των οποίων αναμένεται να γίνει εμπορικά εκμεταλλεύσιμη την επόμενη δεκαετία. Έτσι, οι ΑΠΕ μπορούν να εισαχθούν σε μεγάλο βαθμό στον αστικό ιστό (Φ/Β στοιχεία ενσωματωμένα στα δομικά στοιχεία κτιρίων, στις οροφές εγκαταλειμμένων εγκαταστάσεων κλπ). Με εφαρμογές μικροστροβίλων (ισχύος μερικών watt) μπορεί να γίνει εξοικονόμηση ενέργειας στο κάθε νοικοκυριό. Πρέπει να δοθούν κίνητρα στους πολίτες για την ενσωμάτωση τέτοιων διατάξεων τα οποία θα μπορούσαν να είναι φοροαπαλλαγές και η εφαρμογή της αρχής του συμψηφισμού: μείωση ή και απαλλαγή από το κόστος ρεύματος σε αντάλλαγμα για την έγχυση ενέργειας στο επίπεδο της χαμηλής τάσεως.
  13. Η εγκατάσταση Φ/Β σε αρόσιμη γη πρέπει να απαγορευθεί. Αντίθετα, μπορεί και πρέπει να ενταθεί η ένταξη Φ/Β σε πολύ μικρά νησιά του Αιγαίου τα οποία, τους θερινούς μήνες, μπορούν να εξασφαλίσουν ως και απόλυτη ενεργειακή κάλυψη.
  14. Η αιολική ενέργεια μπορεί και πρέπει να αξιοποιηθεί με την ανάπτυξη υποθαλάσσιων διασυνδέσεων σε επιλεγμένες βραχονησίδες, όπου η αισθητική και περιβαλλοντική όχληση είναι μικρότερη. Ο συντελεστής χρησιμοποίησης (capacity factor) των θαλάσσιων Α/Π ξεπερνά το 40% (σε σύγκριση με το <30 7=»» lang=»en-US» span=»»>MW ανά πύργο, σε σύγκριση με τα 3,0 ΜW σε εφαρμογές στη στεριά, ενώ η τεχνολογία τους εξελίσσεται διαρκώς. Με λιγότερους πύργους μπορεί να επιτευχθεί καλύτερο αποτέλεσμα με μικρότερη όχληση.

Τέλος, πρέπει να διερευνηθεί η συμμετοχή της Ελλάδας στους μηχανισμούς εμπορίας αερίων ρύπων. Χωρίς να αμφισβητεί κανείς την κλιματική αλλαγή, είναι ένα ζητούμενο κατά πόσο αυτή μπορεί να αποδοθεί αποκλειστικά στην χρήση του άνθρακα στην ηλεκτροπαραγωγή 8. Παρόλα αυτά, οι μηχανισμοί αγοράς που έχουν δημιουργηθεί απλά μετατοπίζουν το πρόβλημα στις χώρες της περιφέρειας τη στιγμή που οι ενεργειακοί κολοσσοί που εμπορεύονται τα πράσινα πιστοποιητικά συμβάλλουν όσο κανένας άλλος στην υπερθέρμανση του πλανήτη (π.χ. Shell).

Προϋπόθεση για τα παραπάνω, είναι η ύπαρξη κοινωνικών κινημάτων προάσπισης και ανάδειξης των δημόσιων αγαθών που δεν μπορεί και δεν πρέπει να περιορίζονται στα πλαίσια της ριζοσπαστικής αριστεράς. Οι οργανωμένες δυνάμεις της αριστεράς όχι μόνο δε φτάνουν για το μέγεθος και τη σπουδαιότητα του επίδικου αλλά δυστυχώς δε μπορούν να θέσουν απλά ερωτήματα στον ελληνικό λαό, όπως “ τι σημαίνει Δημόσιο Κοινωνικό Αγαθό και σε τι διαφέρει από ένα απλό εμπόρευμα ή μια υπηρεσία επ’ αμοιβή”. Η προάσπιση του δημόσιου αγαθού της ενέργειας – και όχι της ΔΕΗ με την έννοια μιας κρατικής εταιρίας – πρέπει να γίνει υπόθεση όλου του λαού.

Τα πράγματα γίνονται πιο δύσκολα με τη διάλυση του συνδικαλιστικού κινήματος που καθιστά αμφίβολη την όποια προσπάθεια αντίδρασης στο εσωτερικό της ΔΕΗ Α.Ε. Αξίζει να αναφερθεί η αδράνεια της ΓΕΝΟΠ στις επερχόμενες αλλαγές, αποτέλεσμα του χρόνιου συντεχνιασμού, της ώσμωσής της με τις εκάστοτε διοικήσεις και της απονομιμοποίησής της στα μάτια της κοινωνίας. Τα οικονομικά σκάνδαλα που αφορούσαν χρηματοδότηση δραστηριοτήτων της ΓΕΝΟΠ από την ίδια τη ΔΕΗ Α.Ε. – χρήματα το ύψος των οποίων και το που πραγματικά διατέθηκαν κανείς δεν ξέρει το ξέρει – έχουν αναστείλει κάθε δραστηριότητα της ομοσπονδίας.
Η κατάσταση αυτή, βέβαια, διευκολύνει παρατάξεις που έμμεσα έχουν αποδεχθεί την ιδιωτικοποίηση σαν μια πραγματικότητα (ΔΑΚΕ και επίσημη ΠΑΣΚ). Η στάση της ΕΑΜΕ (Φωτόπουλος) δεν είναι ούτε ενιαία ούτε σταθερή. Αν και διακηρυκτικά τάσσεται υπέρ κινητοποιήσεων, δεν φαίνεται να έχει δύναμη να κινητοποιήσει κόσμο ενώ στελέχη της εξακολουθούν να ωσμώνονται με το επίσημο ΠΑΣΟΚ – δέσμια συντεχνιακών ή άλλων προσωπικών συμφερόντων. Οι δυνάμεις της αριστεράς, μικρές και διασπασμένες χωρίς ουσιαστική παρέμβαση στους πραγματικά μαζικούς χώρους της εταιρίας που είναι οι ενώσεις των τεχνικών και τα ορυχεία.
Τα αποτελέσματα των εκλογών εκπροσώπου εργαζομένων (Απρίλιος 2013) στις τρεις θυγατρικές του Ομίλου ΔΕΗ Α.Ε. είναι ενδεικτικά:
ΔΕΗ
ΑΔΜΗΕ
ΔΕΔΔΗΕ
Σύνολο
ΔΑΚΕ
2161
409
1332
3902
36.36%
ΕΑΜΕ
(Φωτόπουλος)
1461
315
818
2594
24.17%
ΠΑΣΚΕ
1349
1349
12.57%
ΠΑΜΕ
744
292
880
1916
17.85%
Αγ. Ενότητα
(ΣΥΡΙΖΑ / ΑΝΤΑΡΣΥΑ)
499
143
328
970
9.04%
Η χρόνια κακοδιαχείριση της ΔΕΗ – που περνούσε μέσα και από την ανοχή και στήριξη της ΓΕΝΟΠ – έχουν φθείρει σε μεγάλο βαθμό την εικόνα της στην κοινωνία. Στην ίδια την εταιρία έχει δημιουργήσει μια υδροκέφαλη, αδιαφανή και ανορθολογική λειτουργία (ενδεικτικά, το 40% των εργαζομένων έχουν κάποιο βαθμό ιεραρχίας που τους διαφοροποιεί από τους υπόλοιπους εργαζομένους. Στους μηχανικούς το ποσοστό αυτό φτάνει μέχρι και το 60%) ! Αυτό συνοδεύεται από αντίστοιχα οικονομικά επιδόματα, δημιουργεί στεγανά, διευθύνσεις που αλληλοκαλύπτονται κλπ κλπ. Όχι μόνο αυξάνει το λειτουργικό κόστος αλλά συμβάλλει στην αδιαφάνεια, τη δυσλειτουργία και στην αδράνεια όλου του μηχανισμού.
Η συντεχνειακή πολυδιάσπαση αποτυπώνεται και στον τρόπο λειτουργίας των πρωτοβάθμιων σωματείων: μόνο στο χώρο του ΑΔΜΗΕ Α.Ε. – που είναι πρώτος στη λίστα αποκρατικοποίησης – σε σύνολο ~1400 εργαζομένων δραστηριοποιούνται 21 πρωτοβάθμια σωματεία. Ο παραμικρός συντονισμός και η ανάληψη δράσης είναι πρακτικά αδύνατη …
Παρόλα αυτά, η ευρωπαϊκή εμπειρία καταγράφει συνεχείς εξελίξεις υπέρ του δημόσιου και κοινωνικού χαρακτήρα των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας. Οι πρωτοβουλίες αυτές για την ώρα περιορίζονται στο χώρο της ύδρευσης και αποχέτευσης και αφορούν τη διοργάνωση άτυπων «κοινωνικών διαβουλεύσεων» κατά μιας συγκεκριμένης ιδιωτικοποίησης (π.χ. consulta social» κατά της ιδιωτικοποίησης του νερού στη Μαδρίτη), τη διεξαγωγή επίσημων δημοψηφισμάτων με δεσμευτικό αποτέλεσμα για τις εθνικές και τοπικές κυβερνήσεις (π.χ. Ιταλία, Γερμανία) μέχρι και την ανάκτηση από το δημόσιο επιχειρήσεων και υποδομών που είχαν παραχωρηθεί σε ιδιώτες (Γαλλία, Γερμανία).
Η παρέμβαση της Αριστεράς πρέπει να ακολουθήσει αυτή την τακτική – του ανοίγματος στην πραγματική κοινωνία και της διαμόρφωσης μιας αντίστοιχης κοινωνικής συνείδησης για τα λαϊκά αγαθά και δικαιώματα.
Χωρίς τη διαμόρφωση μιας τέτοιας συνείδησης, εργατικίστικες τακτικές και οραματισμοί συμβουλίων εργαζομένων που θα πάρουν τις τύχες στα χέρια τους κλπ είναι ουτοπικές. Η εμπειρία από τα κοινωνικά συμβόλαια των περασμένων δεκαετιών που εξέθρεψαν μια κακώς νοούμενη δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία – ο χώρος της ΔΕΗ ήταν από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα – είναι ακόμα νωπή.
Αντίθετα, η Αριστερά πρέπει να πρωτοστατήσει στην οργανωτική ανασυγκρότηση του συνδικαλισμού στο χώρο της ΗΕ με τη δημιουργία πρωτοβάθμιων σωματείων ανά χώρο ή και κλάδο δουλειάς και όχι ανά ειδικότητα. Ενιαία Σωματεία στα οποία θα μετέχουν και το διοικητικό προσωπικό και οι τεχνικοί και οι μηχανικοί, που θα έχουν ένα μέσο μέγεθος που θα διευκολύνει τις μαζικές διαδικασίες, που θα είναι συγκεντρωμένα τοπικά και όχι διάσπαρτα σε όλη την επικράτεια.
Το βήμα αυτό, αν και δύσκολο είναι πραγματικά αναγκαίο. Ίσως η παρούσα κρίση, και η de jure διάσπαση της ΔΕΗ να είναι και μια ευκαιρία για την ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού κινήματος.
1 Π.χ. Flash Economics: “The cost of energy will be a strategic variable in international competition”, January 2013
3 Κώδικας Διαχείρισης Συστήματος Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΦΕΚ Β΄ 103/31.01.2012)
Κώδικας Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΦΕΚ Β΄ 104/31.01.2012)
5 Ολόκληρη η μελέτη είναι διαθέσιμη στο σύνδεσμο:
8 Μια πολύ ενδιαφέρουσα και τεκμηριωμένη επιχειρηματολογία είναι η τοποθέτηση του καθ. ΕΜΠ Δ. Κουτσογιάννη στην Ημερίδα του Ιδρύματος Ευγενίδου “Το κλίμα της γης αλλάζει ή το αλλάζουμε;”, Νοέμβριος 2011, διαθέσιμη στο:

Written by dds2

29 Νοεμβρίου, 2013 at 7:56 μμ